Οι οικονομίες που επωφελούνται από μεγάλες εισροές ξένων κεφαλαίων για άμεσες επενδύσεις και έχουν ιδιωτικούς τομείς με ισχυρή ρευστότητα μπορούν να αναπτυχθούν χωρίς να βασίζονται στην πιστωτική επέκταση.Θα λέγαμε ότι η Ιρλανδία ανήκει στην πρώτη κατηγορία, δηλαδή εκείνες τις χώρες που προσελκύουν άμεσες επενδύσεις, και η Γερμανία με την Ισπανία και τη Βρετανία στη δεύτερη, δηλαδή εκείνες με ιδιωτικές εταιρείες που έχουν σχετικά υψηλά ρευστά διαθέσιμα.
Δυστυχώς, η Ελλάδα δεν ανήκει ούτε στη μία κατηγορία, ούτε στην άλλη.
Χρειάζεται λοιπόν θετικούς ρυθμούς πιστωτικής επέκτασης, για να μπορέσει να επανέλθει σε βιώσιμους, ικανοποιητικούς ρυθμούς ανάπτυξης.
Όμως, υπάρχει ένα ζήτημα.
Συνήθως, η ανάπτυξη προηγείται της πιστωτικής επέκτασης σε περιόδους που μια οικονομία αρχίζει να ανακάμπτει.
Αυτό πιθανόν εξηγείται από το γεγονός ότι η πιστωτική επέκταση είναι συνάρτηση τόσο της ζήτησης για χρηματοδότηση από υγιείς επιχειρήσεις, όσο και της προσφοράς πιστώσεων.
Είναι προφανές ότι οι ανάγκες χρηματοδότησης αυξάνονται όταν η οικονομία ανακάμπτει και οι πωλήσεις παίρνουν τα πάνω τους.
Από την άλλη πλευρά, η αύξηση της ζήτησης για νέα δάνεια δεν θα μετουσιωθεί σε πράξη, αν οι τράπεζες δεν μπορούν να αντεπεξέλθουν.
Γι' αυτό τον λόγο κανείς δεν θέλει η προσφορά πιστώσεων να αποτελέσει εμπόδιο στην πιστωτική επέκταση.
Η ΕΚΤ έχει ήδη αναλάβει δράση για να μειώσει το κόστος αναχρηματοδότησης των τραπεζών της ευρωζώνης και να ενισχύσει τη δυνατότητα και επιθυμία τους να δανείζουν.
Το QE και οι πανευρωπαϊκές ασκήσεις προσημείωσης ακραίων καταστάσεων (stress tests) εντάσσονται σ' αυτό το πλαίσιο.
Η περίπτωση των ελληνικών τραπεζών είναι πιο ιδιαίτερη, λόγω της γενικότερης οικονομικής και πολιτικής κατάστασης στη χώρα και του μεγάλου όγκου των προβληματικών δανείων που έχουν συσσωρεύσει.
Η νέα ανακεφαλαιοποίηση αποβλέπει στην κεφαλαιακή ενίσχυση των τραπεζών, για να αντιμετωπίσουν τα «κόκκινα» δάνεια και να ρίξουν φρέσκο χρήμα στην αγορά, όπως συνηθίζεται να λέγεται.
Όμως, η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών με 15 ή 20 δισ. ευρώ, ή όποιο άλλο ποσό, δεν είναι πανάκεια.
Σίγουρα βελτιώνει τους δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας των τραπεζών.
Όμως, οι τελευταίες δεν μπορούν να εξαρτώνται σε τόσο μεγάλο βαθμό από το ευρωσύστημα για ρευστότητα.
Θα πρέπει λοιπόν να περιορίσουν σταδιακά την εξάρτησή τους και ταυτόχρονα να αρχίσουν να δίνουν περισσότερα νέα δάνεια στον ιδιωτικό τομέα, για να υπάρξει πιστωτική επέκταση και ενίσχυση της οικονομικής δραστηριότητας.
Αν όμως οι τράπεζες δεν αποκτήσουν πρόσβαση σε ρευστότητα από άλλες πηγές, θα δυσκολευθούν να παίξουν αυτό τον ρόλο.
Είναι λοιπόν σημαντικό να μπορέσουν να προσελκύσουν πίσω τις καταθέσεις που έφυγαν.
Κι αυτό γιατί είναι αμφίβολο αν οι αγορές θα τις δανείζουν με σημαντικά ποσά και με τι επιτόκια τα επόμενα ένα, δύο χρόνια, που είναι κρίσιμα.
Δυστυχώς, δεν θα είναι εύκολο και πολύ φοβόμαστε ότι θα γίνει ακόμη πιο δύσκολο με την πολιτική του εκφοβισμού, με επίκληση τους φορολογικούς ελέγχους που φαίνεται να υιοθετεί η σημερινή κυβέρνηση.
Να υπενθυμίσουμε ότι τον Απρίλιο του 2012, οι καταθέσεις των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων ανέρχονταν σε 166 δισ. ευρώ περίπου, για να υποχωρήσουν στα 150,6 δισ. τον Ιούνιο του 2012 λόγω της πολιτικής αβεβαιότητας.
Από τότε μέχρι σήμερα, οι καταθέσεις δεν επέστρεψαν ποτέ στο επίπεδο που ήταν τον Απρίλιο του 2012.
Πλησίασαν στα 164,7 δισ. τον Σεπτέμβριο του 2014, δηλαδή πάνω από δύο χρόνια αργότερα, αλλά δεν το έπιασαν.
Σήμερα, πλέον τα 164,7 δισ. ευρώ φαντάζουν όνειρο απατηλό αφού οι καταθέσεις βρίσκονται στα 121 δισ. ευρώ περίπου, έναντι 160 δισ. τον Δεκέμβριο του 2014 και 130 δισ. τον περασμένο Μάιο.
Όλα αυτά δείχνουν ότι οι καταθέσεις εύκολα φεύγουν αλλά δύσκολα γυρίζουν πίσω.
Χρειάζεται να περάσει χρόνος, να υπάρξει αισθητή βελτίωση της οικονομικής κατάστασης και μείωση της πολιτικής αβεβαιότητας, για να επανέλθουν σταδιακά κάποιες καταθέσεις αλλά όχι όλες.
Αυτό δείχνει η πρόσφατη εμπειρία και υπαγορεύει η λογική.
Αν όμως ούτε αυτό επιτευχθεί, τότε η πιστωτική επέκταση θα είναι ασθενική στην καλύτερη περίπτωση τα επόμενα χρόνια, υπονομεύοντας τις προοπτικές ανάπτυξης της χώρας.
Dr. Money
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.