Το κομβικό ερώτημα για τις υποκλοπές και το προ-πόρισμα της PEGA

Υπάρχει διασύνδεση μεταξύ Predator και κυβέρνησης; Οι καυτές διαπιστώσεις, αναγωγές και προβληματισμοί στο προσχέδιο πορίσματος της ευρω-Εξεταστικής Επιτροπής. Ανάγκη διαλεύκανσης στην Ελλάδα πριν από τις εθνικές εκλογές.

Το κομβικό ερώτημα για τις υποκλοπές και το προ-πόρισμα της PEGA

Ένα είναι το κομβικό ερώτημα για τις τηλεφωνικές παρακολουθήσεις στην Ελλάδα: υπάρχει σχέση ανάμεσα στην επιλογή του παράνομου κατασκοπευτικού λογισμικού Predator και στην κυβέρνηση;

Εάν αποδειχθεί ότι υπάρχει σχέση, τότε η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός όχι απλώς δεν θα μπορούν να σταθούν ούτε στιγμή, αλλά θα βρεθούν αντιμέτωποι με ποινικές συνέπειες και ευρωπαϊκές κυρώσεις.
Εάν αποδειχθεί ότι δεν υπάρχει, τότε δεν τίθεται θέμα ποινών αλλά σοβαρών ευθυνών για τον πλημμελή έλεγχο εδώ και δυόμισι χρόνια που έκανε την πρώτη καταγγελία ο δημοσιογράφος Θανάσης Κουκάκης.

Εάν δεν αποδειχθεί ούτε το «ναι» ούτε το «όχι», οι σκιές θα παραμείνουν, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την ανέφελη πορεία της κυβέρνησης και για το πολιτικό κλίμα στη χώρα.

Η ανάλυση αυτού του καθοριστικού για τις εξελίξεις ερωτήματος από την εισηγήτρια της ευρω-Εξεταστικής Επιτροπής (PEGA) Σόφι Ιντ’ Βελντ, κατά τη χθεσινή παρουσίαση του προσχεδίου πορίσματος για την Ελλάδα και άλλες τέσσερις χώρες (Κύπρο, Ισπανία, Πολωνία, Ουγγαρία), μπορεί άνετα, δυστυχώς, να χαρακτηριστεί κόλαφος για την κυβέρνηση.

Κι αυτό επειδή θέτει δεδομένα, προβληματισμούς και αναγωγές τόσο για τα κυβερνητικά πρόσωπα που συνδέουν τις εταιρείες οι οποίες εμπορεύονται το παράνομο (!) Predator όσο και για τον έλεγχο που ΔΕΝ έγινε, όταν αποκαλύφθηκε η υπόθεση των τηλεφωνικών παρακολουθήσεων.

Ο θόρυβος που προκάλεσε αυτή η παρουσίαση από την Ολλανδή ευρωβουλευτή κ. Ιντ’ Βελντ οδήγησε τον πρόεδρο της PEGA Γερούν Λένερς στην επίσημη διευκρίνιση πως πρόκειται για προσχέδιο και όχι για τελικό πόρισμα, κάτι, όμως, που επισημάνθηκε εξαρχής τόσο από την εισηγήτρια όσο και από το ίδιο το κείμενο (“draft”).

H κίνηση του κ. Λένερς εξηγείται από την ιδιότητά του ως μέλους της ευρωομάδας ΕΛΚ, στην οποία ανήκει η ΝΔ. Και οδηγεί σε ασφαλείς εκτιμήσεις για την (επιεικώς…) δύσκολη θέση στην οποία έχει περιέλθει το Μαξίμου. Για την ιστορία, η κ. Ιντ’ Βελντ ανήκει στην ευρωομάδα των Φιλελεύθερων (Μακρόν) και όχι στην Αριστερά.

