Μποτόπουλος: Η ώρα της ψυχραιμίας

Τα πραγματικά δεδομένα της διαπραγμάτευσης και πώς επηρεάζουν το ΧΑ αναλύει στο Euro2day.gr ο πρόεδρος της ΕΚ. Η ελληνική ιδιαιτερότητα, η «μεγάλη εικόνα» και πώς προσδιορίζεται το πατριωτικό χρέος. Πρόταση για τη δημιουργία sovereign fund.

  • του Κώστα Μποτόπουλου*
Μποτόπουλος: Η ώρα της ψυχραιμίας

Οι διακυμάνσεις και γενικά η πορεία του ελληνικού Χρηματιστηρίου το τελευταίο δεκαήμερο φαντάζουν, και στην επιφάνεια είναι πράγματι, εντυπωσιακές. Δεν ανήκει στο θεσμικό μου ρόλο να τις κρίνω. Εκείνο που με οδηγεί στην παρούσα δημόσια παρέμβαση, την οποία αντιλαμβάνομαι ως καθήκον, είναι η πεποίθηση ότι, τη στιγμή που παίζεται το μέλλον, η μόνη εποικοδομητική στάση για όσους συμμετέχουν στην ελληνική Αγορά, αλλά και για όσους πονούν την Ελλάδα, είναι η ψυχραιμία.

Επειδή στο δημόσιο λόγο, ιδίως στις σημαντικές στιγμές, τα πράγματα πρέπει να είναι ξεκάθαρα και να πατούν στο έδαφος της πραγματικότητας, θα ήθελα, με τη δύναμη των επιχειρημάτων, να περάσω τρία μηνύματα:

- πρώτον, η σημερινή συγκυρία είναι μεν εξαιρετικά κρίσιμη, δεν παρουσιάζει όμως κάτι το πρωτοφανές ή το εξαιρετικό.

- δεύτερον, αυτό που μετράει σήμερα είναι η «μεγάλη εικόνα» -όχι μόνο της ελληνικής οικονομίας, αλλά της στάσης της Ελλάδας στην Ευρώπη- και αυτή η εικόνα βρίσκεται υπό διαμόρφωση και όχι υπό διάλυση.

- τρίτον, ότι, σε κάθε περίπτωση, η κεφαλαιαγορά, ως πεδίο άντλησης ρευστότητας για τις επιχειρήσεις και άρδευσης της οικονομίας, αποκτά διεθνώς όλο και μεγαλύτερη σημασία και γι' αυτό είναι χρέος όλων μας να κρατηθεί όρθια και έτοιμη για την επόμενη μέρα η ελληνική κεφαλαιαγορά.

Η συγκυρία: οι διακυμάνσεις στο ελληνικό Χρηματιστήριο (από το -6% στο +12% και πάλι πίσω), καθώς και οι όγκοι των κινήσεων, δεν είναι συνηθισμένοι, αλλά δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι αντανακλούν μια μη συνηθισμένη κατάσταση.

Στα τέλη Ιανουαρίου στην Ελλάδα επήλθε όχι μόνο κυβερνητική αλλαγή, αλλά αλλαγή πολιτικής γραμμής, εγκεκριμένη από το εκλογικό σώμα. Αυτή δε η «αλλαγή παραδείγματος» επήλθε εν μέσω εκκρεμότητας όλων των μεγάλων ζητημάτων της ελληνικής οικονομίας, τα οποία -ζητήματα- και η οποία -ελληνική οικονομία- βρίσκονται σε στενή σύνδεση με τις εξελίξεις στο μέτωπο της ευρωπαϊκής και παγκόσμιας κρίσης.

Η χρηματιστηριακή νευρικότητα μπροστά σε τέτοιες εξελίξεις είναι ο διεθνής κανόνας, όχι η εξαίρεση. Κάτι ανάλογο συνέβη (και διάρκεσε πάνω από δύο εβδομάδες) το Μάιο του 1981 στη Γαλλία με την άφιξη στην εξουσία του Μιτεράν και της κυβέρνησης συνεργασίας σοσιαλιστών-κομμουνιστών. Συμβαίνει κάθε φορά που αναμένονται σημαντικές και δυνάμει ανατρεπτικές αποφάσεις ή αναγγελίες από την ΕΚΤ ή την Αμερικανική Fed. Συνέβη πάλι πρόσφατα, στις παγκόσμιες χρηματαγορές, με την ξαφνική εγκατάλειψη από την Ελβετική Κεντρική Τράπεζα της «σύνδεσης» του ελβετικού φράγκου με το ευρώ.

