Ισχυρή ζήτηση καταγράφηκε στη δημοπρασία του 7ετούς ομολόγου, με τις προσφορές των επενδυτών να υπερβαίνουν τα 12,5 δισ. ευρώ.
Η υπερπροσφορά οδήγησε και σε μείωση της αποτίμησης, με το επιτόκιο να προσδιορίζεται στο 1,9% πλέον έναντι «ανοίγματος» του βιβλίου στη ζώνη του 2,1% και υποχώρησης του επιτοκίου στο 2% νωρίτερα. Το κουπόνι είναι 1,875%.
Πηγές εκτιμούν ότι το ποσό που αντλείται (2,5 δισ. ευρώ) θα αξιοποιηθεί για την εξαγορά ακριβότερων δανείων.
Οπως αναφέρουν οι ίδιες πηγές, πάνω από το 70% των προσφορών που υποβλήθηκαν είναι από πραγματικά χρήματα (real money) ενώ η συμμετοχή του σχήματος των αναδόχων στις προσφορές ανέρχεται στα 430 εκατ. ευρώ.
Χρ. Σταϊκούρας: Επιτυχημένη η έκδοση
Βασική προϋπόθεση για να επιστρέψει η ελληνική οικονομία στην κανονικότητα είναι η συστηματική, ποιοτική και με χαμηλό κόστος χρηματοδότηση της χώρας από τις διεθνείς αγορές, δήλωσε ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας, αναφερόμενος στη σημερινή έξοδο στις αγορές.
«Η σημερινή έκδοση του επταετούς ομολόγου αξιολογείται ως ιδιαίτερα επιτυχής» υποστήριξε ο υπουργός Οικονομικών, σχολιάζοντας πως η βασική προϋπόθεση για την επιστροφή της ελληνικής οικονομίας στην κανονικότητα είναι η συστηματική και με χαμηλό κόστος χρηματοδότηση της χώρας. «Συνεχίζουμε βήμα-βήμα, με σχέδιο, ωριμότητα και αποφασιστικότητα», πρόσθεσε.
«Συγχαίρω τον Οργανισμό Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους και το υπουργείο Οικονομικών για την έκδοση του 7ετούς ομολόγου με το επιτόκιο-ρεκόρ του 1,9%» αναφέρει σε ανάρτησή του στο twitter ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης και προσθέτει «είναι μια ψήφος εμπιστοσύνης στις αναπτυξιακές προοπτικές της χώρας».
Πού στοχεύει το νέο 7ετές ομόλογο
Οπως μετέδωσε το πρωϊ το Euro2day.gr η έκρηξη στα ελληνικά κρατικά ομόλογα μετά τις ευρωεκλογές του Μαΐου, σε πλήρη συγχρονισμό με την εικόνα στην Ευρώπη, συμπίπτει τόσο με το εγχώριο πολιτικό σκηνικό όσο και με τις διαθέσεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να χαλαρώσει και πάλι την πολιτική της, εάν ο πληθωρισμός δεν επιταχυνθεί ή αν η ανάπτυξη απογοητεύσει, με νέες αγορές ομολόγων, μειώσεις επιτοκίων ή αλλαγές στην πολιτική της.
Σε αυτό το πλαίσιο, η κυβέρνηση θέλει να εκμεταλλευτεί το θετικό κλίμα στις διεθνείς αγορές στο έπακρον και να ολοκληρώσει τον ετήσιο στόχο της για την άντληση 7 δισ. ευρώ. Ο στόχος της έκδοσης είναι πρωτίστως η προσέλκυση «ποιοτικών» επενδυτών και δευτερευόντως η τιμολόγηση, που δεν αναμένεται να υπερβεί το 2%.
Με την απόδοση του δεκαετούς να έχει διαμορφωθεί στο 2,30% και του πενταετούς στο 1,26%, η προβολή του επταετούς δείχνει ότι η έκδοση θα πρέπει να τιμολογηθεί χαμηλότερα από το 2% και πιο κοντά στην περιοχή του 1,85%-1,95%. Αξίζει να σημειωθεί ότι η αγορά των ομολόγων περίμενε την έκδοση αμέσως μετά τις ευρωεκλογές.
Χαρακτηριστικά το εγχώριο δεκαετές υποχώρησε έως και οριακά χαμηλότερα του 2% πριν κινηθεί υψηλότερα, ενώ το πενταετές έφτασε στο 1% στις 4/7. Ταυτόχρονα, η συντηρητική επιλογή να μην κινηθεί η χώρα σε ομόλογα με περίοδο λήξεως μετά το 2032 έχει και αυτή τη σημασία της.
Toν Φεβρουάριο πέρυσι, στην προηγούμενη έκδοση 7ετούς ομολόγου, ύψους 3 δισ. ευρώ (benchmark ομόλογο), το κουπόνι είχε απόδοση 3,375% στη λήξη (ΥΤΜ), με τη συνολική απόδοσή του να είχε διαμορφωθεί στο 3,5%. Στη δευτερογενή αγορά, η απόδοση του ομολόγου σήμερα είναι πλέον στο 1,53%.