Ιδιαίτερα σκληρή, αν και αναμενόμενη, ήταν η επίθεση στην κ. Ιντ’ Βελντ από την ευρωβουλευτή της ΝΔ Άννα Μισέλ Ασημακοπούλου. «Δεν μπορούμε και δεν θα ανεχτούμε αβάσιμες, συκοφαντικές και προσβλητικές κατηγορίες κατά του πρωθυπουργού, της ελληνικής κυβέρνησης και εντέλει της χώρας μας. Κατηγορίες που βασίζονται σε προσωπικές ή πολιτικές ατζέντες», τόνισε.

Και πρόσθεσε, μεταξύ άλλων: «Η Ελλάδα έχει μια δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση και έχει επιτελέσει με συνέπεια το καθήκον της ως προς την αγαστή συνεργασία της με τα θεσμικά όργανα της ΕΕ σε θέματα κράτους δικαίου, ενώ θα συνεχίσει να εργάζεται στενά για να φέρει στο φως την αλήθεια σε σχέση με όλα αυτά τα ζητήματα».

Οι «ριπές» του προσχεδίου πορίσματος

Στο προσχέδιο γίνεται αναδρομή στα γεγονότα και στα πρόσωπα που έφεραν στο φως τις τηλεφωνικές παρακολουθήσεις στη χώρα, αρχής γενομένης από την καταγγελία του δημοσιογράφου Θανάση Κουκάκη.

Ποια σημεία του προσχεδίου το καθιστούν λίαν σκληρό για την ελληνική κυβέρνηση; Τα κάτωθι:

