Έκπληξη προκάλεσε σε αρκετούς επενδυτές το γεγονός ότι στελέχη τραπεζών τούς τηλεφώνησαν, καλώντας τους να λάβουν μέρος στο ομολογιακό δάνειο του ΟΠΑΠ.
«Δείχνει να είναι παράλογο, γιατί με τον τρόπο αυτό οι τράπεζες ωθούν τους πελάτες τους να καταφύγουν στον ανταγωνισμό!» υποστηρίζει παράγοντας της αγοράς, συμπληρώνοντας πως «αν -όπως αναμένεται- ακολουθήσουν και άλλες μεγάλες εταιρικές εκδόσεις, τότε οι τράπεζες όχι μόνο θα χάσουν καταθέσεις αλλά επιπλέον θα δουν μερικούς από τους καλύτερους πελάτες τους στο κομμάτι των χορηγήσεων να επιλέγουν τον απευθείας δανεισμό από τους αποταμιευτές. Κάτι τέτοιο θα επηρεάσει πτωτικά τη μέση ποιότητα του χαρτοφυλακίου τους».
Η άποψη αυτή ωστόσο φαίνεται να είναι μειοψηφική και μάλιστα τα στελέχη των τραπεζών δεν φαίνεται να συμμερίζονται τέτοιες ανησυχίες. Αντίθετα μάλιστα, εύχονται να επιτύχει το εγχείρημα του ΟΠΑΠ.
Χαρακτηριστικά είναι τα όσα δηλώνει στο Euro2day.gr υψηλόβαθμο στέλεχος τραπεζικού ομίλου: «Τι θα συμβεί αν από την έκδοση του ΟΠΑΠ κάθε συστημική τράπεζα χάσει είκοσι ή τριάντα εκατομμύρια ευρώ σε καταθέσεις; Τίποτε. Αλλά ούτε τόσα θα χάσει και οι όποιες απώλειες θα είναι βραχυπρόθεσμες, ενώ τα οφέλη μεγαλύτερα και μακροπρόθεσμα.
Οι τράπεζες επικοινώνησαν με κάποιους επιλεγμένους πελάτες τους, οι οποίοι πολύ πιθανόν να μην πειράξουν καν τις εγχώριες καταθέσεις τους, προκειμένου να μπουν στη δημόσια εγγραφή του ΟΠΑΠ, αλλά να ρευστοποιήσουν άλλα χρηματοοικονομικά τους περιουσιακά στοιχεία».
Ανάλογες είναι οι θέσεις και υψηλόβαθμου στελέχους τραπεζικής ΑΧΕ: «Ας πάρουμε ένα πολύ ακραίο σενάριο, δεχόμενοι πως μέσα στα επόμενα τέσσερα ή πέντε χρόνια (ακραίο σενάριο) φύγουν από το τραπεζικό σύστημα ένα ή δύο δισ. ευρώ καταθέσεις για να τοποθετηθούν στην εγχώρια αγορά ομολόγων, η οποία θα έχει εκτοξευθεί. Ακόμη και σε μια τέτοια περίπτωση, δεν νομίζω πως οι τράπεζες έχουν λόγο να ανησυχούν. Κάθε άλλο μάλιστα και αυτό για τέσσερις κυρίως λόγους:
Πρώτον, γιατί τα λεφτά που θα αντλήσουν οι εγχώριες επιχειρήσεις από την ομολογιακή αγορά θα κατευθυνθούν είτε για επενδύσεις, είτε για αποπληρωμές παλαιότερων δανείων, άρα στο τέλος της ημέρας σε κάποιους τραπεζικούς λογαριασμούς θα καταλήξουν και πάλι.
Δεύτερον, γιατί από τις εκδόσεις των εταιρικών ομολόγων, αλλά και από τη μετέπειτα διαπραγμάτευσή τους στο ΧΑ, οι τράπεζες και οι θυγατρικές τους χρηματιστηριακές εταιρείες έχουν να καρπωθούν προμήθειες.
Τρίτον, γιατί μέσα από τις εκδόσεις αυτές μπορούν να επιστρέψουν «στο σύστημα» χρήματα που σήμερα βρίσκονται κρυμμένα σε θυρίδες και «στρώματα» και μελλοντικά -γιατί όχι- κεφάλαια από το εξωτερικό και
τέταρτον, γιατί το μακροπρόθεσμο και ουσιαστικό συμφέρον των τραπεζών δεν είναι να ανταγωνιστούν την αγορά εταιρικών ομολόγων αλλά να τη στηρίξουν. Το μεγαλύτερο πρόβλημα για τις ελληνικές τράπεζες είναι αναμφίβολα τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια και για να αντιμετωπιστεί αυτό το πρόβλημα χρειάζεται αύξηση του ΑΕΠ, άρα και ισχυρές επιχειρήσεις ικανές να χρηματοδοτηθούν απρόσκοπτα».
Το μεγάλο στοίχημα
Το σύνολο όμως των ερωτηθέντων από το Euro2day.gr συμφώνησε πως παράγοντας-κλειδί για την επιτυχία των εταιρικών ομολόγων είναι να υπάρξει επαρκής εμπορευσιμότητά τους στη δευτερογενή αγορά, δηλαδή κατά τη διαπραγμάτευσή τους στο Χρηματιστήριο της Αθήνας.
«Πολύ καλές και χρήσιμες οι εκδόσεις των MLS και Housemarket, αλλά από τον ΟΠΑΠ οι απαιτήσεις είναι σαφώς μεγαλύτερες και αφορούν στο ζήτημα της εμπορευσιμότητας των ομολογιακών του τίτλων. Σ’ αυτό συντελούν παράγοντες όπως το ηχηρό όνομα του ομίλου και ο κατά πολύ μεγαλύτερος αριθμός τεμαχίων. Κακά τα ψέματα όμως. Αν δεν καταφέρουμε να υπάρξει ικανοποιητική εμπορευσιμότητα, τότε δύσκολα στις επόμενες εκδόσεις θα βρεθεί μεγάλος αριθμός μικροαποταμιευτών που θα επενδύσει γνωρίζοντας ότι θα πρέπει να περιμένει έως τη λήξη του ομολόγου προκειμένου να αντλήσει ρευστότητα», αναφέρθηκε χαρακτηριστικά.