Στη τελευταία έκθεσή του για την ελληνική οικονομία, το ΔΝΤ επισημαίνει ότι ο αριθμός των ανθρώπων που απασχολούνται στο Δημόσιο πλησιάζει στα προ κρίσης επίπεδα. Είναι προφανώς απόρροια των κάθε είδους προλήψεων που έχουν γίνει από τότε που ξελάσκαρε η επιτήρηση της ελληνικής οικονομίας από τους θεσμούς. Κανείς δεν θα έπρεπε να είχε αντίρρηση, αν κάλυπταν πραγματικές ανάγκες. Όμως, στην πλειονότητα των περιπτώσεων αυτό δεν συμβαίνει, σε μια εποχή που η ψηφιοποίηση καθιστά περιττές πολλές θέσεις εργασίας.
Όλα αυτά είναι απολύτως προβλέψιμα για όποιον γνωρίζει πώς λειτουργεί το ελληνικό πελατειακό σύστημα, με την ανταλλαγή ψήφων για ρουσφέτια. Όπως προβλέψιμη είναι κι η τελική κατάληξη. Η νέα χρεοκοπία. Το μόνο που δεν γνωρίζουμε, είναι πότε θα συμβεί. Αυτοί που είχαν περισσότερο ανάγκη την κρατική βοήθεια και υπέφεραν την περίοδο της πανδημίας δεν πήραν τίποτα, γιατί εργάζονται στην παραοικονομία. Από την άλλη πλευρά, εισέπραξαν αρκετά πολλοί που δεν τα είχαν ανάγκη και είδαν τις καταθέσεις τους να αβγατίζουν. Μερικοί από τους τελευταίους δείχνουν να έχουν εθιστεί στην κρατική βοήθεια.
Απαντώντας σε ερώτηση σχετικά με το ενδεχόμενο 4ου κύματος στην τηλεόραση του OPEN, ο υπουργός Ανάπτυξης κ. Γεωργιάδης τόνισε: «Έχει έρθει η ώρα να ωριμάσουμε. Δεν υπάρχουν άλλα λεφτά. Αν έρθει πανδημία τον χειμώνα, τελειώσαμε οικονομικά». Η δήλωση έχει κάποια λογική βάση αλλά δραματοποιεί την κατάσταση. Η χώρα έχει ένα μαξιλάρι ρευστότητας 30 δισ. ευρώ και άνω, που της επιτρέπει να ξοδέψει μερικά δισ. ευρώ σε περίπτωση ανάγκης. Επομένως, λεφτά υπάρχουν και αυτό οφείλεται εν πολλοίς στο πρόγραμμα δανεισμού που υλοποιείται. Αν όμως δαπανηθούν μερικά δισ. ευρώ επιπλέον, το πρωτογενές πλεόνασμα θα ξεπεράσει το 7% του ΑΕΠ και είναι λογικό να μην αρέσει σ’ αυτούς που μας δανείζουν. Κατά πόσο θα συνεχίσουν να το κάνουν χωρίς να ζητήσουν μεγαλύτερο επιτόκιο είναι ερώτημα. Το καλύτερο λοιπόν που θα είχε να κάνει η χώρα είναι να μην τους θέσει αυτό το δίλημμα.
Επειδή οι πολιτικοί, ανεξαρτήτως χρώματος, έχουν την τάση να δαπανούν περισσότερο κρατικό χρήμα για να μεγιστοποιήσουν το προσωπικό και κομματικό όφελός τους, ιδίως στην Ελλάδα, που το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού επικροτεί, το αντίδοτο είναι ένα. Να αυξηθεί ο αριθμός εκείνων που πληρώνουν φόρους εισοδήματος και χρηματοδοτούν τέτοιες δαπάνες. Μ’ αυτό τον τρόπο θα διευρυνθεί ο κύκλος των πολιτών που ενδιαφέρονται για τη χρήση των φόρων τους και ζητούν λογοδοσία. Είναι ο μόνος τρόπος για να μην υπάρξουν εξωτερικές παρεμβάσεις για την επιβολή δημοσιονομικής λιτότητας και να υπάρχει μεγαλύτερη ισορροπία μεταξύ δαπανών και φόρων στον προϋπολογισμό.
Όλοι οι μέθοδοι που οδηγούν σε διεύρυνση της φορολογικής βάσης με παράλληλη μείωση των φορολογικών συντελεστών είναι καλοδεχούμενοι. Όμως, δεν νομίζουμε ότι υπάρχει πιο δίκαιος τρόπος από τη δραματική αύξηση των ηλεκτρονικών συναλλαγών. Είναι κάτι που το μεγάλο κίνημα της φοροδιαφυγής στην Ελλάδα δεν επιθυμεί και αυτό εξηγεί γιατί οι αρμόδιοι φορείς κωλυσιεργούν κάθε φορά που πρόκειται να γίνει κάποιο μεγάλο βήμα.
Είναι χαρακτηριστικό ότι η διασύνδεση των ηλεκτρονικών ταμειακών μηχανών με τους κεντρικούς σέρβερ του κράτους που επρόκειτο να υλοποιηθεί τον Μάρτιο του 2020 πάει από αναβολή σε αναβολή, με διάφορα προσχήματα, π.χ. πανδημία. Κοντολογίς, η διεύρυνση των φορολογικής βάσης με σημαντική μείωση των φορολογικών συντελεστών είναι η εσωτερική απάντηση στην έφεση των πολιτικών για μεγαλύτερες κρατικές δαπάνες, ακόμη κι όταν είναι ξεκάθαρα σπατάλη. Όμως, δεν είμαστε αιθεροβάμονες για να πιστεύουμε ότι θα υλοποιηθεί στην Ελλάδα στο ορατό μέλλον.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.