Το ελληνικό δημόσιο χρέος ανέβηκε στο 208% του ΑΕΠ την περσινή χρονιά, το πρωτογενές έλλειμμα έφτασε στο 7% του ΑΕΠ, αλλά το κόστος δανεισμού της Ελλάδας στις αγορές μειώθηκε. Και μάλιστα τόσο πολύ, ώστε η χώρα να δανείζεται θεωρητικά με επιτόκιο κοντά στο 0,65% έναντι 1,10% στα 10 χρόνια της υπερδύναμης, με το αποθεματικό νόμισμα που μπορεί να τυπώσει αν χρειασθεί. Με άλλα λόγια, όσο αυξάνονται χρέος και ελλείμματα τόσο μειώνεται το κόστος δανεισμού από τις αγορές. «Γουάου!», που θα έλεγε μια ψυχή ενώ μια άλλη θα πρόσθετε «χάρη στην ΕΚΤ».
Φαίνεται λοιπόν ότι η ελληνική ασθένεια είναι κολλητική. Αντιμέτωποι με ομοσπονδιακό χρέος που ξεπερνά το 100% του ΑΕΠ για πρώτη φορά από τη δεκαετία του 1940, οι νέοι Αμερικανοί κυβερνητικοί αξιωματούχοι επιστρατεύουν τα επιχειρήματα που χρησιμοποιούν οι Έλληνες αξιωματούχοι εδώ και χρόνια, για να πείσουν ότι το χρέος είναι φερέγγυο. Απαντώντας σε σχετική ερώτηση κατά την ακρόαση μπροστά από την επιτροπή της Γερουσίας των ΗΠΑ που είναι υπεύθυνη για την επικύρωση του διορισμού της, η νέα υπουργός Οικονομικών Τζάνετ Γέλεν τόνισε σε γενικές γραμμές τα εξής: «... Αν και ο λόγος χρέους ως προς το ΑΕΠ έχει αυξηθεί, είναι σημαντικό να σημειώσουμε ότι οι τόκοι ως ποσοστό του ΑΕΠ δεν είναι υψηλότεροι σήμερα απ’ ό,τι ήταν πριν από τη χρηματοοικονομική κρίση του 2008 παρά το γεγονός ότι το χρέος έχει κλιμακώσει. Και φυσικά τα επιτόκια μπορούν να αυξηθούν. Στο τέλος, θα πρέπει να διασφαλίσουμε ότι τα πρωτογενή ελλείμματα στον προϋπολογισμό είναι επαρκώς μικρά, για να είμαστε σε διατηρήσιμο μονοπάτι. Όμως, η πρόκληση αυτή τη στιγμή είναι να βάλουμε την Αμερική πίσω στη δουλειά και να νικήσουμε την πανδημία».
Κάποιοι λοιπόν βλέπουν ανησυχητικά σημάδια στον ορίζοντα, με το μη παραγωγικό χρέος και τα ελλείμματα να αυξάνονται και το χρηματιστηριακό ράλι να κρατά. Όμως, κάποιοι άλλοι δίνουν βάρος στη βραχυπρόθεσμη αντιμετώπιση της πανδημίας, υποβαθμίζοντας τη σημασία του υψηλού χρέους λόγω των πολύ χαμηλών επιτοκίων. Ο Charlie Munger, δεξί χέρι του γνωστού μεγαλοεπενδυτή Warren Buffet, μίλησε για «σπεκουλαδόρικη φρενίτιδα» στα χρηματιστήρια ενώ ο επενδυτής-μύθος Jeremy Grantham, που πιστεύει ότι υπάρχει φούσκα στις αγορές, το πήγε ακόμη παραπέρα. Ο τελευταίος υποστήριξε ότι η πρόταση του Μπάιντεν για νέο πακέτο στήριξης ύψους 1,9 τρισ. δολαρίων θα τροφοδοτήσει τη χρηματιστηριακή φούσκα καθώς μέρος των χρημάτων θα διοχετευθούν στις αγορές, όπως συνέβη τις προηγούμενες φορές.
Όμως, φούσκες εκτιμάται ότι μπορεί να υπάρχουν επίσης στις αγορές ακινήτων σε διάφορες περιοχές του πλανήτη όπως η Αυστραλία, ο Καναδάς και η Σκανδιναβία, αλλά όχι στην Ιρλανδία και την Ισπανία. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι όσο μεγαλύτερη μόχλευση υπάρχει τόσο πιο εύθραυστο είναι το οικονομικό σύστημα σε περίπτωση ενός εξωγενούς σοκ.
Πράγματι, το ύψος του χρέους έχει ενδιαφέρον, όμως η μέση διάρκειά του και το μέσο επιτόκιο επίσης έχουν σημασία. Όπως κι η εξάρτηση της χώρας από τον εξωτερικό δανεισμό. Παραδείγματος χάρη, η Ελλάδα έχει το υψηλότερο δημόσιο χρέος ως προς το ΑΕΠ αλλά και τη μεγαλύτερη μεσοσταθμική διάρκεια στα 20 χρόνια, πράγμα που μειώνει το ρίσκο της αναχρηματοδότησης. Επίσης, η επιβάρυνση από την εξυπηρέτηση του χρέους είναι λογική παρά το υψηλό χρέος καθώς οι τόκοι φτάνουν το 3%-4% του ΑΕΠ και το 6,5% των κρατικών εσόδων.
Είναι ίσως κωμικοτραγικό, τα ίδια επιχειρήματα που επιστράτευαν οι Έλληνες αξιωματούχοι για να πείσουν επενδυτές και θεσμούς σχετικά με τη φερεγγυότητα του χρέους, να χρησιμοποιούνται από άλλες χώρες για τον ίδιο σκοπό. Η φράση «Θα γίνουμε Ελλάδα» που ακούστηκε στο Καπιτώλιο ίσως αντικατοπτρίζει τη νέα παγκόσμια πραγματικότητα. Αν όμως κρίνουμε από την ελληνική ιστορική εμπειρία, το αποτέλεσμα δεν θα είναι καλό. Κι η παράλυση της οικονομικής δραστηριότητας θα είναι το ήπιο.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.