Να πέσουν οι πολύ υψηλοί τόνοι της αντιπαράθεσης Αθήνας - Μόσχας θέλει το Μέγαρο Μαξίμου. Η σφοδρή ανταλλαγή πυρών ανάμεσα στις δύο κυβερνήσεις, όπως εκτιμούν στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ και των ΑΝΕΛ, δεν ωφελεί καμία από τις δύο πλευρές και πεποίθησή τους είναι ότι τα επόμενα 24ωρα η ελληνορωσική κρίση θα εκτονωθεί. Αυτό, όπως διαμηνύει υψηλόβαθμος κυβερνητικός παράγοντας, «δεν σημαίνει ότι η ελληνική κυβέρνηση θα αφήνει αναπάντητες πιθανές προκλήσεις, όχι μόνο από τη Ρωσία αλλά από οποιαδήποτε χώρα, ωστόσο το μόνο που δεν θέλουμε είναι να ανοίγουμε τέτοια μέτωπα χωρίς λόγο. Και η λογική είναι αυτή που θα πρυτανεύσει τελικά», εκτιμά.
Επί της ουσίας, η ελληνική κυβέρνηση προσπαθεί να κρατήσει λεπτές ισορροπίες, «σηκώνοντας το γάντι» όπου χρειάζεται, αλλά χωρίς να επιδιώκει περαιτέρω επιδείνωση των σχέσεων των δύο χωρών, σε μια περίοδο μάλιστα εξαιρετικά κρίσιμη. Δεν είναι τυχαίο ότι, αμέσως μετά την έκτακτη συνάντηση του Αλέξη Τσίπρα με τον υπουργό Εξωτερικών Νίκο Κοτζιά στο Μέγαρο Μαξίμου, κυβερνητικές πηγές σημείωναν ότι η Ελλάδα θα απαντά αποφασιστικά όποτε θίγεται ζήτημα εθνικής κυριαρχίας, ωστόσο «η κυβέρνηση ακολουθεί και θα συνεχίσει να ακολουθεί την πάγια πολιτική της για προώθηση των σχέσεων με τη Ρωσία σε διμερές και πολυμερές επίπεδο».
Σε χαμηλούς τόνους σχολίασε το θέμα ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Κατρούγκαλος: «Θα κάνουμε ό,τι είναι δυνατόν για να είναι προσωρινό επεισόδιο αυτό το σύννεφο που έχει σκιάσει τις ελληνορωσικές σχέσεις», υπογράμμισε.
Κίνδυνος αντιποίνων
Τα μέχρι στιγμής δεδομένα, πάντως, μόνο ευοίωνα δεν είναι αναφορικά με τις σχέσεις Αθήνας - Μόσχας. Έχουν προηγηθεί η απέλαση από τη χώρα μας των δύο Ρώσων διπλωματών, η αναβολή της επίσκεψης του υπουργού Εξωτερικών της Ρωσίας Σεργκέι Λαβρόφ στην Αθήνα και η αντιπαράθεση μεταξύ των δύο κυβερνήσεων για το αν ο τελευταίος προσεκλήθη από τον Έλληνα ομόλογό του ή θα ερχόταν κατόπιν δικής του πρωτοβουλίας. Όπως και να 'χει, ο κίνδυνος αντιποίνων είναι πάντα ένα σοβαρό ενδεχόμενο, ύστερα και από τις σχετικές αναφορές του Ρώσου πρέσβη στην Αθήνα Αντρέι Μασλόφ, ο οποίος βλέπει «αμερικανικό δάκτυλο» πίσω από την υπόθεση.
Η παρούσα εξέλιξη λαμβάνει χώρα σε μια ευαίσθητη χρονική στιγμή σε γεωστρατηγικό αλλά και οικονομικό επίπεδο. Από τη μία πλευρά, η άτυπη γενική «συμμαχία» Μόσχας - Άγκυρας και από την άλλη, η συνεργασία μεταξύ Ελλάδας κα Ρωσίας σε θέματα τουρισμού, επιχειρηματικών δράσεων και εμπορικών συναλλαγών, διαμορφώνουν ένα ρευστό σκηνικό με αβέβαιες τις εξελίξεις. Με ενδιαφέρον εξάλλου αναμένεται η στάση της Ρωσίας (αν δηλαδή έχει αλλάξει θέση ή όχι) σε μείζονα εθνικά μας θέματα, όπως τα ελληνοτουρκικά και το Κυπριακό, ενώ άγνωστη παραμένει και η τύχη της επίσκεψης του Αλέξη Τσίπρα στη Μόσχα, αποδεχόμενος τη σχετική πρόσκληση από τον Βλαντιμίρ Πούτιν.
Όξυνση σχέσεων
Την ίδια ώρα, προβληματισμός επικρατεί και στα κόμματα της αντιπολίτευσης από την όξυνση των σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών. Ο πρόεδρος της ΝΔ Κυριάκος Μητσοτάκης, από την Κρήτη, εξέφρασε την ενόχλησή του επειδή δεν έχει καμία ενημέρωση από την κυβέρνηση, επισήμανε ωστόσο ότι αν υπήρξε παρέμβαση από τη Μόσχα, η ελληνική πλευρά θα πρέπει να αντιδράσει αποφασιστικά. Εγκάλεσε δε το Μέγαρο Μαξίμου ότι «επιχειρεί να συνδέσει την υπόθεση των Ρώσων διπλωματών με τις δικαιολογημένες αντιδράσεις των πολιτών στη συμφωνία των Πρεσπών. Η ελληνική κοινωνία δεν αντιδρά επειδή είναι υποκινούμενη. Αντιδρά επειδή Τσίπρας και Κοτζιάς εκχώρησαν τη "μακεδονική" εθνότητα και γλώσσα», σημείωσε.
«Δεν παίζουμε με θέματα εξωτερικής πολιτικής», ήταν το μήνυμα του εκπροσώπου του ΚΙΝΑΛ Παύλου Χρηστίδη, ενώ η Χρυσή Αυγή ανέφερε πως «Τσίπρας και Καμμένος έχουν μετατρέψει την Ελλάδα σε προτεκτοράτο των ΗΠΑ και ασκούν επικίνδυνη πολιτική ενάντια στην παραδοσιακή μας σύμμαχο και ομόδοξη Ρωσία».
Το ΚΚΕ, εξάλλου, σε ανακοίνωσή του, τόνισε πως «η κρίση στις ελληνορωσικές διπλωματικές σχέσεις είναι αποτέλεσμα του συνολικότερου αυξανόμενου ανταγωνισμού ανάμεσα σε ΗΠΑ - ΝΑΤΟ και Ρωσία, αλλά και των επιλογών της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ να παίξει τον ρόλο "σημαιοφόρου" στους ΑμερικανοΝΑΤΟϊκούς σχεδιασμούς».