Δεν είναι η καλύτερη περίοδος για τη χώρα, παρότι τα νούμερα από τον τουρισμό και τον ρυθμό ανάπτυξης είναι αρκετά ενθαρρυντικά. Από την άλλη πλευρά, οι τιμές σε πολλά αγαθά στα σουπερμάρκετ έχουν πάρει την ανηφόρα, όπως και οι λογαριασμοί του ρεύματος και της θέρμανσης.
Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, τα κρούσματα από κορωνοϊό χτυπάνε κόκκινο ενώ ο αριθμός των θυμάτων παραμένει εξαιρετικά υψηλός σε ημερήσια βάση κι ακόμη δεν έχει έλθει ο χειμώνας.
Απέναντι σ’ αυτό το μίζερο σκηνικό, αξίζει να αναδείξουμε μια θετική εξέλιξη των επόμενων χρόνων. Πρόκειται για κάτι που έχει διαφύγει της προσοχής των επίσημων πιστωτών της χώρας και γι’ αυτό δεν έχει συμπεριληφθεί στις εκτιμήσεις του μεσοπρόθεσμου πλαισίου δημοσιονομικής στρατηγικής 2022-2025 της Ελλάδας.
Ως γνωστόν, οι εκτιμήσεις θέλουν τη χώρα να πληρώνει κάπου 5,5 δισ. ευρώ ετησίως τα επόμενα χρόνια για τόκους στο δημόσιο χρέος. Το ποσό προσδιορίζει το ύψος των πρωτογενών πλεονασμάτων που πρέπει να έχει για να μη δημιουργεί νέο χρέος.
Αν αυτό συμβαίνει, το χρέος που λήγει κάθε χρόνο αναχρηματοδοτείται από τις αγορές και η οικονομία αναπτύσσεται, π.χ. το ονομαστικό ΑΕΠ κατά 3%-6%, ο λόγος δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ θα μειώνεται και η υπερχρέωση θα μειώνεται.
Ποια είναι η «άγνωστη» θετική εξέλιξη; Οι τόκοι αναμένεται να αρχίσουν να μειώνονται κατά 300-400 εκατ. ευρώ τη διετία 2022-2023 και πολύ περισσότερο, έως 700 εκατ. ευρώ, ενδεχομένως, την περίοδο 2023-2028.
Η εξοικονόμηση των τόκων προκύπτει από τρεις πηγές. Πρώτον, παλιά παράγωγα (swaps) που είχαν δημιουργηθεί πριν από τα μνημόνια. Η Ελλάδα πληρώνει ακόμη 350-400 εκατ. ευρώ ετησίως, παρότι τα υποκείμενα ομόλογα για τα οποία είχαν συναφθεί δεν υπάρχουν. Προτιμούσε να πληρώνει ετησίως το ανωτέρω ποσό παρά να τα κλείσει και να πληρώσει ένα μεγάλο ποσό εφάπαξ. Αυτά λήγουν το 2023 και το 2024 και το ανωτέρω ποσό σε τόκους εξοικονομείται.
Δεύτερον, η χώρα είχε προπληρώσει κάπου 1,5 δισ. ευρώ όταν σύναπτε παράγωγα για να μετατρέψει σε σταθερό από κυμαινόμενο το επιτόκιο των διακρατικών δανείων του 1ου μνημονίου (GLF), ονομαστικής αξίας 52,9 δισ. ευρώ, τότε. Από το 2024 και για τα επόμενα 5-6 χρόνια, δεν θα πληρώνει 250-300 εκατ. ευρώ ετησίως.
Τρίτον, από το 2022 αρχίζουν να λήγουν παλιά ομόλογα που φέρουν κουπόνι 4%-4,5% κατά μέσο όρο. Αν τα νέα χρεόγραφα που θα εκδίδονται για να τα αναχρηματοδοτήσουν, έχουν χαμηλότερο κουπόνι, π.χ. 2%-3%, η διαφορά θα εξοικονομείται και οι τόκοι θα μειώνονται. Σ’ ένα ποσό 10 δισ. ευρώ, η εξοικονόμηση φτάνει ενδεχομένως τα 150 με 250 εκατ. ευρώ, αν δεν αλλάξουν δραματικά τα δεδομένα στις αγορές.
Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι δημιουργείται μεγαλύτερος δημοσιονομικός χώρος, που μπορεί να χρησιμοποιηθεί είτε για την ταχύτερη αποκλιμάκωση του δημόσιου χρέους είτε για δημοσιονομική ώθηση στην οικονομία. Η εξοικονόμηση τόκων ισοδυναμεί με το 1/3 περίπου του ΕΝΦΙΑ ή τον εναπομείναντα φόρο αλληλεγγύης που πληρώνουν συνταξιούχοι και δημόσιοι υπάλληλοι.
Πρόκειται για μια θετική εξέλιξη, που μας περιμένει τα επόμενα χρόνια και στην οποία αξίζει να αναφερθούμε σ’ ένα επιβαρυμένο περιβάλλον, όπως το σημερινό, από την πανδημία και την ακρίβεια.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.