Το πραγματικό πρόβλημα της Ελλάδας δεν είναι το χρέος!

Εάν δεν επιλυθούν τα δομικά προβλήματα που εμποδίζουν την ανάπτυξη των επιχειρήσεων και του εξαγωγικού κλάδου, δεν θα μπορέσει να «ορθοποδήσει» η Ελλάδα, γράφει στους New York Times ο Αρίστος Δοξιάδης. Το ρυθμιστικό πλαίσιο, ο φόβος και ο ρόλος των ολιγαρχών.

Το πραγματικό πρόβλημα της Ελλάδας δεν είναι το χρέος!

Η ύφεση που καταστρέφει την Ελλάδα πάντα οριζόταν ως μακροοικονομικό ζήτημα: η σύσφιγξη της δημοσιονομικής πολιτικής έγινε πολύ γρήγορα, το χρέος της κυβέρνησης είναι πολύ υψηλό, τα εργαλεία της τρέχουσας υποτίμησης και της νομισματικής επέκτασης δεν υπάρχουν εντός ευρωζώνης. Όμως αυτή είναι μια υπεραπλουστευμένη προσέγγιση. Οι εγχώριοι πολιτικοί και μικροοικονομικοί παράγοντες είναι εξίσου σημαντικοί ώστε να εξηγηθεί το βάθος της κρίσης, αναφέρει ο Αρ. Δοξιάδης (φωτό).

Η Ελλάδα τα έχει πάει πολύ χειρότερα από άλλες χώρες της ευρωζώνης που ήρθαν αντιμέτωπες με απότομη πτώση της ξένης χρηματοδότησης, και στη συνέχεια εφάρμοσαν παρόμοια προγράμματα λιτότητας. Έχασε το 26% του ΑΕΠ της σε σχέση με τα προ κρίσης επίπεδα, ενώ η Πορτογαλία, η Ιρλανδία και η Ισπανία δεν απώλεσαν πάνω από το 7% έκαστη. Μεγάλο μέρος της διαφοράς αυτής οφείλεται στο εξωτερικό εμπόριο.

Και στις τέσσερις χώρες, όταν σταμάτησαν να εισρέουν κεφάλαια από το εξωτερικό, η αύξηση των εξαγωγών έγινε επείγων στόχος. Οι άλλες τρεις χώρες το κατάφεραν αυτό γρήγορα. Η Ελλάδα όχι. Εάν είχε αυξήσει τις εξαγωγές, η ύφεση στη χώρα θα ήταν πολύ ηπιότερη: κατά μια εκτίμηση, άνοδος 25% στις εξαγωγές θα είχε περιορίσει την πτώση του ΑΕΠ στο 3%.

Γιατί απέτυχε η Ελλάδα να προσαρμοστεί όπως οι άλλες χώρες του ευρωπαϊκού Νότου; Οι μισθοί μειώθηκαν πολύ περισσότερο από το 2010 σε σχέση με οποιαδήποτε άλλη χώρα, και το εργατικό κόστος δεν αποτελεί πλέον εμπόδιο στις εξαγωγές. Οι επιχειρήσεις δεν έχουν εκμεταλλευτεί αυτό το γεγονός εξαιτίας κανονισμών, φόβου και μεγέθους.

Τα ρυθμιστικά εμπόδια για την έναρξη ή την επέκταση επιχειρήσεων στην Ελλάδα κάποτε ήταν τα χειρότερα της Ευρώπης, και εξακολουθούν να είναι μεγάλα. Από το 2010 έχει υπάρξει κάποια μεταρρύθμιση, την οποία απαίτησε η τρόικα, όμως η πρόοδος είναι αργή. Εκατοντάδες χιλιάδες σελίδες με «ψιλά γράμματα» πρέπει να ακυρωθούν, χιλιάδες αξιωματούχοι πρέπει να χάσουν την εξουσία τους να μπλοκάρουν επιχειρηματικές αποφάσεις και τα κλειστά επαγγέλματα πρέπει να ανοίξουν στον ανταγωνισμό από νέα επιχειρηματικά μοντέλα. Οι πολιτικοί δεν έχουν δαπανήσει και πολύ πολιτικό κεφάλαιο για να πιέσουν για τις αλλαγές αυτές.

Ο φόβος επίσης κρατάει πίσω την οικονομία. Σε άλλες χώρες, τα περισσότερα κόμματα κατέληξαν σε κάποια ευρεία συναίνεση αναφορικά με τη διαρθρωτική αλλαγή. Στην Ελλάδα κανένα πολιτικό κόμμα δεν είχε το θάρρος να αναλάβει την ευθύνη για οποιαδήποτε μεταρρύθμιση, για οποιαδήποτε περικοπή στις δαπάνες ή για οποιονδήποτε νέο φόρο, αν και ήταν ξεκάθαρο πως ένας τέτοιος συνδυασμός ήταν αναπόφευκτος. Όταν ήταν στην εξουσία, οι πολιτικοί κατηγορούσαν την τρόικα για τη λήψη των μέτρων. Όταν ήταν στην αντιπολίτευση, κήρυτταν πως όλα τα μέτρα ήταν περιττά και λανθασμένα και χαρακτήριζαν την κυβέρνηση προδότη.

Αυτή η πόλωση έφερε βία και απειλές. Ο τουρισμός επλήγη για τρία χρόνια από την εικόνα των εμπρησμών και της βίας στην Αθήνα, καθώς και από το κλείσιμο των λιμανιών και από τις απεργίες των ταξί. Οι ξένοι επενδυτές απωθήθηκαν από τις απειλές του ανερχόμενου ΣΥΡΙΖΑ ότι θα ανέτρεπε όλες τις πωλήσεις κρατικών περιουσιακών στοιχείων και θα αποκαθιστούσε το μισθολογικό σύστημα που προβλέπει αυξήσεις μισθών κάθε χρόνο, ασχέτως παραγωγικότητας. Οι καταθέσεις έφευγαν από τις τράπεζες λόγω του φόβου Grexit ή των φημών για εθνικοποιήσεις, με αποτέλεσμα να μην υπάρχουν κεφάλαια για να δανειστούν σε εξαγωγικές επιχειρήσεις.

