Ευκαιρίες για την ανάληψη σημαντικών projects στο εξωτερικό ανοίγονται για τους μεγάλους ελληνικούς ομίλους με τη χρηματοδοτική συμβολή του IFC και άλλων διεθνών οργανισμών, καθώς οι σχετικές πρωτοβουλίες το τελευταίο χρονικό διάστημα διευρύνονται και οι ελληνικές επιχειρήσεις διαθέτουν πλέον μεγαλύτερα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα στο συγκεκριμένο πεδίο σε σύγκριση με το παρελθόν.
Ενδεικτική για παράδειγμα είναι η κίνηση του IFC (Διεθνής Χρηματοδοτικός Οργανισμός, μέλος της Παγκόσμιας Τράπεζας) να συμβάλλει στην υλοποίηση σημαντικών επενδύσεων στο χώρο της ενέργειας και των υποδομών σε μια ευρεία σειρά γεωγραφικών περιοχών που ξεκινούν από την Ουκρανία (κυβερνητικοί κύκλοι έχουν δηλώσει κατά καιρούς ότι η Ελλάδα δεν θα μείνει έξω από τον κούρσα για την ανοικοδόμηση αυτής της χώρας) και επεκτείνονται στη Βόρεια Αφρική, στην Ανατολική Ευρώπη και στην Kεντρική Ασία.
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν και οι υποδομές σε τηλεπικοινωνίες, data centers και κυβερνοασφάλειας που αγγίζουν και τον κλάδο του ΙCT.
Πολιτική του IFC είναι να αποκτά μειοψηφική συμμετοχή στα εταιρικά σχήματα (η ελάχιστη δική του επένδυση συνήθως ξεκινά από τα είκοσι εκατ. ευρώ) που θα δημιουργηθούν για την υλοποίηση-αξιοποίηση των συγκεκριμένων projects, με την προϋπόθεση ότι θα υπάρξει ένας αξιόπιστος βασικός μέτοχος που θα τρέξει και θα ελέγχει την εταιρεία. Παράλληλα, η συμμετοχή του IFC και η συμμετοχή του στο διοικητικό συμβούλιο ενός τέτοιου joint venture ανοίγει σε μεγάλο βαθμό το δρόμο και για τη φθηνή χρηματοδότηση του σχήματος με τραπεζικό και ομολογιακό δανεισμό.
Βελτίωση θέσης ελληνικών επιχειρήσεων
Σύμφωνα με κύκλους της αγοράς, οι συγκεκριμένες πρωτοβουλίες τόσο του IFC, όσο και άλλων διεθνών οργανισμών δεν είναι καινούριες, πλην όμως μέχρι σήμερα οι ελληνικοί επιχειρηματικοί όμιλοι ήταν ουσιαστικά «κομμένοι» από τη διαδικασία της σχετικής αξιολόγησης, λόγω των γνωστών προβλημάτων της χώρας στα μέτωπα των δημοσιονομικών επιδόσεων και του κρατικού χρέους.
Ωστόσο, σύμφωνα με κύκλους της αγοράς, η κατάσταση αυτή την περίοδο φαίνεται πως είναι βελτιωμένη για τους ελληνικούς ομίλους, τουλάχιστον σε σύγκριση με κατασκευαστικές κι ενεργειακές επιχειρήσεις αρκετών άλλων χωρών των Βαλκανίων και της Ανατολικής Ευρώπης.
Η Ελλάδα έχει ανακτήσει την επενδυτική βαθμίδα, διαθέτει ως νόμισμα το ευρώ και οι εισηγμένες εταιρείες της ελέγχονται από τους αυστηρούς ευρωπαϊκούς εποπτικούς μηχανισμούς, όπως η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και κατά συνέπεια η ESMA (European Securities and Market Authorities).
Παράλληλα, αρκετοί ελληνικοί επιχειρηματικοί όμιλοι διαθέτουν μεγάλη εμπειρία σε χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, αλλά και σε δύσκολες περιοχές του πλανήτη, γεγονός σημαντικό για τη θετική αξιολόγηση των επιχειρηματικών σχεδίων τους στην Ουκρανία, αλλά και στην ευρύτερη περιοχή συμπεριλαμβανομένης και της Ρουμανίας.
Η επένδυση με συνεταίρο υπερεθνικούς οργανισμούς όπως την Παγκόσμια Τράπεζα δεν έχει μόνο προφανή οικονομικά οφέλη, αλλά παράλληλα μειώνει δραστικά και τον μακροπρόθεσμο επενδυτικό κίνδυνο που απορρέει από το συστημικό και το πολιτικό ρίσκο της χώρας.
Αρμόδιο γραφείο της World-Bank-ΙFC για την Ευρώπη, τη Μέση Ανατολή και την Αφρική είναι εκείνο με έδρα το Ντουμπάι όπου ηγείται το γνωστό υψηλόβαθμο στέλεχος της για την επιτυχία του στην ολοκλήρωση της χρηματοδότησης ύψους 1,3 δισ. ευρώ της αποκρατικοποίησης των 13 περιφερειακών αεροδρομίων της μνημονιακής τότε Ελλάδας, John Mantzavinatos.