Το 1999 θα μείνει αξέχαστο σ’ αυτούς που το έζησαν. Ιδιαίτερα στους λίγους που κέρδισαν μεγάλα ποσά και στη μεγάλη πλειοψηφία που έχασε πολλά λεφτά και περιουσίες. Από τη πλευρά τους, οι τράπεζες είχαν σημαντικά έσοδα από τις αγοραπωλησίες (trading) και τις προμήθειες από Αμοιβαία Κεφάλαια κ.λπ. Διαθέτοντας μεγάλη ρευστότητα και διαβλέποντας τις προοπτικές που ανοίγονταν στη λιανική τραπεζική με την απελευθέρωση της αγοράς, τα χαμηλά επιτόκια του ευρώ και την ισχυρή ζήτηση για στεγαστικά και καταναλωτικά δάνεια, τα πιστωτικά ιδρύματα έκαναν ένα μεγάλο μεσομακροπρόθεσμο λάθος.
Οι τράπεζες αφαίρεσαν ουσιαστικά το χαλί από την εγχώρια θεσμική επενδυτική αγορά, προχωρώντας σε κινήσεις όπως η συγχώνευση και απορρόφηση εισηγμένων εταιρειών επενδύσεων που ήλεγχαν. Είναι διαφορετικό να έχεις επενδυτικές εταιρείες, Αμοιβαία Κεφάλαια, ETFs, συνταξιοδοτικά ταμεία και ασφαλιστικές εταιρείες που επενδύουν τα διαθέσιμά τους σε σημαντικό βαθμό σε μετοχές του Χ.Α. και διαφορετικό να έχεις πολύ λίγα. Αυτό σε συνδυασμό με την εγκατάλειψη του Χρηματιστηρίου Αθηνών από τη μάζα των μικροεπενδυτών έβαλε τις βάσεις για τη μετέπειτα περιθωριοποίησή του, βοηθούσης της οικονομικής κρίσης.
Με εξαίρεση κάποιες αναλαμπές που όμως δεν είχαν διάρκεια, το Χρηματιστήριο Αθηνών δεν παίζει τον ρόλο που θα έπρεπε να παίζει μια σύγχρονη κεφαλαιαγορά στην ελληνική οικονομία. Κοινώς, να κατανέμει κεφάλαια σε καλές επιχειρήσεις και κατά συνέπεια να επωφελούνται οι μέτοχοί τους και η εθνική οικονομία.
Το λάθος που έκαναν οι τράπεζες πριν από δύο δεκαετίες περίπου θα το βρουν ξανά μπροστά τους. Καλά και άγια τα σχέδια για τιτλοποιήσεις και άλλες κινήσεις με στόχο τη μείωση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων σε μονοψήφιο νούμερο το 2021 και το 2022 μετά από τόσα χρόνια, αλλά αυτό δεν φτάνει. Οι τράπεζες θα πρέπει να βγάλουν κέρδη και αυτό δεν θα είναι καθόλου εύκολο, με τα επιτόκια σε τόσο χαμηλά επίπεδα έως αρνητικά. Πολύ περισσότερο, όταν διαφαίνεται ότι η ΕΚΤ και άλλες μεγάλες κεντρικές τράπεζες δεν βιάζονται να αρχίσουν να αυξάνουν τα επιτόκια παρέμβασής τους.
Οι τράπεζες στην Ελλάδα θα πρέπει να μάθουν να βγάζουν πολύ μεγαλύτερα έσοδα από τις καταθέσεις, τις προμήθειες από την πώληση επενδυτικών προϊόντων και τραπεζοασφαλιστικών. Αν το Χρηματιστήριο Αθηνών ανθίσει και πάρει τα πάνω του, θα κινήσει το ενδιαφέρον ενός μέρους του κόσμου που σήμερα αναζητεί τις αποδόσεις με το τουφέκι. Επιπλέον, θα επιτρέψει στις τράπεζες να δημιουργήσουν επενδυτικά προϊόντα με βάση το Χ.Α. που θα πωληθούν σ’ αυτούς, αβγατίζοντας τα έσοδά τους από προμήθειες, νέες εισαγωγές εταιρειών κ.λπ.
Είναι λοιπόν προς το συμφέρον των τραπεζών και πολύ περισσότερο της πολιτείας να κάνουν περισσότερα για να λειτουργεί το Χ.Α. ως μια σύγχρονη, πραγματική κεφαλαιαγορά με βάθος.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.