Ο όρος «ειδική σχέση» χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά το 1946 από τον Ουίνστον Τσόρτσιλ για να περιγράψει τους αγγλοαμερικανικούς δεσμούς, ενώ τον επικαλέστηκε πρόσφατα η Τερέζα Μέι όταν μετέβη στις Ηνωμένες Πολιτείες για να συναντήσει τον Ντόναλντ Τραμπ τον Ιανουάριο. Η σχέση δε δείχνει τόσο «ειδική» αυτή τη στιγμή…
Η συμμαχία έχει έρθει αντιμέτωπη με τη σοβαρότερη δοκιμασία της μέχρι στιγμής, καθώς καταρρέει η εμπιστοσύνη μετά τη διαρροή πληροφοριών σχετικά με τη βομβιστική επίθεση στο Μάντσεστερ, τονίζουν δύο ανώτατοι αξιωματούχοι της βρετανικής κυβέρνησης που επικαλείται το Bloomberg ως πηγές.
Όπως πρόσθεσαν αυτά τα άτομα, η Μέι προσέγγισε αθόρυβα τον Τραμπ στη διάσκεψη του ΝΑΤΟ την Πέμπτη στις Βρυξέλλες στη διάρκεια «οικογενειακής φωτογραφίας», για να εκφράσει στον πρόεδρο τις ανησυχίες της.
Η διακριτική κίνηση της πρωθυπουργού υπογραμμίζει το πολιτικό δίλημμα της Βρετανίδας ηγέτιδας: η Μέι χρειάζεται τον Τραμπ περισσότερο από ποτέ, καθώς αποπειράται να σφυρηλατήσει έναν νέο ρόλο για τη χώρα της εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Προς το παρόν η Βρετανία είναι «έξαλλη» για τη διαρροή, τη στιγμή που η ελεύθερη ανταλλαγή άκρως απόρρητων πληροφοριών είναι ένας από τους πυλώνες του δεσμού μεταξύ των δύο συμμάχων.
Εξοργισμένοι και διχασμένοι
Ιδιωτικά, τα μέλη της ομάδας της Τερέζας Μέι είναι εξοργισμένα και εμφανίζουν απόκλιση απόψεων. Σύμφωνα με ανώτατο Βρετανό αξιωματούχο, είναι αδύνατο να υπάρξει εμπιστοσύνη για μεταφορά μυστικών πληροφοριών στις ΗΠΑ, αν λεπτομέρειες εμφανίζονται στους NYTimes 24 ώρες αργότερα. Όπως πρόσθεσε, η Βρετανία δεν θέλει «εμπορικό πόλεμο στην ανταλλαγή πληροφοριών», αλλά οι Αμερικανοί πρέπει να καταστήσουν αυστηρότερες τις διαδικασίες τους.
«Έχουμε ισχυρές σχέσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες, τον στενότερο εταίρο μας, και αυτό φυσικά έχει χτιστεί επάνω στην εμπιστοσύνη», τόνισε η Μέι όταν έφτασε στις Βρυξέλλες για τη διάσκεψη του ΝΑΤΟ. «Κομμάτι αυτού είναι το ότι γνωρίζουμε πως οι πληροφορίες μπορούν να ανταλλαχθούν με σιγουριά και θα καταστήσω σαφές στον πρόεδρο Τραμπ πως οι πληροφορίες που ανταλλάσσονται με υπηρεσίες επιβολής του νόμου πρέπει να είναι ασφαλείς», δήλωσε σύμφωνα με το πρακτορείο.
Ωστόσο Βρετανοί αξιωματούχοι σημειώνουν ότι η διαρροή πληροφοριών πυροδότησε μια μη συνηθισμένη δημόσια επίπληξη από την πλευρά της Μέι, αλλά οι δεσμοί Λονδίνου-Ουάσινγκτον πιέζονται εδώ και μήνες.
Απογοήτευση για το ελεύθερο εμπόριο
Κατά τη συνάντησή τους στο Λευκό Οίκο τον Ιανουάριο, Μέι και Τραμπ συμφώνησαν να προωθήσουν σχέδια για μια νέα συμφωνία ελεύθερου εμπορίου, η οποία υποτίθεται θα υπογραφεί αμέσως μόλις η Βρετανία αποχωρήσει από την Ευρωπαϊκή Ένωση το 2019.
Εντούτοις Βρετανοί υπουργοί έχουν αγχωθεί από τη ρητορική Τραμπ που επιμένει στις τάσεις προστατευτισμού στο θέμα του εμπορίου από τη στιγμή που βρέθηκε στην εξουσία, ενώ πλέον δεν είναι καν σίγουροι για το αν θα προχωρήσουν οι διαπραγματεύσεις για την νέα εμπορική συμφωνία, τόνισε άλλη πηγή από την κυβέρνηση που μίλησε στο πρακτορείο πριν τις τελευταίες εξελίξεις.
Όπως σχολιάζουν οι πηγές, οι Βρετανοί αξιωματούχοι δεν μπορούν να καταλάβουν για ποιο λόγο ο Ντόναλντ Τραμπ υποστηρίζει στις δηλώσεις του πως όλες οι εμπορικές συμφωνίες της Αμερικής είναι «κακές», την ίδια ώρα που ισχυρίζεται πως επιθυμεί νέα συμφωνία με το Ηνωμένο Βασίλειο.
Οι εγχώριες προκλήσεις που αντιμετωπίζει ο Αμερικανός πρόεδρος επίσης έχουν παράπλευρες συνέπειες για τις σχέσεις των ΗΠΑ με τη Βρετανία. Οι διπλωματικές συναλλαγές των δύο μερών έχουν σταθεί δύσκολες από τον Ιανουάριο και μετά, διότι ο Τραμπ σημειώνει πολύ αργή πρόοδο στην πρόσληψη ατόμων για την κάλυψη 5.000 βασικών ρόλων στην κυβέρνησή του, επισημαίνουν οι αξιωματούχοι.
Πάντως το πρόβλημα για τη συμμαχία αποδεικνύεται πολύ πιο ευρύ, καθώς η κυβέρνηση Μέι έχει απογοητευθεί από τον τρόπο με τον οποίο ο Τραμπ ηγείται της δικής του κυβέρνησης. Πριν την εκλογή του, αλλά και πριν γίνει πρωθυπουργός η Τερέζα Μέι, ένας από τους δύο υπευθύνους του πολιτικού της γραφείου τον είχε αποκαλέσει «στόκο» (chump).
Σε δηλώσεις του από τις Βρυξέλλες, ο Ντόναλντ Τραμπ ανέφερε ότι «οι διαρροές απόρρητων πληροφοριών αποτελούν σοβαρή απειλή στην εθνική μας ασφάλεια (…) δεν υπάρχει καμία σχέση που να είναι πιο πολύτιμη για εμάς, από την ειδική σχέση μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και του Ηνωμένου Βασιλείου». Ο πρόεδρος δεν έκανε συγκεκριμένη αναφορά στην πρόσφατη διαρροή, αν και καταδίκασε τη βομβιστική επίθεση.
Σε δικά της δημόσια σχόλια νωρίτερα, η Τερέζα Μέι έκανε λόγο για «ισχυρές σχέσεις», αλλά -πράγμα αρκετά αποκαλυπτικό- δεν τις αποκάλεσε ειδικές.