Το πετρέλαιο… δεν φέρνει πάντα την ευτυχία!

Πώς οι Νορβηγοί εκμεταλλεύονται το πετρέλαιο πλουτίζοντας και μεριμνώντας για τις επόμενες γενιές, όταν στην επίσης πετρελαιοπαραγωγό Βενεζουέλα παρατηρούνται ελλείψεις βασικών αγαθών. Γράφει ο Δημήτρης Τζάνας.

  • Του Δημήτρη Τζάνα*
Το πετρέλαιο… δεν φέρνει πάντα την ευτυχία!

Τις τελευταίες μέρες πληροφορηθήκαμε ότι ο πληθωρισμός στη Βενεζουέλα εκτοξεύθηκε στο 64% σε ετήσια βάση, δηλαδή πάνω από 5% μηνιαίως! Τα ράφια στα supermarkets είναι άδεια καθώς υπάρχει σοβαρή έλλειψη προϊόντων, αφού η έλλειψη συναλλάγματος καθιστά αδύνατες τις εισαγωγές.

Ο Πρόεδρος Μαδούρο, δε, αποδίδει τις ελλείψεις βασικών αγαθών στον οικονομικό πόλεμο που έχουν εξαπολύσει οι αντίπαλοί του, ενώ αυτό είναι το αποτέλεσμα της κατάρρευσης των εσόδων από τις εξαγωγές πετρελαίου, του κυρίαρχου δηλαδή εξαγωγικού προϊόντος της χώρας (πάνω από 80%), εξαιτίας της μεγάλης υποχώρησης της τιμής του.

Παράλληλα, η χώρα αντιμετωπίζει το πετρέλαιο και τα παράγωγά του (τη βενζίνη κυρίως) ως είδη λαϊκής κατανάλωσης. Έτσι, διαθέτει τη βενζίνη στην ευτελιστική τιμή των 6 σεντς ανά γαλόνι δηλαδή 1,4 σεντ ανά λίτρο(!) επιτρέποντας τη διατήρηση του κόστους κίνησης των αυτοκινήτων σε εξαιρετικά χαμηλό επίπεδο.

Υπενθυμίζω ότι στη χώρα μας η βενζίνη πωλείται προς 1,30 ευρώ περίπου ανά λίτρο σήμερα στα πρατήρια με τα 2/3 της τιμής να είναι ειδικοί φόροι και λοιπές επιβαρύνσεις αποδιδόμενοι στο κράτος.

Πρόκειται για μια πολιτική που εφαρμόστηκε στη «δημοκρατικού σοσιαλισμού» οικονομία της χώρας της Λατινικής Αμερικής την περίοδο διακυβέρνησης από τον Ούγκο Τσάβες και συνεχίζεται από το διάδοχό του στην προεδρία μετά το 2013 Νίκολας Μαδούρο.

Ο βασικός πλουτοπαραγωγικός πόρος της χώρας, το πετρέλαιο, αποτέλεσε και αποτελεί το εργαλείο εφαρμογής μιας πολιτικής με μόνη στόχευση τη δυνατότητα κατανάλωσης από τον πληθυσμό σε οσοδήποτε μεγάλες ποσότητες επιθυμούσε. Δεν υπήρξε κανένας σχεδιασμός για την οργανική ένταξη των πετρελαιοειδών σε μια αναπτυξιακή στρατηγική με στόχο το μετασχηματισμό της οικονομίας που παρέμεινε υπανάπτυκτη, με τον καφέ και το κακάο να συμπληρώνουν τις εξαγωγές της χώρας.

Ούτε όμως εφαρμογή κάποιου ειδικού φόρου υιοθετήθηκε με στόχο την άντληση κάποιων δημοσιονομικών εσόδων που θα επέτρεπαν τη δημιουργία μιας δεξαμενής κεφαλαίων (ειδικό αποθεματικό), που θα μπορούσε να δαπανηθεί με στόχο τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης από το κράτος σε περιόδους οικονομικής ύφεσης.

Από την άλλη πλευρά, σε μια άλλη χώρα, τη Νορβηγία, με οικονομία της αγοράς και παρεμβατικό ρόλο του κράτους στα δρώμενα, που επίσης διαθέτει κοιτάσματα πετρελαίου, η διαχείριση είναι εντελώς διαφορετική. Η συμμετοχή του πετρελαίου στις εξαγωγές φτάνει το 35% περίπου καθώς προϊόντα αλιείας (βακαλάος κυρίως), διάφορα ορυκτά, είδη ξυλείας και υδροηλεκτρική ενέργεια κατέχουν σημαντικά ποσοστά συμμετοχής.