Στην περίπτωση της Ελλάδας -και αυτό δεν ισχύει μόνο για την παρούσα περίπτωση- οι διακυμάνσεις σε τέτοιες «ανοιχτές» και δυνάμει καθοριστικές περιόδους ενισχύονται από δύο εγχώριες ιδιαιτερότητες:

- Tο ελληνικό Χρηματιστήριο είναι «ρηχό» και με κυρίαρχη συμμετοχή των ξένων, έτσι ώστε κάποιες -παρεκκλίνουσες από τις συνηθισμένες- κινήσεις μεγάλων επενδυτών να αρκούν για να διαφοροποιήσουν έντονα την κατάσταση από μέρα σε μέρα (βλ. και τις σχετικές παρατηρήσεις μου στο από 20 Οκτωβρίου 2014 κείμενο στο Euro2day.gr με αφορμή το «κάτι-σαν-κραχ» εκείνης της εποχής)

- H πλειοψηφία των ξένων «παικτών» στο ελληνικό Χρηματιστήριο, και πάντως στην παρούσα περίοδο, είναι λιγότερο «μακροπρόθεσμοι επενδυτές» (αυτοί υπάρχουν και δεν έχουν πάψει να ενδιαφέρονται για την Ελλάδα, αλλά σε περιόδους μεγάλης έντασης δεν κινούνται) και περισσότερο «κερδοσκόποι» (τα περισσότερα private funds έχουν από τη φύση τους αυτό το χαρακτήρα), που κινούνται με διάθεση δοκιμασίας ορίων. Οι κινήσεις πάντως αυτές, όπως και όλες όσες γίνονται στο ελληνικό Χρηματιστήριο, βρίσκονται διαρκώς υπό τον έλεγχο της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς και, εφόσον διαπιστωθούν παρανομίες, θα ληφθούν αυστηρά μέτρα.

Η μεγάλη εικόνα: αυτό που αντανακλούν οι χρηματιστηριακές διακυμάνσεις είναι το αντικειμενικό γεγονός της αβεβαιότητας ως προς την πορεία της αναδιαπραγμάτευσης της νέας ελληνικής κυβέρνησης με τους δανειστές-εταίρους μας. Αυτή η διαπραγμάτευση μόλις άρχισε –η φάση των εκατέρωθεν εξαγγελιών και βολιδοσκόπησης πεδίου και προθέσεων δεν λογίζεται μέρος της ουσιαστικής διαδικασίας. Πέρα από το θόρυβο και τις εντυπώσεις, τα δεδομένα είναι μέχρι στιγμής τα ακόλουθα:

α) η διεθνής επιστημονική και πολιτική κοινότητα (πλην Γερμανίας και δορυφόρων της) ομονοεί ότι η «σκέτη λιτότητα» δεν μπορεί να οδηγήσει σε ανόρθωση και ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να πιεστεί άλλο,

β) η ελληνική κυβέρνηση στηρίζεται και στηρίζει το προεκλογικό της πρόγραμμα, αλλά είναι έτοιμη να προσαρμόσει τα μέσα της για να επιτύχει στρατηγικούς στόχους,

γ) η επιθυμία συμφωνίας είναι δεδομένη και από τις δύο πλευρές, όποιες και να είναι οι «κόκκινες γραμμές» που τίθενται ένθεν κακείθεν,

δ) τεχνικά ζητήματα, ιδίως όσον αφορά τη ρευστότητα, μένει να λυθούν και είναι επείγοντα, αλλά και σε αυτά υπάρχει πεδίο συνεννόησης, ακόμα και με λύσεις "out of the box" (αλλά εντός κοινού πλαισίου).

Με βάση αυτά, είναι λογικό να περιμένει κανείς ότι θα βρεθεί λύση –σχετικά σύντομα (ήδη η χθεσινή παρέμβαση Ντράγκι καθιστά καθοριστικό το Eurogroup της ερχόμενης εβδομάδας) και προς το κοινό συμφέρον (αφού αυτό τουλάχιστον, ότι δηλαδή κανέναν δεν συμφέρει και κανείς δεν επιθυμεί εκτροχιασμό, μοιάζει να αποτελεί μια κατάκτηση τούτης της δύσκολης βδομάδας).

Ποια ακριβώς θα είναι η λύση είναι δύσκολο να προκαθοριστεί. Αλλά αυτό έχει λιγότερη (χρηματιστηριακή τουλάχιστον) σημασία από το γεγονός ότι την -όποια- συμφωνία θα ακολουθήσει με βεβαιότητα η ομαλοποίηση (πολιτική και οικονομική) και η ομαλοποίηση θα φέρει πιθανότατα ανάκαμψη, αφού η ελκυστικότητα της ελληνικής οικονομίας, και ιδίως της ελληνικής κεφαλαιαγοράς, συνεχίζει να είναι σημαντική, λόγω κρίσης, λόγω θέσης και λόγω δυνατοτήτων: αρκεί να σκεφτούμε, και εμείς και οι ξένοι επενδυτές, τη ναυτιλία, την ενέργεια, τις ελληνικές start-ups, ακόμα και τις ελληνικές ανακεφαλαιοποιημένες και υπό διεθνή εποπτεία τράπεζες. Το ζήτημα λοιπόν είναι η διατήρηση όρθιας και έτοιμης της ελληνικής κεφαλαιαγοράς για την ώρα της ανάκαμψης, δηλαδή για το όχι πολύ μακρινό, εφόσον επέλθει συμφωνία, μέλλον.

