Η πρόεδρος της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν βάφτισε το πρώτο πλοίο μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων παγκοσμίως που κινείται με μεθανόλη, κατά τη διάρκεια τελετής ονοματοδοσίας στο λιμάνι της Κοπεγχάγης, μαζί με τον πρόεδρο της εταιρείας Maersk Robert Uggla και τον διευθύνοντα σύμβουλο Vincent Clerc.
Το Laura Maersk είναι το πρώτο από τα 25 πλοία με δυνατότητα χρήσης πράσινης μεθανόλης μηδενικών εκπομπών που έχει παραγγείλει ο δανικός ναυτιλιακός γίγαντας, με χωρητικότητα 2.100 TEU.
Η Maersk φιλοδοξεί να επιτύχει μηδενικές εκπομπές αερίων θερμοκηπίου έως το 2040 (μια ολόκληρη δεκαετία μπροστά από τα πρότυπα της βιομηχανίας) και στοχεύει να μεταφέρει τουλάχιστον το 25% του φορτίου της χρησιμοποιώντας πράσινα καύσιμα έως το 2030. Το Laura Maersk είναι ένα κρίσιμο βήμα προς τον μακροπρόθεσμο στόχο για σταδιακή ανανέωση ολόκληρου του στόλου της, ώστε να λειτουργεί αποκλειστικά με πράσινα καύσιμα. Επίσης, η πολιτική της εταιρείας προβλέπει ότι οι νέες παραγγελίες στο εξής θα αφορούν μόνο πλοία που θα μπορούν να χρησιμοποιούν πράσινα καύσιμα.
Το νεότευκτο πλοίο, μήκους 172 μέτρων, παραλήφθηκε τον Ιούλιο από το νοτιοκορεατικό ναυπηγείο Hyundai Mipo Dockyard. Έκανε το παρθενικό του ταξίδι από την Κορέα στην Κοπεγχάγη με τροφοδοσία πράσινης μεθανόλης που προμηθεύτηκε από μονάδα της ολλανδικής OCI Global, κορυφαίου παραγωγού πράσινης μεθανόλης στον κόσμο.
Το Laura Maersk, νηολογημένο στη Δανία, θα εκτελεί δρομολόγια στη Βαλτική και τον Βοθναϊκό κόλπο.
Το βιβλίο παραγγελιών μεθανόλης της Maersk περιλαμβάνει δώδεκα πλοία 16.000 TEU και έξι πλοία 17.000 TEU από την Hyundai Heavy Industries, με παραδόσεις το 2024 και το 2025, καθώς και έξι πλοία 9.000 TEU που θα παραδοθούν από το Yangzi της Κίνας το 2026 και 2027.
Η μεθανόλη αναδεικνύεται ως προτιμώμενο εναλλακτικό καύσιμο για να βοηθήσει τη ναυτιλιακή βιομηχανία να απελευθερωθεί από τον άνθρακα, με περισσότερα από 200 αντίστοιχα πλοία υπό παραγγελία, σύμφωνα με τον νηογνώμονα DNV.
Παραγωγή 3 εκατ. τόνων μεθανόλης έως το 2030
Παράλληλα, η οικογένεια της AP Moller-Maersk δημιουργεί μια νέα εταιρεία που θα παράγει πράσινη μεθανόλη, σε μια προσπάθεια να βοηθήσει στη μείωση των εκπομπών από τη ναυτιλιακή βιομηχανία, έναν από τους μεγαλύτερους ρυπαντές στον κόσμο, γράφει το Bloomberg.
Η εταιρεία, που ονομάζεται C2X, θα κατασκευάσει και θα λειτουργήσει εγκαταστάσεις «μεγάλης κλίμακας» με αναμενόμενη ετήσια δυναμικότητα άνω των 3 εκατ. τόνων πράσινης μεθανόλης μέχρι το 2030, σύμφωνα με το fund AP Moller Holding που διαθέτει assets 110 δισ. δολαρίων. Πρόκειται για σημαντική προσθήκη σε μια βιομηχανία που αντιμετωπίζει τεράστια έλλειψη καυσίμου ουδέτερου άνθρακα.
Αυτή τη στιγμή υπάρχουν 153.000 τόνοι παραγωγικής ικανότητας πράσινης και συνθετικής μεθανόλης σε όλο τον κόσμο. Η παγκόσμια ζήτηση για μεθανόλη εκτιμάται ότι θα μπορούσε να τριπλασιαστεί σε περίπου 300 εκατομμύρια τόνους ετησίως έως το 2050.
Ο απογαλακτισμός της ναυτιλιακής βιομηχανίας από το πετρέλαιο είναι βασικό συστατικό στον αγώνα κατά της υπερθέρμανσης του πλανήτη. Η Maersk, η οποία διαχειρίζεται στόλο περίπου 700 πλοίων μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων, είναι μόνη υπεύθυνη για περίπου το 0,1% όλων των ανθρωπογενών εκπομπών CO2.
Η C2X θα πωλεί μεθανόλη στη ναυτιλιακή βιομηχανία και σε χημικές εταιρείες.
Επικεφαλής στη νέα εταιρεία, όπου κύριος ιδιοκτήτης με 20% θα είναι η Moller Holding, θα τεθεί ο Brian Davis, πρώην βετεράνος της πετρελαϊκής Shell, ενώ επικεφαλής οικονομικών θα είναι ο Alastair Maxwell, με θητεία σε Morgan Stanley και Goldman Sachs. Στα σχέδιά της εντάσσονται έργα στη Διώρυγα του Σουέζ στην Αίγυπτο και στην Ισπανία.
Η Maersk τονίζει ότι η μεγαλύτερη απειλή για την πράσινη μετάβαση είναι η έλλειψη καυσίμων, πρόβλημα που μοιάζει με «την κότα και το αυγό»: λίγες εταιρείες ενέργειας παράγουν πράσινη μεθανόλη επειδή επί του παρόντος υπάρχει μικρή ζήτηση, ενώ οι πλοιοκτήτες είναι απρόθυμοι να ναυπηγήσουν πράσινα πλοία επειδή η αγορά καυσίμων είναι τόσο μικρή.
Ωστόσο, υπάρχουν ενδείξεις ότι η πράσινη μεθανόλη κερδίζει έδαφος. Φέτος, οι γραμμές εμπορευματοκιβωτίων έχουν υπερτριπλασιάσει τη ζήτησή τους για πλοία που μπορούν να πλεύσουν με το εν λόγω καύσιμο, σε σύγκριση με το υγροποιημένο φυσικό αέριο.