Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Εθνική: Αναθεώρηση προβλέψεων για ΑΕΠ Ευρωζώνης

Σε αναθεώρηση προς τα κάτω των εκτιμήσεων για τον ρυθμό ανάπτυξης της ευρωζώνης, προχώρησε η Εθνική, τον οποίο προσεγγίζει στο 0,9% (αντί του 1,2%) για το 2002 και στο 2,3% (αντί του 2,5%) για το 2003, ως αποτέλεσμα της πτώσης των χρηματιστηρίων.

Εθνική: Αναθεώρηση προβλέψεων για ΑΕΠ Ευρωζώνης
Η Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος κυκλοφόρησε το τεύχος Αυγούστου 2002 του μηνιαίου δελτίου για τη ζώνη του ευρώ (Euro Area Monthly). Το δελτίο εκδίδεται στην αγγλική γλώσσα για ενημέρωση των επενδυτών και αναφέρεται στις εξελίξεις των μακροοικονομικών μεγεθών και των χρηματοοικονομικών αγορών της ευρωζώνης, καθώς και στη νομισματική πολιτική της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (EKT).

Στο δελτίο εξετάζονται οι επιπτώσεις στην οικονομία της ευρωζώνης σειράς αρνητικών διαταραχών κατά τους τελευταίους μήνες και παρουσιάζονται οι αναθεωρημένες προβλέψεις για τον ρυθμό ανάπτυξης για το τρέχον έτος και το 2003. Συγκεκριμένα, τρεις κυρίως παράγοντες φαίνεται ότι επιβράδυναν την ανάκαμψη στις χώρες της ευρωζώνης: η ανατίμηση του ευρώ, η πτώση των χρηματιστηρίων και η ασθενέστερη, σε σχέση με την αναμενόμενη, άνοδο της οικονομίας των ΗΠΑ.

Σχετικά με την εγχώρια ζήτηση, επισημαίνεται ότι η καθοδική πορεία των διεθνών χρηματιστηρίων επέδρασε μειωτικά στην αξία των αντιστοίχων τοποθετήσεων των ευρωπαϊκών νοικοκυριών και συνεπώς στην αξία των αποταμιεύσεων τους, περιορίζοντας έτσι την καταναλωτική δαπάνη. Συγχρόνως, η πτώση των τιμών των μετοχών αυξάνει το κόστος κεφαλαίου για τις επιχειρήσεις, επιδρώντας αρνητικά στην επενδυτική δαπάνη. Η σωρευτική μείωση του ρυθμού ανάπτυξης μέσω της συνολικής εγχώριας ζήτησης – δηλαδή της κατανάλωσης και της επένδυσης - εκτιμάται ότι προσεγγίζει το 0,25 εκατοστιαίας μονάδας για το 2002 και το 0,15 εκατοστιαίας μονάδας για το 2003.

Από την άλλη πλευρά, η συνεχιζόμενη ανοδική πορεία του ευρώ δεν αφήνει μεγάλα περιθώρια στον εξαγωγικό τομέα της οικονομίας να λειτουργήσει ως κινητήρια δύναμη της ανάκαμψης. Συγκεκριμένα, η ανατίμηση του ευρώ κατά 16,3% από την αρχή του έτους έχει περιορίσει την ανταγωνιστικότητα των ευρωπαϊκών προϊόντων στη διεθνή αγορά κατά 6,8%. Eτσι, οι υψηλότερες τιμές των εξαγομένων προϊόντων, σε συνδυασμό με την ασθενή ανάπτυξη στον υπόλοιπο κόσμο – κυρίως στις ΗΠΑ – μειώνουν την ζήτηση από το εξωτερικό. Η αρνητική επίδραση των δύο αυτών παραγόντων στον ρυθμό ανάπτυξης είναι της τάξης των 0,35 εκατοστιαίας μονάδας για το 2002 και των 0,25 εκατοστιαίας μονάδας για το 2003.

Στο πλαίσιο των παραπάνω εξελίξεων, οι προβλέψεις της Διεύθυνσης Σχεδιασμού και Οικονομικής Ανάλυσης της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος για τον ρυθμό ανάπτυξης της ευρωζώνης αναθεωρούνται προς τα κάτω. Συγκεκριμένα, ο ετήσιος ρυθμός ανάπτυξης για το σύνολο των χωρών της ευρωζώνης αναμένεται να προσεγγίσει το 0,9% (αντί του 1,2%) για το 2002 και το 2,3% (αντί του 2,5%) για το 2003. Σημειώνεται ότι η αναθεώρηση αυτή οφείλεται κυρίως στην ενσωμάτωση της αρνητικής επίδρασης από την πτώση των χρηματιστηρίων, καθόσον η ανοδική πορεία του ευρώ είχε ήδη προβλεφθεί και, ως εκ τούτου, είχε ενσωματωθεί στις προηγούμενες προβλέψεις μας. Εξάλλου και οι εκτιμήσεις μας για την ανάκαμψη των ΗΠΑ ήταν ήδη συγκρατημένες. Συνεπώς, κινητήρια δύναμη της ανάκαμψης στην ευρωζώνη εκτιμάται ότι θα είναι η κατανάλωση, η οποία ενισχύεται από την βελτίωση του διαθέσιμου εισοδήματος λόγω της συνεχούς αύξησης των αποδοχών, σε συνδυασμό με περιορισμένη αύξηση της ανεργίας.

Ωστόσο, πρέπει να τονισθεί ότι μια άλλη παράμετρος της διεθνούς οικονομίας που ενδέχεται να επηρεάσει την πορεία της ανάκαμψης στην ευρωζώνη είναι η τιμή του πετρελαίου. Αν η διεθνής τιμή του πετρελαίου παραμείνει μέχρι και το 2003 γύρω στο τρέχον υψηλό επίπεδο κοντά στα 30 δολάρια το βαρέλι, τότε οι προβλέψεις μας για την ανάπτυξη καθίστανται ακόμα πιο απαισιόδοξες: ρυθμός 0,7% για το 2002 και 2,2% για το 2003. Η υπόθεση αυτή ενισχύεται από ενδεχόμενη στρατιωτική επιχείρηση στο Ιράκ.

Όσον αφορά τη νομισματική πολιτική, η τρέχουσα μακροοικονομική κατάσταση της ευρωζώνης θα μπορούσε να δικαιολογήσει μια ελαφρά μείωση των επιτοκίων κατά 25 μονάδες βάσης, δεδομένου ότι δεν υπάρχουν μεγάλα περιθώρια για δημοσιονομική επέκταση λόγω του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης. Ωστόσο, η ΕΚΤ μάλλον διστάζει να προχωρήσει σε περαιτέρω χαλάρωση της πολιτικής της καθώς ο δομικός πληθωρισμός δεν αναμένεται να υποχωρήσει στο ανώτερο επίπεδο του στόχου της ΕΚΤ (2%) πριν το δεύτερο εξάμηνο του 2003.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v