  • Οι αποκαλύψεις για τη χρήση του λογισμικού παρακολούθησης και της παρακολούθησης των δημοσιογράφων από την ΕΥΠ οδηγούν σε ένα πολύπλοκο και αδιαφανές δίκτυο σχέσεων, πολιτικών και επιχειρηματικών συμφερόντων, ρουσφετιών, νεποτισμού και πολιτικής επιρροής. Είναι εύκολο να χαθείς στον λαβύρινθο. Ωστόσο, αναδύονται μερικά μοτίβα. Μια πολιτική πλειοψηφία χρησιμοποιείται για την προώθηση των συγκεκριμένων συμφερόντων και όχι του γενικού συμφέροντος, κυρίως με τον διορισμό συνεργατών και πιστών σε θέσεις-κλειδιά όπως η ΕΥΠ, η ΕΑΔ και η Krikel.
  • H κατασκοπεία, ενδεχομένως σε συνδυασμό με νόμιμες υποκλοπές, χρησιμοποιείται ως εργαλείο πολιτικής εξουσίας και ελέγχου στα χέρια της ανώτατης πολιτικής ηγεσίας της χώρας. Εκ των προτέρων και εκ των υστέρων ελεγκτικοί μηχανισμοί έχουν σκόπιμα αποδυναμωθεί και η διαφάνεια και η λογοδοσία αποφεύγεται. Δημοσιογράφοι ή αξιωματούχοι που μάχονται κατά της διαφθοράς και της απάτης αντιμετωπίζουν εκφοβισμό και παρεμπόδιση και δεν υπάρχει προστασία των πληροφοριοδοτών.
  • Σε αντίθεση με άλλες περιπτώσεις, όπως η Πολωνία, η κατάχρηση του spyware (Predator) δεν φαίνεται να αποτελεί μέρος μιας ολοκληρωμένης αυταρχικής στρατηγικής, αλλά μάλλον ένα εργαλείο που χρησιμοποιείται σε ad hoc βάση για πολιτικά και οικονομικά οφέλη. Ωστόσο, διαβρώνει εξίσου τη δημοκρατία και το κράτος δικαίου και δίνει άφθονο χώρο στη διαφθορά, ενώ αυτές οι ταραγμένες εποχές απαιτούν αξιόπιστη και υπεύθυνη ηγεσία.
  • Η κυβέρνηση αρνείται την αγορά του λογισμικού κατασκοπείας Predator. Τότε πρέπει να συμπεράνουμε ότι για τα χακαρίσματα των τηλεφώνων του Κουκάκη και του Ανδρουλάκη ευθύνεται ένας μη κρατικός παράγοντας. Αυτό θα ήταν έγκλημα, σύμφωνα με την ελληνική νομοθεσία, και θα περίμενε κανείς από τις ελληνικές αρχές να ερευνήσουν άμεσα και δυναμικά μια τόσο σοβαρή υπόθεση. Ωστόσο, μέχρι στιγμής δεν υπάρχει αστυνομική έρευνα, παρά μόνο εισαγγελικές έρευνες μετά από καταγγελίες. Δεν έχουν κατασχεθεί υλικές αποδείξεις.
  • Επιπλέον, η υπόθεση ότι πίσω από τις επιθέσεις του Predator κρύβονται ιδιώτες είναι εξαιρετικά απίθανη, καθώς δεν εξηγεί την επιλογή των στόχων. (σ.σ. Νωρίτερα έγινε εκτενής αναφορά στους πολιτικούς, τους δημοσιογράφους που έχουν καταγγείλει την παγίδευσή τους, αλλά και στη λίστα με τα 33 ονόματα πολιτικών-δημοσιογράφων-επιχειρηματιών που δημοσίευσε το Documento την Κυριακή).
  • Δεν είναι αδύνατο να αποκτηθεί ή να χρησιμοποιηθεί το λογισμικό υποκλοπής χωρίς να το αγοράσουν απευθείας κυβερνητικοί φορείς. Μπορεί να αγοραστεί μέσω πληρεξούσιων, εταιρειών μεσιτών ή μεσαζόντων, όπως έχουμε δει σε άλλες περιπτώσεις, ή μπορεί να γίνουν διευθετήσεις με προμηθευτές spyware για την παροχή ορισμένων υπηρεσιών που σχετίζονται με λογισμικό υποκλοπής.
  • Χωρίς αμφιβολία, υπήρχαν στενές διασυνδέσεις και αλληλεξαρτήσεις μεταξύ ορισμένων προσώπων και γεγονότων που αφορούσαν την κυβέρνηση, την ΕΥΠ και τους παρόχους spyware, ιδίως την εταιρεία Krikel, που ήταν προτιμώμενος προμηθευτής εξοπλισμού επικοινωνιών και παρακολούθησης από την αστυνομία και την ΕΥΠ. Η Krikel συνδέεται στενά με πρόσωπα από το περιβάλλον του πρωθυπουργού Μητσοτάκη.
  • Από το 2019 οι ενέργειες της ΕΥΠ βρίσκονται υπό τον άμεσο έλεγχο του πρωθυπουργού, ο οποίος άλλαξε τη νομοθεσία μετά την εκλογική νίκη της ΝΔ. Τον Μάρτιο του 2021, όταν έφτασε στην ΑΔΑΕ αναφορά του κ. Κουκάκη για παρακολούθησή του (από την ΕΥΠ), η κυβέρνηση κατήργησε νομοθετικά το δικαίωμα της Αρχής να ενημερώνει τους πολίτες οι οποίοι είχαν μπει σε παρακολούθηση. H κίνηση αυτή στερεί από το άτομο το δικαίωμά του στην ενημέρωση. Η τροπολογία εισήχθη με αντικανονικό τρόπο, καθώς εντάχθηκε σε έναν εντελώς άσχετο νόμο (ένα νομοσχέδιο για τα μέτρα για την Covid και χωρίς τις προθεσμίες (συζήτησης) που απαιτούνται από το νόμο.

Κεφάλαιο «Δημητριάδης»

Στο ειδικό κεφάλαιο με μεσότιτλο «Γρηγόρης Δημητριάδης», αφού αναφέρεται η ιδιότητά του ως Γενικού Γραμματέα του Πρωθυπουργού και ανιψιός του, τονίζεται:

«Ο κ. Δημητριάδης είναι επίσης στενά συνδεδεμένος, με πολλούς τρόπους, με τον Φέλιξ Μπίτζιο και τον Γιάννη Λαβράνο (σ.σ. των εταιρειών Intellexa kai Krikel). Αυτό τον τοποθετεί στην καρδιά ενός δικτύου που συνδέεται προσωπικά και επαγγελματικά με βασικά πρόσωπα της Intellexa, της Krikel και της ΕΥΠ». (σ.σ. Αναφέρεται μάλιστα και η κουμπαριά Δημητριάδη-Λαβρένου).

