«We are caught in a trap, I can’t walk out because I love you too much baby…» έλεγε το τραγούδι του Ελβις Πρίσλεϊ που βρέθηκε στη κορυφή των record charts το μακρινό 1969. Το τραγούδι αναφέρεται σ’ έναν έρωτα που δεν μπορεί να ολοκληρωθεί, αλλά από τον οποίο οι εμπλεκόμενοι δεν μπορούν να ξεφύγουν. Μερικοί θεωρούν πως είναι ένας καλός τρόπος για να περιγράψει κάποιος τη σχέση μας με το δημόσιο χρέος και γι’ αυτό το δανεισθήκαμε. Μας αρέσει να δαπανά το κράτος λεφτά για την υγεία, την παιδεία, τους ανέργους κ.λπ., αλλά γνωρίζουμε κατά βάθος ότι αυτό δεν μπορεί να συνεχισθεί επί μακρόν.
Σε δημοκρατικές πολιτείες είναι εξαιρετικά δύσκολο να μειωθούν οι δαπάνες ή/και να αυξηθούν οι φόροι για να παραχθούν τα πρωτογενή πλεονάσματα που αντιστρέφουν την αύξηση του χρέους. Αντίθετα, το χρέος συνήθως αυξάνεται και μαζί του το ποσό που πληρώνουμε για τόκους, με αποτέλεσμα να μένουν λιγότεροι πόροι για παραγωγικούς σκοπούς. Επιπλέον, συνήθως, το επιπρόσθετο χρέος χρηματοδοτεί καταναλωτικές ανάγκες και όχι παραγωγικές επενδύσεις, δηλ. γίνεται λιγότερο παραγωγικό. Όλα αυτά συμπιέζουν τον ρυθμό ανάπτυξης, δημιουργώντας την ανάγκη για μεγαλύτερες κρατικές δαπάνες και περισσότερο χρέος σ’ έναν κύκλο χωρίς τέλος προς το παρόν. Όμως, το τέλος θα έλθει. Απλά, δεν ξέρουμε τι μορφή θα πάρει.
Ασφαλώς, ο κόσμος δεν είναι συμμετρικός. Στη Δύση, η ΕΚΤ, η Fed κ.λπ. εφαρμόζουν χαλαρή νομισματική πολιτική. Η κα Λαγκάρντ μάς είπε χθες πως ο πληθωρισμός μπορεί να υπερβεί το 2% χωρίς η ΕΚΤ να αναλάβει δράση. Εν τω μεταξύ, οι αποδόσεις των ομολόγων υποχωρούν καθώς εντείνονται οι αμφιβολίες για την ισχύ της οικονομικής ανάκαμψης και οι τιμές των μετοχών υποχωρούν. Όμως, σε μεγάλες αναδυόμενες αγορές, η κατάσταση δεν είναι ίδια. Η κεντρική τράπεζα της Ρωσίας έχει αυξήσει το βασικό επιτόκιο τρεις φορές στο 5,25% και οι κεντρικές τράπεζες της Βραζιλίας και πλέον του Μεξικού έχουν κάνει το ίδιο για τους δικούς τους λόγους.
Στην Ελλάδα, συνεχίζουμε να αισιοδοξούμε για υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, ποντάροντας στη διοχέτευση μέρους των αυξημένων καταθέσεων στην κατανάλωση και τα λεφτά του Ταμείου Ανάκαμψης. Ταυτόχρονα, χαιρόμαστε για τη διολίσθηση των αποδόσεων των ελληνικών ομολόγων, ενώ αδιαφορούμε για την πτώση του Χρηματιστηρίου Αθηνών.
Η στήλη δεν πιστεύει ότι η υπερχρεωμένη Ελλάδα θα μπορέσει να είναι η θετική εξαίρεση επί μακρόν, αν το διεθνές κλίμα χειροτερεύσει και τα αρνητικά σήματα που εκπέμπουν σήμερα τα ομόλογα για την παγκόσμια οικονομία επιβεβαιωθούν. Ιστορικά, οι μεγάλες υφέσεις έχουν συμπέσει με υψηλά επίπεδα χρέους, που χρησιμοποιήθηκαν για να χρηματοδοτήσουν τρέχουσες δαπάνες και όχι επενδύσεις. Επομένως, δεν είναι απλά το ύψος του χρέους που έχει σημασία αλλά και οι χρήσεις τις οποίες χρηματοδοτεί.
Είμαστε παγιδευμένοι. Όμως, η ελπίδα πεθαίνει τελευταία.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.