Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

ΕΤΕ: Προβλέψεις για επιτοκιακή πολιτική της ΕΚΤ

Τρεις ερμηνείες για τη βραδεία αντίδραση της ΕΚΤ στη μείωση των επιτοκίων της Ευρωζώνης, αλλά και στην πολιτική που θα ακολουθήσει το 2003 περιέχονται στο τεύχος Δεκεμβρίου 2002 του μηνιαίου δελτίου για τη ζώνη του ευρώ (Euro Area Monthly) της Εθνικής Τράπεζας.

ΕΤΕ: Προβλέψεις για επιτοκιακή πολιτική της ΕΚΤ
Το μηχανισμό λήψης αποφάσεων της ΕΚΤ όσον αφορά τη νομισματική πολιτική σε συνδυασμό με την παράθεση 3 ερμηνειών για τη βραδεία ανταπόκριση της ΕΚΤ στη μείωση των επιτοκίων, όπως προχώρησε πρόσφατα (50 μονάδες βάσης) εξετάζει το τεύχος Δεκεμβρίου 2002 του μηνιαίου δελτίου για τη ζώνη του ευρώ (Euro Area Monthly) της Εθνικής Τράπεζας.

Το δελτίο εκδίδεται στην αγγλική γλώσσα για ενημέρωση των επενδυτών και αναφέρεται στις εξελίξεις των μακροοικονομικών μεγεθών και των χρηματοοικονομικών αγορών της ευρωζώνης, καθώς και στη νομισματική πολιτική της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (EKT).

Η κίνηση της ΕΚΤ, όπως επισημαίνεται, αποφασίσθηκε ύστερα από 13 μήνες σταθερών επιτοκίων παρέμβασης, παρά το γεγονός ότι η οικονομική κατάσταση της ευρωζώνης επιδεινώθηκε σημαντικά μέσα σε αυτή την περίοδο.

Περαιτέρω, διερευνάται αν η χαλάρωση αυτή της νομισματικής πολιτικής αρκεί για να διασφαλισθεί μία ισχυρή και διατηρήσιμη ανάκαμψη της οικονομίας των χωρών της ευρωζώνης ή αν απαιτούνται περαιτέρω μειώσεις επιτοκίων μέσα στο 2003.

Μία πιθανή ερμηνεία της βραδείας αντίδρασης της ΕΚΤ στην επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης της ευρωζώνης είναι, επισημαίνουν οι αναλυτές της Εθνικής, το γεγονός ότι ο δομικός πληθωρισμός παραμένει υψηλός και οι πληθωριστικές πιέσεις δεν φαίνεται να έχουν περιοριστεί καθώς το κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος συνεχίζει να αυξάνεται με υψηλούς ρυθμούς.

Επιπλέον, μία συμπληρωματική ερμηνεία μπορεί να είναι η μεγέθυνση των διαρθρωτικών ελλειμμάτων πολλών ευρωπαϊκών χωρών και η συνεπακόλουθη αβεβαιότητα που επικρατούσε κατά τους τελευταίους μήνες όσον αφορά το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης.

Η Διεύθυνση Σχεδιασμού και Οικονομικής Ανάλυσης παρέχει μία τρίτη εναλλακτική ερμηνεία που βασίζεται στη σημαντική απόκλιση των μακροοικονομικών μεγεθών μεταξύ των επιμέρους χωρών της ευρωζώνης, ιδιαίτερα ανάμεσα στις μεγάλες και στις μικρές χώρες.

Συγκεκριμένα, ενώ η μεγαλύτερη χώρα της ευρωζώνης, η Γερμανία, ήταν στα πρόθυρα ύφεσης το 2002 και είχε ανάγκη μίας χαλαρότερης νομισματικής πολιτικής, μία τέτοια κίνηση θα δημιουργούσε περαιτέρω πιέσεις στον ήδη υψηλό πληθωρισμό άλλων ευρωπαϊκών χωρών (όπως η Ισπανία, η Ελλάδα, η Ιρλανδία και η Ολλανδία).

Συγκεκριμένα, εξετάζεται κατά πόσο η καθυστέρηση της ΕΚΤ να μειώσει τα επιτόκια οφείλεται στο γεγονός ότι η επιλογή ψήφου από τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΚΤ αντανακλά την οικονομική συγκυρία στη χώρα τους και όχι στην ευρωζώνη συνολικά. Για τον σκοπό αυτό εκτιμάται ένας Δείκτης Λήψης Αποφάσεων Νομισματικής Πολιτικής ο οποίος αποτυπώνει το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΚΤ (όπως παρουσιάστηκε στο τεύχος Οκτωβρίου 2001), βάσει του οποίου εκτιμώνται επιτόκια διαχρονικά υψηλότερα κατά 30 μονάδες βάσης από τα συνεπή με τη συνολική μακροοικονομική εικόνα της ευρωζώνης.

Κατά συνέπεια, η αύξηση της απόκλισης των μακροοικονομικών μεγεθών των χωρών της ευρωζώνης κατά το 2002, ιδιαίτερα του ρυθμού ανόδου του ΑΕΠ και του πληθωρισμού, σε συνδυασμό με τον μηχανισμό λήψης αποφάσεων του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΚΤ, δικαιολογεί και αυτό την καθυστέρηση της πρόσφατης μείωσης των επιτοκίων.

Επιχειρώντας να προβλέψουμε τη μελλοντική πορεία της πολιτικής της ΕΚΤ, επισημαίνουν οι αναλυτές της Εθνικής, αρχικά παρουσιάζονται οι εκτιμήσεις μας για τις μακροοικονομικές συνθήκες στην ευρωζώνη κατά το 2003.

Όσον αφορά την ανάπτυξη, η ένταση της ανάκαμψης πλέον είναι αμφισβητήσιμη. Από την μία πλευρά, το μειωμένα περιθώρια κέρδους, η ουδέτερη δημοσιονομική πολιτική και η πτώση των χρηματιστηριακών δεικτών περιορίζουν την εγχώρια ζήτηση.

Από την άλλη πλευρά, η ασθενής σχετικά ανάκαμψη των ΗΠΑ και το υψηλό επίπεδο της πραγματικής συναλλαγματικής ισοτιμίας του ευρώ μειώνουν την εξωτερική ζήτηση.

Σε αυτό το πλαίσιο, αναθεωρήσαμε τις προβλέψεις μας για ανάπτυξη σε 0,7% το 2002 και σε 1,5% το 2003. Όσον αφορά το πληθωρισμό για το 2003, αναθεωρήσαμε τις προβλέψεις μας σε 1,8% και για το δομικό πληθωρισμό σε 2,1%, κυρίως λόγω της ανατίμησης του ευρώ και των συνθηκών χαμηλής ζήτησης.

Οι προβλέψεις αυτές για τα δύο πιο σημαντικά για τη νομισματική πολιτική μακροοικονομικά μεγέθη της ευρωζώνης οδηγούν στην εκτίμηση ότι η ΕΚΤ θα μειώσει τα επιτόκια κατά 25 μονάδες βάσης κατά το πρώτο τρίμηνο του 2003 και θα τα διατηρήσει αμετάβλητα κατά το υπόλοιπο έτος.

Ωστόσο, η μεγάλη απόκλιση των μακροοικονομικών μεγεθών μεταξύ των χωρών της ευρωζώνης ενδέχεται να οδηγήσει σε καθυστέρηση της μείωσης των επιτοκίων κατά ένα τουλάχιστον τρίμηνο.

* Δείτε το πλήρες κείμενο στη Δεξιά Στήλη ”Συνοδευτικό Υλικό”.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v