Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις αποτελούν τη ραχοκοκαλιά των περισσότερων οικονομιών του ευρωπαϊκού Νότου, και είναι αυτές που κατά τη διάρκεια της κρίσης έχουν κυρίως δει το κόστος δανεισμού τους να αυξάνεται σε δυσβάσταχτα επίπεδα.
Οι διαστάσεις και οι επιπτώσεις της πιστωτικής ασφυξίας είναι τόσο σοβαρές ώστε να αποτελεί πλέον προτεραιότητα για τις ευρωπαϊκές αρχές η εύρεση λύσεων εναλλακτικών μορφών χρηματοδότησης.
Τον Οκτώβριο του 2012, η κυβέρνηση Monti, θέλοντας να βοηθήσει τις μικρές -μη εισηγμένες- εταιρείες να αποκτήσουν πρόσβαση στις ομολογιακές αγορές, πέρασε μια συνολική δέσμη μέτρων που παρείχε κίνητρα για έκδοση ομολογιών. Η βασική αρχή ήταν η μείωση του φορολογικού κόστους που σχετίζεται με τον ομολογιακό δανεισμό.
Ακολούθως, σήμερα, οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες σχεδιάζουν ή εφαρμόζουν παρόμοιες πολιτικές, ώστε να βοηθήσουν και να καθοδηγήσουν τις επιχειρήσεις τους προς τις οργανωμένες ομολογιακές εκδόσεις.
Η Ισπανία είναι κοντά στην έναρξη νέας εναλλακτικής αγοράς τίτλων σταθερού εισοδήματος (Mercado Alternativo Renta fija), για να βοηθήσει τις επιχειρήσεις με ετήσιο τζίρο κάτω από €100 εκατ. να εκδώσουν ομολογίες, ενώ ακόμη και στη Γερμανία, τα περισσότερα τοπικά χρηματιστήρια (Στουτγάρδης, Αμβούργου, Μονάχου κ.ά.) λειτουργούν ειδικές πλατφόρμες ομολόγων για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, με εκδόσεις που κυμαίνονται στο εύρος των €25 - €100 εκατ.
Η δε Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα επεξεργάζεται σχέδιο παρέμβασης στην ευρωπαϊκή αγορά μικρομεσαίων δανείων με δομή παρόμοια με τα καλυμμένα ομόλογα.
Στην Ελλάδα, βρισκόμαστε μπροστά σε μία περίοδο «τέλειας πλανητικής ευθυγράμμισης», για να δοκιμάσουμε τον «απογαλακτισμό» από την τραπεζική χρηματοδότηση.
Η χρονική συγκυρία είναι κατάλληλη από πολλές απόψεις.
Είναι κατανοητό ότι ακόμη και μετά την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών οι υψηλές κεφαλαιακές υποχρεώσεις για την αντιμετώπιση επισφαλών δανείων και το κόστος χρηματοδότησης μετριάζουν τις προσδοκίες για άμεση και αποτελεσματική παροχή ρευστότητας στην αγορά.
Ταυτόχρονα, έχει ξεκινήσει η αποκλιμάκωση των επιτοκίων καταθέσεων, που αποτελεί προϋπόθεση για την υποχώρηση του κόστους χρήματος. Η υποχώρηση των επιτοκίων δημιουργεί για τους καταθέτες την άμεση ανάγκη αναπλήρωσης του επιτοκιακού τους εισοδήματος.
Η σχετική αναζήτηση λύσεων θα περάσει και από τον χώρο των ελληνικών ομολογιακών αξιών, στον οποίο κυριαρχούν τα χαρακτηριστικά της υψηλής απόδοσης και της εξοικείωσης του Έλληνα επενδυτή με το όνομα και τις δραστηριότητες του εκδότη.
Στις αρχές του έτους πήραμε τα πρώτα δείγματα της εγχώριας ζήτησης από την υποδοχή που είχαν οι πρώτες εκδόσεις-αναχρηματοδοτήσεις του Τιτάν και του ΟΤΕ. Αναμφίβολα, όμως, η δυναμική έγινε πιο έκδηλη στην πρόσφατη έκδοση των Ελληνικών Πετρελαίων, όπου η εταιρεία αρχικά ζητούσε 250 έως 400 εκατ. ευρώ και τελικά, λόγω της μεγάλης ζήτησης (3,5 δισ. προεγγραφές), αύξησε το ύψος έκδοσης στα €500 εκατ.