Πόσο μάλλον που οι κεφαλαιαγορές γενικότερα, ως διεθνής τάση, βγαίνουν ενισχυμένες από τον αγώνα κατά της κρίσης. Αυτό είναι το τρίτο επίπεδο και το τρίτο μήνυμα: η επόμενη μέρα της ελληνικής οικονομίας οπωσδήποτε θα περάσει σε μεγαλύτερο βαθμό μέσα από την αγορά κεφαλαίων, άρα θα επηρεάσει θετικά –και μάλιστα με μακροπρόθεσμη προοπτική- το ελληνικό Χρηματιστήριο. Σε συνδυασμό μάλιστα, και προς την ίδια κατεύθυνση, με το «αναπτυξιακό σχέδιο Γιούνκερ» και με τη «νομισματική χαλάρωση Ντράγκι».

Στον απόηχο της ελληνικής «μάχης», αλλά σε ευθεία γραμμή με τις εξαγγελίες της νέας Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του Προέδρου της, προετοιμάζεται ήδη εντατικά η «Κοινή Αγορά των Ευρωπαϊκών Κεφαλαίων» (Capital Markets Union). Ένα πολύ φιλόδοξο αλλά και πολύ πρακτικό σχέδιο εξισορρόπησης των πηγών άντλησης κεφαλαίων, με μετακίνηση από την κατά 75% «τραπεζοκεντρική» σήμερα στην Ευρώπη χρηματοδότηση σε μια πολύ μεγαλύτερη συμμετοχή των αγορών κεφαλαίου, μέσω εναρμόνισης κανόνων, άρσης εμποδίων, εφαρμογής κινήτρων και ανάληψης πρωτοβουλιών. Στο ήδη εποπτικά πιο προστατευτικό για επενδυτές, μετόχους και πολίτες τοπίο μετά το «ρυθμιστικό τσουνάμι» που ολοκλήρωσε η ελληνική Προεδρία του 2014 (Κανονισμοί MIFID, MAR, CSD, UCITS και AIFMAD, PRIPS, ELTIFS) –με αντίποδα βέβαια την αύξηση του κόστους και του γραφειοκρατικού βάρους για τις εταιρίες-, η ενιαία αγορά κεφαλαίων θα φέρει όχι μόνο διαφοροποίηση αλλά και ευκαιρίες.

Το τρένο της νέας ευρωπαϊκής οικονομίας θα περάσει από τις κεφαλαιαγορές. Έχουμε χρέος να περάσει και από την ελληνική κεφαλαιαγορά. Αυτό απαιτεί ψυχραιμία στα δύσκολα, παρουσία στις ομαλότερες εξελίξεις, διάθεση συμμετοχής και ιδέες για τη νέα εποχή. Οι όροι δανεισμού, που έχουν άμεσο αντίκτυπο στην ανάπτυξη, διαμορφώνονται τώρα, άρα είναι παράγοντας που πρέπει να ληφθεί υπόψη στη συζήτηση-διαπραγμάτευση. Τα εργαλεία των αγορών θα είναι σε μεγάλο βαθμό κοινά, όσο προχωρά η ένωση, όμως τίποτα δεν εμποδίζει την προσαρμογή στις ανάγκες κάθε χώρας: μήπως θα ήταν ευκαιρία, ιδίως όταν διοικεί μια Αριστερή κυβέρνηση, να σκεφτούμε τη δημιουργία ενός sovereign fund για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας;

Επίσης και κυρίως: οι κινήσεις στις χρηματαγορές εκφράζουν το διάχυτο «συναίσθημα» -των Αγορών και όσων μπορούν και έχουν συμφέρον να τις επηρεάσουν. Όμως, πίσω από τις μετοχές και τα ομόλογα, υπάρχουν –και θα συνεχίσουν να υπάρχουν- επιχειρήσεις και κράτη, δηλαδή άνθρωποι που αναπνέουν, δουλεύουν και έχουν δικαίωμα στην ελπίδα. Υπ' αυτή την έννοια, η ψυχραιμία σήμερα είναι η πόρτα για την αξιοπρέπεια του αύριο.

Η λέξη «πατριωτισμός» πρέπει να χρησιμοποιείται με ιδιαίτερη φειδώ, πιστεύω όμως πως ήρθε η ώρα της. Ισχύει, στο βαθμό που αναλογεί στον καθέναν, και για τους θεσμικούς παράγοντες και για τους πολίτες.

 

*Ο κ. Κώστας Μποτόπουλος είναι Πρόεδρος της Ελληνικής Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης Κεφαλαιαγορών.


Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v