Η πτώση των ελληνικών τίτλων μετά την εισβολή στην Ουκρανία σημαίνει ότι οι αποτιμήσεις τους είναι τώρα ακόμη χαμηλότερες σε σχέση με εκείνες των άλλων αγορών της περιοχής και το discount είναι πλέον ελαφρώς υψηλότερο. Αν και οι αποτιμήσεις έχουν μικτό ιστορικό σε ό,τι αφορά την πρόβλεψη των αποδόσεων σε σύντομες περιόδους, αποτελούν σημάδι κατά την άποψή μας για τι ότι οι μετοχές της χώρας μας θα υπεραποδώσουν των λοιπών αναδυόμενων αγορών την επόμενη δεκαετία.
Η υπεραπόδοση θα οφείλεται εν μέρει στις αποτιμήσεις αλλά και στην άποψη ότι υπάρχουν πολύ περισσότερα περιθώρια για μια στροφή από τις μετοχές «ανάπτυξης», που κυριαρχούν στους δείκτες μετοχών μεγάλης κεφαλαιοποίησης των αναδυόμενων αγορών (αλλά των ΗΠΑ πλέον) σε μετοχές με τα χαρακτηριστικά που υπάρχουν στην Ελλάδα, ιδίως αν οι πραγματικές αποδόσεις αυξηθούν και ο τραπεζικός κλάδος αποκτήσει εκ νέου τα ηνία της αγοράς.
Το διάγραμμα του Γενικού Δείκτη
Υπάρχουν αρκετοί κίνδυνοι σε αυτή την άποψη, όπως για παράδειγμα, οι ελπίδες για ένα άμεσο τέλος του πολέμου, οι οποίες μπορεί να διαψευστούν, απειλώντας τις βραχυπρόθεσμες προοπτικές ανάπτυξης της χώρας, η επιστροφή της Ευρώπης σε καθεστώς στασιμοπληθωρισμού ή μια νέα άνοδο των ευρωπαϊκών ασφαλίστρων κινδύνου, που η εγχώρια αγορά είθισται να πρωτοστατεί.
Για τον εγχώριο δείκτη, η τιμή-στόχος των αναλυτών μετοχών παραμένει στις 1.175 μονάδες έως το τέλος του έτους, σχεδόν αμετάβλητος από πέρυσι τον Δεκέμβριο και 15 μονάδες χαμηλότερα από τον Φεβρουάριο. Το περιθώριο ανόδου εμφανίζεται ιδιαίτερα υψηλό στο 36% από το επίσης υψηλό του 33% στο τέλος του προηγούμενου μήνα. Η αγορά δεν έχει φτάσει ακόμη σε όρους δείκτη Ρ/Ε το χαμηλό του Μαρτίου του 2020 και του Νοεμβρίου του 2021, που ήταν εξαιρετικά tactical buys για τις εγχώριες μετοχές και οι δύο πυθμένες.
Το διάγραμμα του Δείκτη Υψηλής Κεφαλαιοποίησης
Το γεγονός ότι η εγχώρια αγορά είναι ιδιαίτερα ελκυστική σε όρους αποτίμησης, όπως υπολογίζει η JP Morgan είναι ιδιαίτερα σημαντικό. Η JP Morgan στη στρατηγική της για τις αναδυόμενες αγορές (ΕΜ), παρότι κατατάσσει την Ελλάδα ως μια από τις ελκυστικές αγορές της Κεντρικής και Νοτιοανατολικής Ευρώπης (CEEMEA), διατηρεί ουδέτερη σύσταση για τις ελληνικές μετοχές. Από την άλλη ωστόσο, το περιθώριο ανόδου που θέτει για την ελληνική αγορά είναι 38%, με βάση τρεις διαφορετικές προσεγγίσεις που υιοθετεί η αμερικανική τράπεζα, το οποίο είναι από τα υψηλότερα μεταξύ των αγορών που εξετάζει.
Το διάγραμμα του Τραπεζικού Δείκτη