Με τη φράση “δεν υπάρχουν νικητές και ηττημένοι, σας θεωρώ όλους συνεργάτες για να ξανακάνουμε το ΠΑΣΟΚ δύναμη ελπίδας”, ο Νίκος Ανδρουλάκης παρουσίασε την νέα ηγεσία της Κοινοβουλευτικής Ομάδας.
Δεδομένου ότι ο ίδιος δεν είναι βουλευτής, όρισε, όπως αναμενόταν, για τη θέση του προέδρου της Κ.Ο. τον μέχρι σήμερα δεύτερο κοινοβουλευτικό εκπρόσωπο του ΚΙΝΑΛ, Μιχάλη Κατρίνη. Η επιλογή, που έγινε προκειμένου να σηματοδοτηθεί η ανανέωση αλλά και λόγω των ικανοτήτων του βουλευτή, σημαίνει ότι ο κ. Κατρίνης θα εκπροσωπεί πλέον το κόμμα στη Βουλή στις συζητήσεις που θα γίνονται σε επίπεδο πολιτικών αρχηγών.
Πρώτος κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος παραμένει ο Κώστας Σκανδαλίδης με αναπληρώτρια την Νάντια Γιαννακοπούλου, η οποία στον πρώτο γύρο στήριξε τον Ανδρέα Λοβέρδο και στον δεύτερο τον κ. Ανδρουλάκη.
Γραμματέας της Κ.Ο. αναλαμβάνει η (εσωκομματική υποστηρήκτριά του) Ευαγγελία Λιακούλη, και - όπως επίσης αναμενόταν - αντικαθιστά τον Βασίλη Γκεγκέρογλου, με τον οποίον οι σχέσεις του νέου προέδρου δεν ήταν ποτέ καλές.
Αναπληρωτής Γραμματέας της Κ.Ο. ορίστηκε ο Γιώργος Αρβανιτίδης.
“Το ΠΑΣΟΚ επέστρεψε”
Παρότι το κόμμα εξακολουθεί, επισήμως, να ονομάζεται ΚΙΝΑΛ, ο κ.Ανδρουλάκης δεν ανέφερε ούτε σήμερα αυτό τον τίτλο. Αντιθέτως, μίλησε πολλές φορές για “το ΠΑΣΟΚ που επέστρεψε”, ενώ κάθε φορά που μιλούσε για το κόμμα του οποίου πλέον ηγείται έλεγε, απλώς, “ΠΑΣΟΚ”.
Η επίσημη αλλαγή του τίτλου θα γίνει, πιθανότατα, στο συνέδριο και θα είναι ΠΑΣΟΚ-Δημοκρατική Παράταξη. Κατά τις καλές γλώσσες η προσθήκη οφείλεται στην προσπάθεια “ανοίγματος” στις αντιδεξιές δυνάμεις. Κατά τις κακές, γίνεται για λόγους ΑΦΜ λόγω του μεγάλου τραπεζικού χρέους (230 εκατ. ευρώ) που έχει.
Ο κ. Ανδρουλάκης επανέλαβε ότι θα ξεκινήσει διαδικασία “αυτοοργάνωσης του Κινήματος” ώστε να γίνει “κόμμα ανοικτό και σύγχρονο, μακριά από πελατειακές σχέσεις”. Ως βασικό σύνθημα εμφάνισε το ίδιο που είχε και στην προεκλογική του καμπάνια: Ανανέωση, ενότητα, πολιτική αυτονομία. Τόνισε μάλιστα ότι “η κοινωνία μας παρακολουθεί διότι κουράστηκε από δύο κόμματα και τις άγονες αντιπαραθέσεις τους”, εννοώντας τη ΝΔ και τον ΣΥΡΙΖΑ, χωρίς να τα κατονομάσει.