Στα στατιστικά στοιχεία της έκδοσης, πεδίο στο οποίο θα πρέπει να υπάρξει βελτίωση στην τρέχουσα έκδοση, οι προσφορές είχαν ξεπεράσει τα 6 δισ. ευρώ από 210 επενδυτές. Όσον αφορά στον τύπο των επενδυτών, το 37,4% ήταν θεσμικοί επενδυτές, το 31,5% hedge funds και το 22,9% τράπεζες.
Στην πρόσφατη έκδοση δεκαετούς ομολόγου, σε συντριπτικό ποσοστό η κατανομή έφτασε σε «πραγματικά χρήματα» και όχι σε hedge funds και διατέθηκε στο χαμηλότερο σημείο του εύρους της προ-τιμολόγησης.
Οι ελληνικοί τίτλοι φέτος
Οι όγκοι των συναλλαγών που παρατηρούνται στην εγχώρια αγορά ομολόγων είναι σημαντικά αυξημένοι, στα 5,32 δισ. ευρώ, και ήδη έχουν φτάσει τις αξίες των συναλλαγών του 2018, που ήταν κατά 9 φορές υψηλότερος από το 2017. Από τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος προκύπτει ότι σε αυτό το κλίμα ευφορίας, οι ελληνικές αποδόσεις διαμορφώνονται αρκετά κοντά στα ιστορικά χαμηλά, όπως σε αρκετά χαμηλά επίπεδα διαμορφώνεται και το ρίσκο της χώρας, όπως δείχνει το 5ετές Credit Default Swap (CDS), που βρίσκεται στις 230 μονάδες βάσης (μ.β.).
Σε σχέση με το γερμανικό 5ετές, το spread είναι στις +190 μ.β. αλλά σε σχέση με την Ιταλία είναι στις 35 μ.β. Ταυτόχρονα, σε σχέση με την Πορτογαλία, το premium του εγχώριου 5ετούς τίτλου είναι 138 μ.β. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, όλα τα ομόλογα της ευρωζώνης έως την περίοδο της 7ετίας έχουν μηδενική ή αρνητική απόδοση, ενώ το 30ετές ομόλογο δίνει απόδοση 1,57%.
Οι οίκοι αξιολόγησης
Πολλοί παρατηρητές της αγοράς ομολόγων εκτιμούν ότι η αλλαγή πολιτικού σκηνικού μετά τις εκλογές σε συνδυασμό με την πτώση των αποδόσεων των ελληνικών ομολόγων θα δώσει ώθηση στη χώρα να κινηθεί πιο γρήγορα προς την κανονικότητα και αυτό θα επιτρέψει στους οίκους αξιολόγησης να το επιβεβαιώσουν. Η τελευταία θετική έκθεση για τη χώρα είναι της καναδικής DBRS, που προχώρησε σε αύξηση δύο βαθμίδων, εκπλήσσοντας ευχάριστα την αγορά.
Οι επόμενες ημερομηνίες με σημασία για τη χώρα είναι:
- 2 Αυγούστου η Fitch Ratings
- 23 Αυγούστου η Moody’s
- 25 Οκτωβρίου 2019 η Standard and Poor’s
- 1 Νοεμβρίου η DBRS
Τη δεδομένη χρονική στιγμή, η Ελλάδα βαθμολογείται από τους οίκους αξιολόγησης με Β+ από τη Standard & Poor’s και θετική προοπτική, ΒΒ- από τη Fitch Ratings με θετικό outlook και Β1 από τη Moody’s με σταθερό outlook.
Η χώρα, με αρκετά χαμηλή πιστοληπτική διαβάθμιση Β+ από τη Standard & Poor’s ή ΒΒ- από τη Fitch Ratings (μια βαθμίδα παραπάνω), τη δεδομένη χρονική στιγμή πληρώνει επιτόκια που κινούνται αρκετά κοντά σε investment grade.
Η Πορτογαλία λ.χ. που αποτελεί το benchmark για τη χώρα, αξιολογείται με BBB σε όρους S&P και διαμορφώνεται 5 βαθμίδες υψηλότερα από την Ελλάδα, ενώ η Moody’s, η Fitch Ratings και η DBRS είναι 4 βαθμίδες υψηλότερα. Σε σχέση με την Κύπρο, που είναι σε βαθμίδα investment grade από τους S&P, Fitch και DBRS, στο πενταετές ομόλογο το premium του εγχώριου τίτλου ανέρχεται σε 100 μ.β. και στο δεκαετές στις 153 μ.β.
Η επιστροφή της Ελλάδας στην κατηγορία investment grade ή επενδυτική βαθμίδα σημαίνει πραγματική επιστροφή στην κανονικότητα και αναμένεται να λάβει χώρα στο δεύτερο εξάμηνο του επόμενου έτους, βάσει των αισιόδοξων προβλέψεων.