Τέλος, το μέγεθος των επιχειρήσεων στην Ελλάδα είναι ένα θεμελιώδες διαρθρωτικό ζήτημα. Ο βιομηχανικός καπιταλισμός δεν ήταν ποτέ ισχυρός στη χώρα, η οποία είναι μια κοινωνία μικροϊδιοκτητών και μικροπειχειρήσεων. Η γη και τα σπίτια ανήκουν κυρίως στους ενοίκους τους, χωρίς στεγαστικά δάνεια, σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό απ' ό,τι σε οποιαδήποτε χώρα της Δύσης. Οι αυτοαπασχολούμενοι και οι επιχειρήσεις με λιγότερους από 10 υπαλλήλους είναι πολύ περισσότεροι απ' οπουδήποτε αλλού στην Ευρώπη. Μόνο το 5% της απασχόλησης σε ολόκληρη την οικονομία αφορά εταιρείες με περισσότερους από 250 υπάλληλους. Ακόμα και ο βασικός εξαγωγικός κλάδος, ο τουρισμός, απαρτίζεται κυρίως από μεσαίες και μικρές επιχειρήσεις.

Κατά την πάροδο πολλών δεκαετιών, θεσμικοί παράγοντες μπλοκάρουν την επιχειρηματική ανάπτυξη και τη συνένωση των κλάδων. Οι παράγοντες αυτοί κυμαίνονται από την άνιση φορολόγηση και τους εργατικούς κανονισμούς υπέρ των μικρότερων, μέχρι το καθεστώς των χρεοκοπιών στο πλαίσιο του οποίου το κράτος έχει την πρώτη αξίωση σε όλα τα περιουσιακά στοιχεία των χρεοκοπημένων επιχειρήσεων.

Οι μικρές επιχειρήσεις δυσκολεύτηκαν να προσαρμοστούν στο σοκ της μειωμένης εγχώριας ζήτησης και του χαμηλότερου εργατικού κόστους. Οι επιχειρήσεις μπορούν να προσαρμοστούν γρήγορα μόνο εάν διαθέτουν managers με κάποια εμπειρία στις εξαγωγές, και εργοστάσια σε καλή κατάσταση τα οποία μπορούν να προσλάβουν περισσότερους εργαζόμενους. Οι μικρές επιχειρήσεις δεν τα έχουν αυτά. Μόνο ένας μικρός αριθμός μεγάλων και υγιών επιχειρήσεων άδραξε την ευκαιρία.

Δυστυχώς, η νέα κυβέρνηση της Ελλάδας δεν φαίνεται να προσφέρει λύση σε αυτά τα δομικά προβλήματα. Πράγματι, φαίνεται απίθανο ο ΣΥΡΙΖΑ να βοηθήσει την ανάπτυξη που θα στηρίζεται στις εξαγωγές. Όσο ήταν στην αντιπολίτευση, αποκήρυξε όλες τις μεταρρυθμίσεις που θα μπορούσαν να ενισχύσουν την ανταγωνιστικότητα. Τώρα που είναι στην κυβέρνηση, λέει πως θα επικεντρωθεί στην είσπραξη φόρων από τους πλούσιους, στην παροχή καλύτερων κοινωνικών υπηρεσιών για τους φτωχούς, και στο να τα βάλει με τους ολιγάρχες, που κυριαρχούν στα ΜΜΕ και στα δημόσια έργα. Πρόκειται για αξιέπαινους στόχους, που όμως δεν βοηθούν το εμπόριο της χώρας.

Σε αντίθεση με τη λαϊκή αντίληψη, οι Έλληνες ολιγάρχες έχουν πολύ περιορισμένη επιρροή στην οικονομία. Δεν ελέγχουν τους μεταλλευτικούς πόρους, όπως στη Ρωσία. Δεν διακινούν μεγάλα κεφάλαια, όπως στη Wall Street. Δεν υπάρχουν μεγάλα «κάτεργα» όπως στην Κίνα. Δεν κατέχουν μεγάλες εκτάσεις αγροτικής γης όπως παλαιότερα στη Λατινική Αμερική. Έχουν κάποια επιρροή στις τράπεζες, όμως αυτό περιορίστηκε σημαντικά στο πλαίσιο της διάσωσης. Οι ολιγάρχες δεν είναι το βασικό εμπόδιο στην ανάπτυξη.

Αυτό που χρειάζεται η Ελλάδα είναι μεγαλύτερες επιχειρήσεις, περισσότερες ξένες επενδύσεις, περισσότερα πειράματα με νέα επιχειρηματικά μοντέλα, και περισσότερη καινοτομία που θα προέρχεται από τα πανεπιστήμια της χώρας. Ο ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται να αντιτίθεται σε όλα αυτά.

Εάν αυτό ισχύει, τότε δεν έχει και ιδιαίτερη σημασία τι θα καταφέρει η κυβέρνηση να διαπραγματευτεί για το χρέος και για τα δημοσιονοικά ελλείμματα. Αν η Ελλάδα δεν μπορεί να εξάγει περισσότερα, θα αποτύχει να αναπτυχθεί στη φάση της αντιλιτότητας, όπως απέτυχε να αναπτυχθεί και στη φάση της λιτότητας.

*Ο Αρίστος Δοξιάδης είναι οικονομολόγος και venture capitalist.


Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v