Ο Γεβγκένι Πριγκόζιν έγινε πλούσιος μέσω των προσωπικών δεσμών του με τον Πρόεδρο της Ρωσίας Βλαντιμίρ Πούτιν, αναλαμβάνοντας κερδοφόρα συμβόλαια στους τομείς τροφοδοσίας-κέτερινγκ και κατασκευών με τη ρωσική κυβέρνηση ενώ έχτισε μια μισθοφορική δύναμη γνωστή ως Wagner,όπως μεταδίδουν οι New York Times.
Μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, ο Πριγκόζιν έριξε τους μαχητές του στη φωτιά του πολέμου, καθώς οι δυνάμεις του διογκώθηκαν με νεοσύλλεκτους αιχμαλώτους. Τους τελευταίους μήνες, αναδείχθηκε, επίσης, ως βασικός παίκτης στη δημόσιας σφαίρα, χρησιμοποιώντας τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για να μετατρέψει τις σκληρές συζητήσεις και τη βαρβαρότητα σε προσωπικό του brand name.
Ταυτόχρονα, όμως, άρχισε να εξαπολύει κατηγορίες κατά της στρατιωτικής ηγεσίας της Ρωσίας, κατηγορώντας την ότι απέτυχε να παράσχει στις δυνάμεις του αρκετά πυρομαχικά και αγνόησε τις προσπάθειες των στρατιωτών.
Ωστόσο, μέχρι την Παρασκευή - όταν οι Ρώσοι στρατηγοί κατηγόρησαν τον Πριγκόζιν για πραξικόπημα - ο Πούτιν δεν είχε ελέγξει τις κατηγορίες του Πριγκόζιν στο διαδίκτυο, παρά τη φυλάκιση ή την επιβολή προστίμων σε πολλούς άλλους επικριτές του πολέμου.
Εκτοξεύοντας χυδαιότητες, αδιαφορώντας για το νόμο και επιδεικνύοντας πίστη μόνο στον Πούτιν και σε κανένα άλλον, ο Πριγκόζιν, ένας επιχειρηματίας γνωστός ως «σεφ του Πούτιν» λόγω των συμβάσεων τροφοδοσίας-κέτερινγκ που έκλεινε με το Κρεμλίνο και τον ρωσικό στρατό, έχει γίνει σύμβολο της Ρωσίας εν καιρώ πολέμου: αδίστακτος, ξεδιάντροπος και άνομος. Ήταν μια σημαντική ανατροπή για τον Prigozhin, ο οποίος μόλις το περασμένο φθινόπωρο ίδρυσε τη Wagner.
Στη Μόσχα, δέχτηκε ανοιχτή κριτική και ερωτήσεις, με τους αναλυτές να εκφράζουν αμφιβολίες ότι η στρατολόγηση κρατουμένων και η επικύρωση εκτελέσεων, χωρίς δίκη, είχαν ευρεία απήχηση.
Ο Πριγκόζιν επέκτεινε την παρουσία της Wagner στην Ουκρανία μετά την αποτυχία του Κρεμλίνου να καταλάβει το Κίεβο, την πρωτεύουσα, τις πρώτες ημέρες της εισβολής στις αρχές του περασμένου έτους. Η «ιδιωτική στρατιωτική εταιρεία» δραστηριοποιούνταν εκείνη τη περίοδο σε μεγάλο βαθμό στη Συρία και την Αφρική, όπου επιχειρούσε τόσο για λογαριασμό της ρωσικής κυβέρνησης όσο και για τα επιχειρηματικά συμφέροντα του ίδιου του Πριγκόζιν.
Η Wagner δραστηριοποιήθηκε κι αλλού. Τον Φεβρουάριο του 2018, ο Πριγκόζιν ήταν ένας από τους 13 Ρώσους που κατηγορήθηκαν από ομοσπονδιακό δικαστήριο για παρέμβαση στις αμερικανικές εκλογές μέσω του Internet Research Agency, ενός μηχανισμού-τρολ που διέδιδε ψέματα και διεξήγαγε πόλεμο πληροφοριών κατά των ΗΠΑ, για την υποστήριξη της προεκλογικής εκστρατείας του Ντόναλντ Τραμπ.
Οι ΗΠΑ επέβαλαν κυρώσεις κατά του Πριγκόζιν τον Δεκέμβριο του 2016.
Γεννημένος το 1961, όταν η Αγία Πετρούπολη ονομαζόταν Λένινγκραντ, ο Πριγκόζιν οδηγήθηκε στη φυλακή το 1981 για ληστείες και άλλα εγκλήματα, σύμφωνα με το Meduza, ένα διαδικτυακό ερευνητικό έντυπο.
Αφού εξέτισε την 9ετή ποινή του, άνοιξε ένα περίπτερο για χοτ-ντογκ, που οδήγησε τελικά σε μια επιχειρηματική καριέρα ανοίγωντας εστιατόρια και ψιλικατζίδικα.