Πρώτα απ’ όλα μια ματιά στο μακρινό και εν μέρει άγνωστο παρελθόν. Flashback, που λένε.
Η Γαλλία, η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία της ευρωζώνης, ανήκει στην πρώτη κατηγορία χωρών της ΕΕ οι οποίες μπήκαν στην ΟΝΕ το 1999 με κριτήριο την εκπλήρωση των ονομαστικών κριτηρίων σύγκλισης του Μάαστριχτ, τα οποία βασίσθηκαν στα δημοσιονομικά στοιχεία του 1997.
Η μεγάλη πλειοψηφία ίσως δεν το θυμάται αλλά η Γαλλία έκανε χρήση ενός λογιστικού τρικ για να εκπληρώσει το κριτήριο για το έλλειμμα του κρατικού προϋπολογισμού και να εμφανίσει έλλειμμα μικρότερο από 3% του ΑΕΠ το 1997.
Πιο συγκεκριμένα, η Γαλλία ανέλαβε τις υποχρεώσεις του συνταξιοδοτικού προγράμματος της κύριας (εκείνη την εποχή) εταιρείας τηλεπικοινωνιών France Telecom. Ως αντάλλαγμα έλαβε πληρωμή 5,7 δισ. ευρώ ή 0,5% του ΑΕΠ, ικανοποιώντας το δημοσιονομικό κριτήριο του Μάαστριχτ. Κανένας δεν αντέδρασε και το θέμα ξεχάσθηκε.
Για την ιστορία, η Γαλλία γλυκάθηκε και το επανέλαβε το 2005, όταν ανέλαβε τις συνταξιοδοτικές υποχρεώσεις των εταιρειών Electricite de France και Gaz de France αντί εμπροσθοβαρούς πληρωμής 8,6 δισ. ευρώ ή 0,5% του ΑΕΠ.
Από την άλλη πλευρά, η Ελλάδα μπήκε στη ζώνη του ευρώ το 2001, ικανοποιώντας τα κριτήρια του Μάαστριχτ με βάση τα στοιχεία του 1999. Εκ των υστέρων, το 2004, με πρωτοβουλία της νέας κυβέρνησης της ΝΔ άλλαξε ο λογιστικός τρόπος καταγραφής των εξοπλιστικών δαπανών και βρέθηκε η χώρα να είχε έλλειμμα μεγαλύτερο από 3% του ΑΕΠ το 1999, παραβιάζοντας το κριτήριο του Μάαστριχτ. Έτσι, ξεκίνησε η εποχή των Greek statistics όπως έγιναν παγκοσμίως γνωστά το 2010.
Ας έλθουμε στη σημερινή εποχή. Η Γαλλία παράγει δημοσιονομικά ελλείμματα -το φετινό εκτιμάται ότι θα ανέλθει στο 6% του ΑΕΠ- και ο λόγος δημοσίου χρέους προς το ΑΕΠ εκτιμάται ότι θα ανέλθει στο 111,6%. Ακόμη χειρότερο, η χώρα έχει μια εύθραυστη κυβέρνηση και δεν θεωρείται πιθανή η μείωση του κρατικού ελλείμματος κάτω από το 3% του ΑΕΠ πριν από το 2007 το νωρίτερο αλλά μάλλον πάει για αργότερα, αυξάνοντας ακόμη περισσότερο το χρέος.
Η ανοδική τροχιά του γαλλικού δημοσίου χρέους και οι δημοσιονομικές προοπτικές της χώρας εξηγούν γιατί οι αγορές ομολόγων έχουν αυξήσει το κόστος δανεισμού της. Από την άλλη πλευρά, το επιτόκιο δανεισμού της Ελλάδας έχει βελτιωθεί λόγω των προσδοκιών που υπάρχουν για δημοσιονομική πειθαρχία και ταχεία αποκλιμάκωση του χρέους τα επόμενα χρόνια.
Δεν είναι τυχαίο ότι η απόδοση του 10ετούς γαλλικού κρατικού ομολόγου βρισκόταν στο 2,87% περίπου χθες έναντι 3,116% του 10ετούς ελληνικού τίτλου, ο οποίος χρεοκόπησε πρακτικά 12 χρόνια πριν. Η συρρίκνωση της διαφοράς απόδοσης (spread) μεταξύ των δυο χωρών στη 10ετία εντυπωσιάζει. Όμως, ακόμη πιο εντυπωσιακό είναι το γεγονός ότι η απόδοση του 5ετούς γαλλικού ομολόγου είναι στο 2,38% και είναι υψηλότερη από το αντίστοιχο ελληνικό, που βρίσκεται στο 2,365%.
Ήδη, η Citi εκτιμά ότι το κόστος δανεισμού της Ελλάδας θα είναι μικρότερο σε σχέση με της Γαλλίας προς το τέλος του 2025.
Κι όλα αυτά παρότι η πιστοληπτική διαβάθμιση της Γαλλίας είναι «ΑΑ-» και επομένως πολύ υψηλότερη από εκείνη της Ελλάδας που βρίσκεται στο «ΒΒΒ-», δηλαδή λίγο πάνω από την επενδυτική βαθμίδα και κάτω από αυτή για τη Moody’s.
Φυσικά, το δημόσιο χρέος της Ελλάδας θα παραμείνει σε πολύ υψηλότερα επίπεδα σε σχέση με της Γαλλίας, παρά τη σχεδιαζόμενη μείωσή του στο 132%-134% του ΑΕΠ το 2028. Επίσης, η Γαλλία έχει μικρότερο δημογραφικό πρόβλημα σε σχέση με της Ελλάδας.
Πού θα βγάλουν όλα αυτά σε 3-4 χρόνια; Δεν είναι σίγουρο. Προς το παρόν πάντως, οι φτωχοί συγγενείς κερδίζουν σε εντυπώσεις και ουσία χωρίς λογιστικά κόλπα.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.