Η διάρθρωση της οικονομίας επιδιώκεται να είναι ισόρροπη και οι πόροι από τις πωλήσεις πετρελαιοειδών συμβάλλουν σε αυτό. Για το σκοπό αυτό εφαρμόζεται ειδικός φόρος στις τελικές τιμές των πετρελαιοειδών ώστε να αντλούνται σημαντικά δημοσιονομικά έσοδα. Μάλιστα, η τιμή της βενζίνης είναι από τις υψηλότερες διεθνώς (9,79 $ ανά γαλόνι ή 2,22 $ ανά λίτρο) ώστε να γίνεται ορθολογική χρήση στην κίνηση των ιδιωτικών αυτοκινήτων.

Η πιο εντυπωσιακή όμως ενέργεια των Νορβηγών είναι η από το 1990 σύσταση ενός sovereign wealth fund που αντλεί διαθέσιμα από τις εξαγωγές πετρελαίου με στόχο την επένδυσή τους σε κινητές αξίες (ομόλογα - μετοχές) σε όλο τον κόσμο. Φορέας διαχείρισης είναι το Norges Bank Investment Management, ενώ τα κέρδη του αποδίδονται στο νορβηγικό Υπουργείο Οικονομικών. Η επιτυχημένη διαχείριση έχει οδηγήσει στη γιγάντωση των υπό διαχείριση στοιχείων ενεργητικού που φτάνουν σήμερα στα 860 δισ.$, ενώ εκτιμάται ότι μέχρι το 2020 θα ξεπεράσουν το 1 τρισ. $!

Με τον τρόπο αυτό η παρούσα γενιά Νορβηγών μεθοδεύει τη συντήρηση του ανοδικού ρυθμού του κατά κεφαλήν εισοδήματος των πολιτών της, μεριμνώντας για τις επόμενες γενιές. Η διαχείριση του πλουτοπαραγωγικού πόρου που κατέχει η χώρα γίνεται με ορθολογισμό και αλληλεγγύη για τη διασφάλιση υψηλού βιοτικού επιπέδου για τις επόμενες γενιές! Έτσι, το κατά κεφαλήν εισόδημα σε όρους αγοραστικής δύναμης ήταν 52 χιλ. $ το 2011 όπως καταγράφει η σχετική λίστα του ΔΝΤ κατατάσσοντας τη χώρα στην 4η θέση, έναντι μόνο 12 χιλ. $ για τη Βενεζουέλα που κατατάσσεται στην 72η θέση.

Τελικά, η κατοχή ενός σημαντικού πλουτοπαραγωγικού πόρου δεν αποτελεί και ικανή προϋπόθεση για να είναι πλούσια μια χώρα. Η παραδοσιακή θεωρία της οικονομικής ανάπτυξης ευλόγως συσχετίζει τους συντελεστές παραγωγής (γη-πλουτοπαραγωγικοί πόροι, εργασία, κεφάλαιο, τεχνολογία, επιχειρηματικότητα) με την παραγωγή της χώρας. Οι εξαιρέσεις ωστόσο είναι πολλές, αφού η ορθολογική αξιοποίηση των συντελεστών παραγωγής απαιτεί και άλλες προϋποθέσεις, όπως η εφαρμογή των κατάλληλων θεσμών (πολιτικοί, κοινωνικοί, πολιτιστικοί).

Δεν είναι δε τυχαίο ότι δύο σημαντικοί σύγχρονοι οικονομολόγοι, οι Ντάρον Ατζέμογλου και Τζέιμς Ρόμπινσον τονίζουν στο έργο τους «Γιατί αποτυγχάνουν τα Έθνη» το ρόλο των θεσμών που συνιστούν τη βάση για την οικονομική επιτυχία ή αποτυχία, παραθέτοντας εντυπωσιακά ιστορικά τεκμήρια.

Έτσι, δεν είναι παράδοξο που οι πολίτες μιας χώρας μέλους του OPEC, της Βενεζουέλας, αντιμετωπίζουν το φάσμα της πείνας και της έλλειψης ακόμη και των πιο βασικών ειδών, καθώς οι κυβερνήσεις της διαχειρίστηκαν με άκρατο λαϊκισμό τον πλούτο της χώρας (δεν είναι άλλωστε η μόνη!). Σε αντιδιαστολή με τη Νορβηγία που διαχειρίζεται υποδειγματικά τα δικά της πετρελαϊκά κοιτάσματα, με το βλέμμα στραμμένο και στις ανάγκες των επομένων γενεών.

 

• Ο Δημήτρης Τζάνας είναι Οικονομολόγος.

 


Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v