Η σύγχρονη ιστορία του ελληνικού «καπιταλισμού» -κάποιοι τον αποκαλούν παρεοκρατικό- είναι γεμάτη από παραδείγματα επενδυτικών πρότζεκτ που επιχορηγήθηκαν από κοινοτικούς και εθνικούς πόρους αλλά αρκετά από τα λεφτά κατέληξαν στους τραπεζικούς λογαριασμούς των επενδυτών εντός κι εκτός Ελλάδος.
Δυστυχώς, πολλοί επιχειρηματίες στη χώρα μας έχουν μάθει να κάνουν επενδύσεις με τα λεφτά των άλλων, π.χ. καταθετών τραπεζών, φορολογούμενων και ΕΕ. Κοινώς, δεν βάζουν το χέρι στην τσέπη και συχνά συγχέουν τα ταμείο της εταιρείας με την προσωπική τους τσέπη. Με άλλα λόγια, δεν παίρνουν ρίσκο. Τραπεζίτες διηγούνται απίστευτες ιστορίες από την πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα.
Οι επιχορηγήσεις ως κίνητρο για την προσέλκυση ιδιωτικών επενδύσεων έχουν συνεισφέρει σ’ αυτή τη μόδα. Ταυτόχρονα, έχουν τροφοδοτήσει τη διαφθορά καθώς ουκ ολίγες φορές οι επιδοτούμενοι επιστρέφουν μέρος της επιχορήγησης στους πολιτικούς, στους τοπικούς άρχοντες ή/και στα κόμματα. Είτε επειδή υπήρχε συμφωνία είτε ως ένδειξη ευγνωμοσύνης. Συνήθως, οι επιχειρηματίες τούς ξεχνούν όταν εγκαταλείψουν την εξουσία. Αυτή είναι μια πραγματικότητα που δεν μπορεί να αγνοήσει κανείς και θα έπρεπε να είναι εις γνώση των κυβερνητικών στελεχών. Ιδίως εκείνων που εισηγήθηκαν την επιχορήγηση ιδιωτικών επενδύσεων με κεφάλαια του Ταμείου Ανάκαμψης. Εκτός κι αν ήταν εις γνώσιν, οπότε ο νους μας πάει αλλού.
Αναμφισβήτητα, η ελληνική οικονομία χρειάζεται μεγάλες και πολλές επενδύσεις φέτος και τα επόμενα χρόνια, αν θέλει να αναπτυχθεί με υψηλούς ρυθμούς μεσοπρόθεσμα, καλύπτοντας σε σημαντικό βαθμό το αποκαλούμενο επενδυτικό κενό των 100 δισ. ευρώ. Οι δημόσιες επενδύσεις δεν μπορούν να παίξουν αυτό τον ρόλο. Αφενός, λόγω του μικρού τους μεγέθους καθώς το υψηλό δημόσιο χρέος θέτει περιορισμούς στην άσκηση της δημοσιονομικής πολιτικής και αφετέρου, λόγω της περιορισμένης αποτελεσματικότητάς τους. Επομένως, το βάρος πέφτει στις ιδιωτικές επενδύσεις -εγχώριες και ξένες. Αναμφισβήτητα, η δημιουργία ενός φιλικού περιβάλλοντος είναι εκ των ων ουκ άνευ, σε μια χώρα που ο επενδυτής βρίσκει τόσα πολλά εμπόδια όπως πολυνομία, γραφειοκρατία, αργή απόδοση της δικαιοσύνης κ.λπ. Ιδίως, ο ξένος που ανακαλύπτει συχνά πως πρέπει να συνεργασθεί με ντόπιο ολιγάρχη για να ξεπεράσει τα εμπόδια.
Γι’ αυτό τον λόγο οι μεταρρυθμίσεις που διευκολύνουν τις επενδύσεις θα έπρεπε να προηγηθούν των χρημάτων του Ταμείου, όπως παρατήρησε ο διευθύνων σύμβουλος θυγατρικής μεγάλης ξένης εταιρείας στον κ. Αλεξ Πατέλη, σε γεύμα σε πρεσβευτική κατοικία. Είναι όμως επίσης φυσιολογικό να δοθούν κίνητρα, π.χ. αποσβέσεις, φορολογικά, για να γίνουν επενδύσεις. Όμως, σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει να δίνονται κρατικές επιχορηγήσεις (grants) για ιδιωτικές επενδύσεις. Είτε ο ιδιώτης επιχειρηματίας εκτιμά ότι τον συμφέρει και προχωρά στην επένδυση είτε όχι. Αν είναι να τον επιχορηγεί το κράτος για να του αυξήσει την εσωτερική απόδοση της επένδυσης, ας την κάνει το ίδιο.
Η επιχορήγηση ιδιωτικών επενδύσεων είναι μια κακή πρακτική και συνήθεια που τροφοδοτεί τη διαφθορά και θα έπρεπε να σταματήσει.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.