Στις 21 Σεπτεμβρίου του 1991, ο τότε Αμερικανός πρόεδρος George H.W. Bush αποφάσισε να αποσύρει τα βομβαρδιστικά Β-52 από τη Βόρεια Ευρώπη. Τα βομβαρδιστικά είχαν αναπτυχθεί εκεί, περιμένοντας τη σοβιετική επίθεση που ποτέ δεν ήλθε. Το έκανε μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου, αλλά ένα χρόνο πριν από την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης. Ήταν μια απόφαση που προκάλεσε αντιδράσεις στους κύκλους του Πενταγώνου εκείνη την εποχή, αλλά εκ των υστέρων αποδείχθηκε σωστή.
Είναι ένα από τα παραδείγματα που παρατίθενται για να δείξουν ότι είναι δύσκολο, ακόμη και για έμπειρους ανθρώπους που ταυτίσθηκαν με μια περίοδο, να αποδεχθούν ότι πέρασε στην ιστορία. Γενιές στρατιωτικών, διπλωματών και άλλων πέρασαν τη ζωή τους αντιμετωπίζοντας τους Σοβιετικούς κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. Για όλους αυτούς, το ΝΑΤΟ ήταν η βάση του οικοδομήματος και η αποχώρηση των Β-52 ισοδυναμούσε με «προδοσία της Ευρώπης».
Από 9/11 του 2001 μέχρι σήμερα, άλλες γενιές στρατιωτικών πέρασαν την καριέρα τους, υπηρετώντας στη Μέση Ανατολή και σ’ άλλα μέρη, πολεμώντας εξτρεμιστικές ισλαμικές οργανώσεις. Για τους πολεμιστές του Μακρύ Πολέμου (Long War) ήταν δύσκολο να αποδεχθούν ότι αυτή η περίοδος τελείωσε και μια νέα έχει ξεκινήσει, με την Κίνα να είναι το αντίπαλο δέος και τη Ρωσία, το Ιράν, τη Βόρεια Κορέα και κάποιες άλλες να έπονται.
Κεντρικό σημείο στην επαναξιολόγηση της αμερικανικής στρατηγικής στη Μέση Ανατολή είναι η αποφυγή των ένοπλων συγκρούσεων. Αυτό σημαίνει κάποιου είδους τακτοποίηση της σχέσης με την Τουρκία. Αυτό εξηγεί την απόσυρση των αμερικανικών δυνάμεων από τη Βορειοανατολική Συρία πριν εισβάλουν οι Τούρκοι, που αρκετοί στο Πεντάγωνο θεώρησαν «προδοσία των Κούρδων συμμάχων τους».
Γιατί τα αναφέρουμε όλα αυτά; Για να δείξουμε ότι αυτό που μετρά, είναι τα γεωπολιτικά συμφέροντα των ΗΠΑ σ’ έναν κόσμο όπου οι κύριοι αντίπαλοί τους είναι πλέον η Κίνα και δευτερευόντως η Ρωσία και όχι η Αλ Κάιντα και το ISIS.
Σ’ έναν τέτοιο κόσμο, η εκλογή προέδρου και Γερουσίας στις ΗΠΑ έχει μεγάλη σημασία αλλά δεν θα αλλάξει τα στρατηγικά σχέδια, όποιοι κι αν έλθουν στην εξουσία. Κι αυτά περιλαμβάνουν την Τουρκία, όχι λόγω αγάπης αλλά λόγω αναγκαιότητας.
Φυσικά, άλλη στάση θα κρατούσε, εκτιμάται, ο «διεθνιστής» Τζο Μπάιντεν κι άλλη ο «εθνικιστής» Τραμπ, σε περίπτωση θερμού επεισοδίου μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας στην Ανατ. Μεσόγειο. Μια Γερουσία που θα ελεγχόταν από τους Δημοκρατικούς, θα ενεργοποιούσε κατά πάσα πιθανότητα τις προβλεπόμενες κυρώσεις εναντίον της Τουρκίας για την αγορά των πυραύλων S-400 από τη Ρωσία.
Είναι μεν σημαντικά, αλλά δεν μπορούν να υπερκεράσουν τη σημασία της Τουρκίας στον γεωπολιτικό σχεδιασμό των ΗΠΑ. Οι ΗΠΑ χρειάζονται την Τουρκία αλλά κι η τελευταία χρειάζεται τις ΗΠΑ.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.