Η υπερχρέωση είναι μεγάλο, ίσως το μεγαλύτερο πρόβλημα της Ελλάδας τις επόμενες δεκαετίες καθώς θα πρέπει να διαθέτει αυξανόμενους πόρους για τοκοχρεολύσια, περιορίζοντας τον βαθμό δημοσιονομικής ευελιξίας.
Ομως, εξίσου σημαντικό πρόβλημα είναι η γήρανση του ελληνικού πληθυσμού, που είναι συνδυασμός παραγόντων. Από τη μια πλευρά, ο κόσμος ζει περισσότερο σε γενικές γραμμές και από την άλλη, κάνει λιγότερα παιδιά. Πολλοί νέοι ζουν με τις γονείς τους και όταν γίνονται 30 ετών και πλέον και δεν αποφασίζουν να φτιάξουν τις δικές τους οικογένειες, για οικονομικούς, κυρίως, λόγους.
Ολοι γνωρίζουμε πόσο υψηλό διαχρονικά είναι το ποσοστό ανεργίας στους νέους, την έλλειψη επαρκούς ευλυγισίας της αγοράς εργασίας με τις περιορισμένες ευκαιρίες επαγγελματικής ανέλιξης, την ανεπάρκεια στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας σε τομείς αιχμής και την υπερπροσφορά αποφοίτων πανεπιστημίου σε ορισμένους κλάδους. Τουλάχιστον, κάποιοι από τους τελευταίους, π.χ. γιατροί, βρίσκουν διέξοδο στο εξωτερικό, άλλοι όμως, π.χ. δικηγόροι, όχι.
Για τη σταθερή ανανέωση των γενεών λείπουν πάνω από 1 εκατ. νέοι μετά από γενεές υπογεννητικότητας καθώς σε κάθε γυναίκα αντιστοιχούν κάπου 1,2 παιδιά, έναντι άνω των 2,1 στα τέλη της δεκαετίας του 1970.
Εχουμε φθάσει λοιπόν στο σημείο, οι θάνατοι να είναι περισσότεροι από τις γεννήσεις από το 2011 κατά 4.500 και πλέον και το χάσμα να διευρύνεται καθώς τα χρόνια περνούν, με αποτέλεσμα να ξεπεράσει τις 45.000 πέρυσι.
Από τις αρχές της δεκαετίας του 1950 μέχρι σήμερα, το ποσοστό των ηλικιωμένων πάνω από τα 65 ως ποσοστό του πληθυσμού έχει υπερτριπλασιασθεί στο 22% από 7% περίπου. Δεν εκπλήσσει λοιπόν που ο πληθυσμός συρρικνώνεται και εκτιμάται κοντά στα 10,7 εκατ. Από 11 εκατ. και πλέον το 2011.
Το πρόβλημα που δημιουργεί η γήρανση του πληθυσμού στο σύστημα κοινωνικής ασφάλισης είναι καταγεγραμμένο. Στα μέσα του '80, οι πρώτες μεγάλες ομάδες που ήθελαν σύνταξη αφίχθηκαν ενώ τα αποθεματικά των προηγούμενων δεκαετιών είχαν κατασπαταληθεί. Οι μετανάστες και οι νεοεισερχόμενοι σε καθεστώς συνταξιοδότησης το 2000 από τη δεκαετία του 1940 (που ήταν λίγοι λόγω κακουχιών, πολέμων κ.λπ.) έσωσαν την παρτίδα.
Δεν συνέβη όμως το ίδιο το 2009, που το εγχώριο εργατικό δυναμικό άρχισε να υποχωρεί λόγω της υπογεννητικότητας των προηγούμενων δεκαετιών. Επομένως, κάτι θα πρέπει να γίνει σε πολλαπλά επίπεδα για το δημογραφικό, με μακροχρόνιο σχεδιασμό και την ευρύτερη δυνατόν πολιτική συναίνεση.
Ισως θα έπρεπε να γίνει μια έρευνα και καταγραφή των καλύτερων και πιο αποτελεσματικών πρακτικών άλλων κρατών και εν συνεχεία η εξειδίκευσή τους για την Ελλάδα. Με αυτά τα δεδομένα, μια διακοινοβουλευτική επιτροπή θα μπορούσε να τα προτεραιοποιήσει και η εκάστοτε κυβέρνηση να τα υλοποιεί, λαμβάνοντας υπόψη τα δημοσιονομικά περιθώρια της χώρας.
Η επιστροφή των νέων που έφυγαν τα χρόνια της κρίσης θα πρέπει να είναι ασφαλώς προτεραιότητα. Αυτό σημαίνει επενδύσεις και δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, μαζί με αξιοκρατία, που ακουμπά ευαίσθητες χορδές του ελληνικού, κομματικού, παρεοκρατικού συστήματος.
Η επιλεκτική μετανάστευση θα μπορούσε επίσης να βοηθήσει. Οχι, όμως η μαζική μετανάστευση ανειδίκευτων οικονομικών μεταναστών που έχουν άλλη κουλτούρα και πίστη. Για όσους το ξεχνούν, η θρησκεία είναι πίστη και κουλτούρα μαζί. Αναμφισβήτητα, κάποιους θα πρέπει να τους υποδεχτούμε για ανθρωπιστικούς λόγους και να τους εντάξουμε.
Αν όμως θέλουμε να επιλύσουμε εν μέρει το δημογραφικό μέσω μετανάστευσης, θα ήταν πολύ προτιμότερο αυτό να γίνει με άτομα ελληνικής καταγωγής από πολλές χώρες του εξωτερικού που θέλουν να έλθουν στην Ελλάδα.
Δεν κομίζουμε γλαύκα εις Αθήνας με το δημογραφικό. Ομως, συνεχίζει να είναι μια βραδυφλεγής φλόγα στα θεμέλια της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας και πρέπει να αφοπλισθεί με μακροχρόνιο σχέδιο.
Προς το παρόν, αυτό που έχουμε δει είναι κάποιες μεμονωμένες πρωτοβουλίες και μέτρα.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.