«Κάθε φορά που βλέπει τα δύσκολα, η κυβέρνηση αναζητά τρόπο αλλαγής της ατζέντας και ο πιο πρόσφορος είναι η ανακίνηση του θέματος της συνταγματικής αναθεώρησης. Σε αυτό το μικροκομματικό παιχνίδι, η ΝΔ δεν πρόκειται να συναινέσει». Με αυτά τα λόγια, υψηλόβαθμο στέλεχος της αξιωματικής αντιπολίτευσης σχολίαζε τη χθεσινή εισήγηση του Αλέξη Τσίπρα στην Πολιτική Γραμματεία του ΣΥΡΙΖΑ, όπου τόνισε την ανάγκη για ευρύτερες συναινέσεις. «Ειδικά ο πρωθυπουργός δεν δικαιούται να ομιλεί για συναινέσεις, αφού σε κάθε ευκαιρία αποδεικνύει ότι θέλει να διχάσει την κοινωνία προς ίδιον όφελος», σημειώνει η ίδια πηγή, απορρίπτοντας εξαρχής τον όποιο σχετικό κυβερνητικό σχεδιασμό. Σε αυτόν ο Κυριάκος Μητσοτάκης είχε αναφερθεί και από τη ΔΕΘ τον προηγούμενο μήνα, εκτιμώντας ότι ο κ. Τσίπρας θα «ξεθάψει» τώρα, λίγους μήνες πριν τις εκλογές, τη συνταγματική αναθεώρηση, διότι «αντιλαμβάνεται τους θεσμούς ως εργαλεία».
Εάν υπάρχει ένας κοινός τόπος για μία τολμηρή αναθεώρηση, σημειώνει ο επικεφαλής της αξιωματικής αντιπολίτευσης, «είμαστε έτοιμοι να προχωρήσουμε για το καλό της πατρίδας. Αν, όμως, ο κ. Τσίπρας θέλει απλά να εργαλειοποιήσει τη συζήτηση και να μας πει ότι κάνει μία αναθεώρηση με κοινωνικό πρόσωπο, ας κάνει αυτή την κουβέντα μόνος του».
Στη ΝΔ υπενθυμίζουν πως το 2016, ένα μήνα αφότου είχε εκλεγεί πρόεδρος του κόμματος ο Κυριάκος Μητσοτάκης πρότεινε στον πρωθυπουργό να δεχθεί όλα τα άρθρα που θεωρεί η ΝΔ αναθεωρητέα και το αντίστροφο, η αξιωματική αντιπολίτευση να αποδεχθεί όλα τα άρθρα τα οποία ο ΣΥΡΙΖΑ εκτιμά πως πρέπει να αλλάξουν. Με τον τρόπο αυτό -λένε- θα διασφαλιζόταν όχι μόνον ότι η επόμενη Βουλή θα είναι αναθεωρητική, αλλά και ότι η συνταγματική αναθεώρηση θα συντελεστεί με απλή πλειοψηφία, καθώς όλα τα προς αναθεώρηση άρθρα θα έχουν συγκεντρώσει πλειοψηφία στην παρούσα Βουλή, που θα υπερβαίνει τους 180 βουλευτές.
«Απάντηση δεν πήραμε, αλλά η πρόταση ισχύει στο ακέραιο», σημειώνουν στην Πειραιώς, διαμηνύοντας πως αυτό που θέλουν είναι μια μεγάλη, ουσιαστική συνταγματική αναθεώρηση και όχι κάτι λιγότερο από αυτό, δεδομένου ότι με τον ένα ή τον άλλο τρόπο μπλοκάρεται η αναθεωρητική διαδικασία για τουλάχιστον πέντε χρόνια.
Προσχέδιο πρότασης
Ήδη πάντως η ΝΔ έχει παρουσιάσει ένα προσχέδιο πρότασης για τη συνταγματική αναθεώρηση, όπως το παρουσίασε ο κ. Μητσοτάκης σε εκδήλωση του Κέντρου Ευρωπαϊκού Συνταγματικού Δικαίου, με στόχο τον καταστατικό εκσυγχρονισμό της χώρας για αναβάθμιση των θεσμών και ενίσχυση της συμβολής τους στην έξοδο από την κρίση.
Μεταξύ άλλων, προτείνονται:
1. Η διασφάλιση της προβλεπόμενης από το Σύνταγμα θητείας της Βουλής με κατάργηση της δυνατότητας προσχηματικών πολιτικών ελιγμών που κατατείνουν στην πρόωρη διάλυσή της με επίκληση εθνικού θέματος ή λόγω αδυναμίας εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας.
2. Περαιτέρω ενίσχυση της κυβερνητικής σταθερότητας -προτείνεται πενταετής θητεία της Βουλής.
3. Η αναβάθμιση του Κοινοβουλίου με εκσυγχρονισμό των νομοθετικών και ελεγκτικών διαδικασιών του και ενίσχυση του ρόλου των κοινοβουλευτικών μειοψηφιών.
4. Κατάργηση του άρθρου 86 περί ευθύνης Υπουργών.
5. Η επέκταση των αρμοδιοτήτων του Προέδρου της Δημοκρατίας χωρίς να αλλάζει ο τρόπος εκλογής του και χωρίς η εκλογή του να σχετίζεται με τη διάλυση της Βουλής.
6. Η αναπτυξιακή ώθηση με κίνητρα για την προσέλκυση επενδύσεων με ασφαλές φορολογικό και ασφαλιστικό περιβάλλον και περαιτέρω προστασία της ιδιοκτησίας.
7. Η ενίσχυση της λειτουργικής και προσωπικής ανεξαρτησίας των δικαστών.
8. Η κατάργηση του μονοπωλίου της Ανώτατης Δημόσιας Εκπαίδευσης.
9. H απλούστερη διαδικασία αναθεώρησης του Συντάγματος.
10. H κατάργηση περιττών και γραφειοκρατικών διατάξεων.
Σύμφωνα με το Σύνταγμα και τον Κανονισμό της Βουλής, για την έναρξη της διαδικασίας αναθεώρησης απαιτείται η σχετική πρόταση 50, τουλάχιστον, βουλευτών, στη συνέχεια συγκροτείται ειδική Επιτροπή της Βουλής, η οποία και καταλήγει στις αναθεωρητέες διατάξεις, οι οποίες και ψηφίζονται από την Ολομέλεια, σε διπλή ψηφοφορία. Η διαδικασία δεν ολοκληρώνεται παρά από την επόμενη Βουλή, δηλαδή αυτήν που θα προκύψει από τις επόμενες εθνικές εκλογές, η οποία και, τελικά, θα κρίνει αν και προς ποια κατεύθυνση θα γίνει η αναθεώρηση των διατάξεων. Εφόσον η παρούσα Βουλή ψηφίσει με πλειοψηφία 180 βουλευτών (3/5 του συνόλου) τις προς αναθεώρηση διατάξεις, στην επόμενη Βουλή θα αρκεί η απλή πλειοψηφία, προκειμένου να ολοκληρωθεί η αναθεώρηση.