Στο σημείο αυτό γίνεται η «περίεργη» επισήμανση ότι ο κ. Δημητριάδης φέρεται να γνωρίζει και τον Ανδρέα Λοβέρδο, ο οποίος ήταν υποψήφιος για την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ το 2021. (σ.σ. Υπενθυμίζεται ότι η παρακολούθηση του Νίκου Ανδρουλάκη έγινε το τρίμηνο που συνδιεκδικούσε την προεδρία του κόμματος).

Στην ελληνική Εξεταστική Επιτροπή η κυβερνητική πλειοψηφία αρνήθηκε να καλέσει μάρτυρες που πρότεινε η αντιπολίτευση, όπως οι Μητσοτάκης, Δημητριάδης, Βλάχου (σ.σ. η εισαγγελέας της ΕΥΠ), Κουκάκης.

Υπόθεση Ανδρουλάκη

Στο κεφάλαιο με μεσότιτλο «Νίκος Ανδρουλάκης» σημειώνεται: 

«Ο Νίκος Ανδρουλάκης ζήτησε επισήμως ενημέρωση για τους λόγους για τους οποίους τέθηκε σε παρακολούθηση από την ΕΥΠ. Η ΕΥΠ έχει αρνηθεί μέχρι στιγμής να του αποκαλύψει τους λόγους παρακολούθησης. Προσφέρθηκε να τον ενημερώσει ιδιωτικά, αλλά αυτό θα ήταν παράνομο. Ο κ. Ανδρουλάκης ζήτησε να κατατεθεί στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας ο φάκελος με τα στοιχεία της παρακολούθησής του, αλλά το αίτημά του απορρίφθηκε. (σ.σ. Γίνεται αναφορά στην επίκληση του «απορρήτου» από όσα πρόσωπα κατέθεσαν).

Η παρακολούθηση ενός πολιτικού είναι εξαιρετικά ασυνήθιστη και το ελληνικό Σύνταγμα προβλέπει ειδική προστασία των πολιτικών. Η κυβέρνηση μίλησε αρχικά για ξένες δυνάμεις που υποτίθεται ότι ζήτησαν την παρακολούθηση του κ. Ανδρουλάκη ή υπέδειξαν ότι ο λόγος μπορεί να ήταν η συμμετοχή του σε επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που είναι αρμόδια για τις σχέσεις με την Κίνα. Καμία από αυτές τις υποθέσεις δεν ήταν αξιόπιστη.

Η παρακολούθηση (Ανδρουλάκη) έγινε ενόψει εκλογών (στο ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ). Οι δημοσκοπήσεις προέβλεπαν ότι η ΝΔ θα έχανε την απόλυτη πλειοψηφία και το ΠΑΣΟΚ θα ήταν ο προτιμώμενος κυβερνητικός εταίρος. Το φθινόπωρο του 2021 υπήρχαν τέσσερις υποψήφιοι για την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ. Ο κ. Ανδρουλάκης λέγεται ότι ήταν ανοιχτός στην ιδέα, αλλά όχι υπό την πρωθυπουργία του κ. Μητσοτάκη. Ένας άλλος υποψήφιος, ο Ανδρέας Λοβέρδος, είχε υπηρετήσει νωρίτερα ως υπουργός σε κυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ».

Στο προσχέδιο επισημαίνεται ότι «η δημοσίευση από το Documento της λίστας με άλλους (τυχόν) στόχους ενισχύει την υποψία για πολιτικούς λόγους στην παρακολούθηση. Δεν υπάρχει απόδειξη γι' αυτές τις υποθέσεις, αλλά είναι σημαντικό να διερευνηθούν».

Σημειώνεται, τέλος, ότι στο προσχέδιο του πορίσματος διατυπώνεται η ανάγκη να διαλευκανθεί πλήρως η υπόθεση των τηλεφωνικών παρακολουθήσεων στην Ελλάδα πριν από τις εθνικές εκλογές.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v