«Η ζωή και οι επενδύσεις είναι παιγνίδια που έχουν μεγάλη διάρκεια», είχε δηλώσει κάποτε ο Julian Robertson, 88 ετών σήμερα. Πρόκειται για τον Αμερικανό δισεκατομμυριούχο fund manager που έκλεισε το δικό του hedge fund, το Tiger Management, πριν πολλά χρόνια και ξεκίνησε να επενδύει σε επιθετικά Αμοιβαία Κεφάλαια που ίδρυσαν οι πρώην εργαζόμενοί του.
Ο Robertson, όπως κι άλλοι, δεν περίμεναν ότι θα ζούσαν σε μια εποχή που αρκετοί θα αναρωτιούνταν π.χ. γιατί δεν αγοράζεις το 10ετές αμερικανικό κρατικό ομόλογο, που δίνει απόδοση 1,6%, από τη στιγμή που το αντίστοιχο γερμανικό bund έχει αρνητική απόδοση 0,3%. Γιατί να μην αγοράζεις αμερικανικά εταιρικά ομόλογα των οποίων οι τιμές βρίσκονται στα ύψη, αλλά είναι πιο ελκυστικά σε σύγκριση με ευρωπαϊκά που έχουν αρνητικές αποδόσεις;
Για τον μέσο Έλληνα πολίτη που έχει κάποια λεφτά στην άκρη, οι επιλογές δεν είναι καλύτερες, ξεκινώντας από τα μηδενικά επιτόκια στις τραπεζικές καταθέσεις. Το ίδιο συμβαίνει με τα κρατικά ομόλογα ενώ μερικοί έχουν βρει κάποια διέξοδο στις υψηλότερες αποδόσεις εταιρικών ομολόγων από εγχώριες εταιρείες, αισθανόμενοι άνετα με το ρίσκο που παίρνουν. Όμως, τα πράγματα μοιάζουν καλύτερα για έναν κλάδο που έχει μπει για τα καλά στη ζωή μας, λόγω των ανησυχιών που υπάρχουν για την κλιματική αλλαγή. Πολύ περισσότερο όταν ένα σημαντικό μέρος των 32 δισ. ευρώ του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας θα κατευθυνθούν στην πράσινη ενέργεια.
Αναφερόμαστε στον κλάδο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (ΑΠΕ), που πλέον έχει αξιοσημείωτο μερίδιο στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας στη χώρα μας. Εδώ δεν μιλάμε για επενδύσεις χαρτοφυλακίου. Όμως, θα μπορούσαν να είναι και τέτοιες, αν κάποιος προτιμούσε να τοποθετηθεί σε μετοχές εισηγμένων εταιρειών που δραστηριοποιούνται αμιγώς στον κλάδο.
Μιλώντας με ανθρώπους από συμβουλευτικές εταιρείες και funds, το συμπέρασμα που βγάζει κάποιος είναι πως μιλάμε για πρότζεκτ που υπόσχονται διψήφια εσωτερική απόδοση (IRR). Κι αυτό γιατί το συνολικό κόστος του χρήματος είναι χαμηλό, μεταξύ 3% και 3,5%, για 18 χρόνια, η τεχνολογία έχει βελτιώσει την απόδοση των φωτοβολταϊκών πάνελ, τουρμπίνες στα αιολικά κ.λπ., ενώ οι ταρίφες έχουν μεν υποχωρήσει αλλά κρατούνται ακόμη σε επίπεδα που προσφέρουν απόδοση άνω του 10% όπως λένε.
Φυσικά, υπάρχουν διαφοροποιήσεις. Οι επενδύσεις σε αιολικά πάρκα είναι πιο ριψοκίνδυνες σε σχέση με τα φωτοβολταϊκά. Γι’ αυτό τον λόγο δεν αξίζει να ασχοληθεί κάποιος με τα αιολικά, αν η εκτιμώμενη εσωτερική απόδοση δεν ανέρχεται σε 15% τουλάχιστον. Μεγαλύτερο το ρίσκο, μεγαλύτερη η απόδοση όπως τονίζουν. Έτσι, η εκτιμώμενη εσωτερική απόδοση για τα φωτοβολταϊκά κυμαίνεται συνήθως μεταξύ 10% και 15% και για τα αιολικά 15% και άνω.
Καθόλου άσχημα, θα έλεγε κάποιος. Όμως, οι εξειδικευμένες συμβουλευτικές εταιρείες ισχυρίζονται πως είναι «για μεγάλα παιδιά», δηλ. μεγάλες, οργανωμένες εταιρείες.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.