Το ποτήρι της ελληνικής οικονομίας μπορεί να το δει κανείς είτε ως μισογεμάτο είτε ως μισοάδειο. Πρακτικά, πρόκειται για το ίδιο πράγμα. Όμως, οι συνέπειες για το μέλλον μπορεί να είναι εκ διαμέτρου αντίθετες καθώς οι προσδοκίες καθορίζουν συχνά το οικονομικό αποτέλεσμα.
Μια επιχείρηση που διαβλέπει οικονομική ανάπτυξη τα επόμενα τρίμηνα και χρόνια είναι πιο πιθανό να ξεπαγώσει κάποιο επενδυτικό πρότζεκτ απ’ ό,τι αν πίστευε το αντίθετο. Κάποιο νοικοκυριό που βλέπει το οικονομικό κλίμα να βελτιώνεται είναι πιο πιθανό να δαπανήσει περισσότερα λεφτά για την κατανάλωση τώρα αντί να περιμένει το μέλλον. Δεν χρειάζεται να κοιτάξει κάποιος μακριά για να το επιβεβαιώσει και ενδεχομένως να το εξηγήσει.
Αν ρίξει μια ματιά στο Χρηματιστήριο της Αθήνας, θα διαπιστώσει κέρδη της τάξης του 10% για τον Γενικό Δείκτη και 30% περίπου για τον τραπεζικό υποδείκτη τον τελευταίο μήνα. Στα μεγάλα ξένα χρηματιστήρια, οι βασικοί δείκτες μετοχών είτε καταγράφουν νέα ιστορικά υψηλά είτε απλά καταγράφουν κέρδη, προεξοφλώντας το τέλος της πανδημίας και ισχυρή ανάκαμψη των οικονομιών και των επιχειρηματικών κερδών. Τα πράγματα ίσως είναι λίγο πιο περίπλοκα στο ελληνικό χρηματιστήριο, που ποντάρει σε πετυχημένη αύξηση μετοχικού κεφαλαίου της Τράπεζας Πειραιώς και στην οικονομική ανάκαμψη που θα τροφοδοτηθεί από το περιβόητο Ταμείο Ανάκαμψης της ΕΕ.
Οι ανωτέρω θετικές, μέχρι στιγμής, προβλέψεις βασίζονται στην υπόθεση ότι η ΕΚΤ, η Fed και οι άλλες τράπεζες θα συνεχίσουν την πολιτική του φθηνού χρήματος, που με τη σειρά της βασίζεται στην υπόθεση του χαμηλού πληθωρισμού.
Έχουν δίκιο όλοι αυτοί; Η αυτοψία θα δείξει. Πάντως, ειδικότερα για το Χρηματιστήριο της Αθήνας, θα πρέπει να σημειώσουμε αυτό που μας είπε χθες fund μάνατζερ. «Στις αγορές πανηγυρίζουν όταν βγαίνουν λεφτά, όχι όταν μπαίνουν... Αν δεν υπήρχαν όμως τόσο πολλοί ανόητοι, πώς θα ξεχωρίζαμε εμείς;».
Όμως, δεν είναι μόνο οι αγορές που αισιοδοξούν τελευταία. Στην πιάτσα είναι γνωστό ότι υπάρχει κινητικότητα στον κατασκευαστικό κλάδο. Κοινώς, χτίζονται νέες πολυκατοικίες σε διάφορες καλές περιοχές της Αττικής, γιατί διαβλέπουν εντονότερη ζήτηση. Εκεί που έπαιρναν μικρά οικόπεδα για να χτίσουν διστακτικά μικρές πολυκατοικίες, τώρα κινούνται πιο επιθετικά. «Αντί για 400άρια ή 500άρια οικόπεδα, πάνε σε χιλιάρια για να σηκώσουν μεγαλύτερες πολυκατοικίες», τόνισε οικονομοτεχνικός σύμβουλος κατασκευαστικών επιχειρήσεων. Όμως, μεγαλύτερο ενδιαφέρον να ξεκινήσουν νέα πρότζεκτ ή να ξεπαγώσουν ντιλ δείχνουν επίσης κι άλλες επιχειρήσεις και το εισπράττουν οι εταιρείες συμβούλων.
Όλα αυτά είναι ωραία και καλά. Όμως, δεν μπορούμε να αγνοήσουμε ότι η πανδημία δεν έχει τελειώσει ακόμη και δεν μπορούμε να πούμε με ακρίβεια πότε και αν αυτό θα συμβεί. Ακόμη, οι προβλέψεις του προϋπολογισμού για τον φετινό ρυθμό ανάπτυξης και το δημοσιονομικό έλλειμμα φαντάζουν ήδη μη ρεαλιστικές ενώ κοινή πεποίθηση είναι πως η αναπόφευκτη σταδιακή απόσυρση των μέτρων στήριξης από κάποιο σημείο και μετά θα έχει θύματα. Επιπλέον, η ελληνική οικονομία παραμένει υπερχρεωμένη και οι τράπεζες έχουν το μεγαλύτερο ποσοστό μη εξυπηρετούμενων δανείων στην ΕΕ, που περιορίζει τις κινήσεις τους.
Υπο αυτές τις συνθήκες, θα πρέπει να περιμένουμε για να δούμε ποια από τις δύο πλευρές έχει δίκιο. Ας μην ξεχνάμε πως το ελληνικό ΑΕΠ έχασε πάνω από 8% το 2020 και δεν αναμένεται να επιστρέψει στα επίπεδα του 2019 πριν από το 2022, στην καλύτερη των περιπτώσεων.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.