Οι προαναφερόμενες φετινές νέες ομολογιακές εκδόσεις ήταν της τάξεως των €250 εκατ. – €700 εκατ. και σε μεγάλο βαθμό απευθύνθηκαν και καλύφθηκαν και από κεφάλαια του εξωτερικού. Το γεγονός αυτό είναι ικανοποιητικό και ελπιδοφόρο αφού πιστοποιεί την αναστροφή του επενδυτικού κλίματος για τη χώρα, αλλά δύσκολα θα μπορούσε να επαναληφθεί, εάν επρόκειτο για μικρές εκδόσεις και πολύ περισσότερο εάν επρόκειτο για μη εισηγμένες ελληνικές εταιρείες.
Καθώς δε είναι ιδιωτικές τοποθετήσεις (χωρίς την υποχρέωση έκδοσης ενημερωτικού δελτίου), οι συγκεκριμένες εκδόσεις είχαν πολύ υψηλό ελάχιστο ποσό επένδυσης (€100,000), περιορίζοντας αρκετά τον αριθμό των εγχώριων δυνητικών επενδυτών.
Η πραγματική πρόκληση, όμως, θα είναι η διεύρυνση του «εργαλείου» ομολογιακών εκδόσεων για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Για άλλη μία φορά δεν χρειάζεται να... ανακαλύψουμε τον τροχό. Απαιτείται απλώς να υιοθετήσουμε το ταχύτερο δυνατό τις πρακτικές των άλλων χωρών. Δηλαδή, να προχωρήσουμε στην εισαγωγή του απαραίτητου θεσμικού πλαισίου που θα επιτρέψει τη λειτουργία οργανωμένης αγοράς διαπραγμάτευσης μικρομεσαίων ομολόγων, που θα εγγυάται τη διαφάνεια και τη ρευστότητα η οποία είναι απαραίτητη για τέτοια αγορά.
Η σημασία της διεύρυνσης της ελληνικής ομολογιακής αγοράς επισημάνθηκε από την Τράπεζα της Ελλάδος (Έκθεση για τη Νομισματική Πολιτική 2012-2013) που χαρακτήρισε επιτακτική ανάγκη την αξιοποίηση της αγοράς εταιρικών ομολόγων, ώστε και να αξιοποιηθούν εναλλακτικοί του τραπεζικού δανεισμού τρόποι χρηματοδότησης της οικονομίας.
Βασικός συντελεστής της επιτυχίας είναι η ύπαρξη των σωστών κινήτρων, που σε αυτήν την περίπτωση σημαίνει κατά βάση να υπάρχει ένα πλαίσιο που προσφέρει φορολογικά κίνητρα στον εκδότη αλλά και στον επενδυτή. Αποτελεί αναγκαία και βασική προϋπόθεση η εξαίρεση των επενδυτών σε νέα ελληνικά εταιρικά ομόλογα από τις διατάξεις του Νόμου 4051/2012, που εξειδικεύονται από την ΠΟΛ 1102/135 (φόρος υπεραξίας ομολόγων).
Η καταγεγραμμένη ύπαρξη ελληνικού επενδυτικού ενδιαφέροντος από μόνη της δεν αρκεί για να δημιουργηθεί ένας σύγχρονος μηχανισμός άντλησης ρευστότητας. Χρειάζονται απαραίτητες θεσμικές παρεμβάσεις που θα επιτρέψουν και θα βοηθήσουν τους άμεσα εμπλεκομένους (εταιρείες, επενδυτές, μεσολαβητές) να λειτουργήσουν οργανωμένα για το κοινό τους όφελος.
*Επικεφαλής Personal Banking της Νέας Proton Bank.
*Συμφωνείτε ή διαφωνείτε με τον αρθρογράφο;
Τι γνώμη έχετε;To Εuro2day.gr ενθαρρύνει τον διάλογο και την έκφραση απόψεων από τους αναγνώστες. Σχολιάστε το άρθρο και πείτε την άποψή σας δημόσια για όσα συμβαίνουν και μας αφορούν όλους. Αν θεωρείτε το άρθρο σημαντικό, διαδώστε το με τα εργαλεία κοινωνικής δικτύωσης.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.