Όπως ανακοινώθηκε στην ομιλία του για την κατάσταση της Ένωσης για το 2016, ο πρόεδρος Ζαν Κλοντ Γιούνκερ απέστειλε σήμερα επιστολή προς τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Μάρτιν Σουλτς, ζητώντας τις απόψεις του Κοινοβουλίου σχετικά με δύο σημαντικά ζητήματα:
Πρώτον, μία πρόταση για την επικαιροποίηση της Συμφωνίας-Πλαισίου του 2010 για τις σχέσεις μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ώστε να επιτρέπεται στους/στις Επιτρόπους να είναι υποψήφιοι/-ες στις εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, χωρίς να χρειάζονται άδεια απουσίας από την εργασία.
Δεύτερον, την πρόθεση της Επιτροπής να καταστήσει πιο αυστηρό τον Κώδικα Δεοντολογίας των Επιτρόπων επεκτείνοντας την περίοδο «αναμονής» (cooling-off period) από τους 18 μήνες, όπως είναι σήμερα, στα δύο έτη για τους/τις πρώην επιτρόπους και στα τρία έτη για τον/την πρόεδρο της Επιτροπής.
Ο πρόεδρος Γιούνκερ δήλωσε: «Η Επιτροπή είναι πολιτικό θεσμικό όργανο που λογοδοτεί απευθείας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και ανανεώνεται κάθε πέντε χρόνια, με βάση το αποτέλεσμα των εκλογών για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Ήδη σήμερα, πολλά από τα μέλη της Επιτροπής έχουν θέσει υποψηφιότητα στις εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και είναι πρώην πρωθυπουργοί ή υπουργοί. Για το μέλλον θέλω κάτι που αποτελεί κοινή πρακτική σε όλα τα κράτη-μέλη μας: τα μέλη της Επιτροπής να είναι σε θέση να ασκήσουν το δικαίωμα του εκλέγεσθαι στις ευρωπαϊκές εκλογές, χωρίς να χρειάζεται να παραιτηθούν από τα καθήκοντά τους, όπως απαιτείται σήμερα βάσει της συμφωνίας-πλαισίου.
Οι εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο είναι και πρέπει να είναι αναγκαία "συνάντηση με τη Δημοκρατία", και τούτο ισχύει και για την Επιτροπή. Ταυτόχρονα, υπό το φως της πρόσφατης εμπειρίας με μέλη της προηγούμενης Επιτροπής, θεωρώ ότι ο Κώδικας Δεοντολογίας μας πρέπει να καταστεί αυστηρότερος, προκειμένου να θέτει τα υψηλότερα δυνατά πρότυπα δεοντολογίας για πιθανές περιπτώσεις σύγκρουσης συμφερόντων.
Για το μέλλον, θα ήθελα ιδίως να παραταθεί στα τρία έτη η περίοδος αναμονής για πρώην προέδρους. Οι αυστηρότεροι κανόνες ασφαλώς δεν επαρκούν για να επιτευχθεί αποδεκτή δεοντολογική συμπεριφορά σε όλες τις περιπτώσεις. Αποτελούν όμως το αναγκαίο σημείο εκκίνησης».