Εξαιρετικά προσεκτικό εμφανίστηκε το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης απέναντι στην αμυντική συμφωνία με τη Γαλλία και την ενίσχυση του Πολεμικού Ναυτικού με τις φρεγάτες Belharra. Και δεν θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά, αφού, όπως υπενθύμισε και επισήμως η Κουμουνδούρου χθες, το παραπάνω «πακέτο« είχε δρομολογηθεί από το 2018, επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ δηλαδή, ωστόσο οι διαπραγματεύσεις για τις φρεγάτες δεν ολοκληρώθηκαν, λόγω των πρόωρων εκλογών λίγους μήνες μετά.
Τότε, μάλιστα, τη συζήτηση για τις 2+2 φρεγάτες είχε δημοσιοποιήσει πρόωρα ο αναπληρωτής υπουργός Άμυνας Φώτης Κουβέλης, προκαλώντας «συζητήσεις ή και αντιδράσεις«, όπως είχε διαρρεύσει, στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού αλλά και εντός της γαλλικής κυβέρνησης.
Η εκτίμηση (και) της Κουμουνδούρου είναι ότι αυτή τη φορά συνέβη το αντίθετο, καθώς οι ΗΠΑ φέρεται να ενθάρρυναν το ελληνογαλλικό deal, λόγω της σφοδρής ενόχλησης Μακρόν στη συμφωνία AUKUS που, μεταξύ άλλων, οδήγησε στην ακύρωση αγοράς γαλλικών υποβρυχίων από την Αυστραλία.
«Το έδαφος υπήρχε τόσο για την αμυντική συμφωνία Ελλάδας-Γαλλίας όσο και για τις φρεγάτες», τονίζουν αρμόδια στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία, εκφράζοντας μάλιστα ερωτήματα για τη διετή καθυστέρηση που επέδειξε η κυβέρνηση Μητσοτάκη στην ολοκλήρωσή τους.
Υπενθυμίζουν, δε, ότι το περσινό καλοκαίρι, εξ αφορμής της κρίσης που προκάλεσε το τουρκικό ερευνητικό σκάφος Oruc Reis, η αξιωματική αντιπολίτευση είχε παροτρύνει την κυβέρνηση να ολοκληρώσει τις σχετικές διαπραγματεύσεις που ξεκίνησαν επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, μεταξύ άλλων και στο πλαίσιο μιας λογικής ευρωπαϊκής στρατηγικής αυτονομίας. «Ωστόσο, οι κυβερνητικές παλινωδίες και οι εξοπλιστικές αγορές που ακολούθησαν, όχι μόνο άφησαν τη χώρα χωρίς αμυντική και διπλωματική στήριξη το φθινόπωρο του 2020, αλλά έχουν φουσκώσει υπέρμετρα τον λογαριασμό για μια υπερχρεωμένη χώρα όπως η Ελλάδα, βάζοντάς την σε μια κούρσα εξοπλισμών που ξεπερνά τα 10 δισ. ευρώ», τονίστηκε επισήμως χθες.
«Θα ελέγξουμε και το τελευταίο ευρώ»
Παρά το θετικό πλαίσιο, όμως, ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ δεν δηλώνει ακόμα αν θα ψηφίσει θετικά ή αρνητικά στη Βουλή, όταν έρθει προς έγκριση η συμφωνία. Σύμφωνα με πηγές, θέλει «ενημέρωση και σε κάθε λεπτομέρεια» για τους όρους της συμφωνίας, καθώς «όταν η χώρα έχει καεί στον χυλό των σκανδαλωδών εξοπλιστικών συμφωνιών στο παρελθόν, οφείλει να φυσάει και το γιαούρτι για τα νέα προγράμματα των πολλών εκατομμυρίων».
Όπως σημειώνουν με νόημα μάλιστα, η αξιωματική αντιπολίτευση είναι αντίθετη στη συνολική εικόνα των εξοπλιστικών προγραμμάτων που «τρέχει» η κυβέρνηση Μητσοτάκη, δεδομένων των οικονομικών και κοινωνικών αντοχών της χώρας. Δηλαδή:
- Την αγορά επιπλέον 6 Rafale.
- Την αγορά γαλλικών κορβετών (μπορεί να βρεθεί άλλη ενδιάμεση λύση μέχρι να τεθούν σε λειτουργία οι Belharra).
- Τον εκσυγχρονισμό 38 επιπλέον F16.
- Τη σκανδαλωδώς πανάκριβη επένδυση, όπως τη χαρακτηρίζει, στο Κέντρο εκπαίδευσης στην Καλαμάτα, το κόστος του οποίου υπερδιπλασιάστηκε, χωρίς καμία επαρκή αιτιολογία, σε σχέση με το αντίστοιχο που διαπραγματευόταν η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ.
Είναι ενδεικτική η προειδοποίηση που απευθύνει η Κουμουνδούρου στην κυβέρνηση: «Σε όλες τις εξοπλιστικές συμβάσεις που συνάπτει η κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη, θα ελέγξουμε και το τελευταίο ευρώ. Δεν έχουμε καμία απολύτως εμπιστοσύνη σε μια κυβέρνηση που διαχειρίζεται το δημόσιο χρήμα, όπως ορθά λένε και άλλα κόμματα της αντιπολίτευσης (σ.σ. το ΚΙΝΑΛ), με όρους "Μαξίμου Α.Ε."».