Στις 18 Δεκεμβρίου αναμένεται να πέσει αυλαία στο πολυετές σίριαλ πώλησης της Εθνικής Ασφαλιστικής καθώς πρόκειται να συνεδριάσει το Διοικητικό Συμβούλιο της Εθνικής Τράπεζας, προκειμένου να εξετάσει, μεταξύ άλλων, την υπογραφή δεσμευτικής συμφωνίας με τη CVC Capital Partners.
Σύμφωνα με πληροφορίες, έχει επέλθει συμφωνία στους βασικούς όρους της συναλλαγής και ικανοποιήθηκε η απαίτηση της τράπεζας να πληρωθεί τοις μετρητοίς το σύνολο του συμφωνηθέντος τιμήματος.
Αν δεν υπάρξουν ανατροπές στις λεπτομέρειες, η Εθνική Τράπεζα θα εισπράξει 450 με 460 εκατ. ευρώ, αναλαμβάνοντας την υποχρέωση, βάσει της σύμβασης πώλησης, να επιστρέψει μέρος του τιμήματος (ρήτρα clawback), σε περίπτωση που δεν επιτυγχάνονται προκαθορισμένοι στόχοι πωλήσεων ασφαλιστικών προϊόντων, μέσω του δικτύου της.
Η διαγωνιστική διαδικασία πώλησης του 80% της Εθνικής Ασφαλιστικής επανεκκινήθηκε τον Οκτώβριο του 2019, η υποβολή, όμως, δεσμευτικών προσφορών συνέπεσε με την έκρηξη της πανδημίας στην Ευρώπη, τον περασμένο Μάρτιο. Η CVC Capital Partners ήταν η μοναδική που υπέβαλε δεσμευτική προσφορά, με αιρέσεις, λόγω της εξαιρετικά περιορισμένης ορατότητας όσον αφορά στην οικονομική επίπτωση της πανδημίας.
Τον περασμένο Αύγουστο, η Εθνική απευθύνθηκε εκ νέου στη CVC, ζητώντας αναθεωρημένη προσφορά. Το private equity fund προσέφερε, σύμφωνα με πληροφορίες που δεν έχουν διαψευσθεί, τίμημα της τάξης των 425 εκατ. ευρώ, το οποίο, μετά από διαπραγμάτευση, ανέβασε στην περιοχή των 450 με 460 εκατ. ευρώ.
Υπενθυμίζεται ότι ο διευθύνων σύμβουλος της Eθνικής Τράπεζας Παύλος Μυλωνάς, κατά την πρόσφατη παρουσίαση των αποτελεσμάτων Γ' τριμήνου του ομίλου, χαρακτήρισε την αποεπένδυση από την Εθνική Ασφαλιστική ως κίνηση ύψιστης σημασίας, σημειώνοντας ότι η τράπεζα είναι κοντά στο κλείσιμο συμφωνίας.
Σε περίπτωση πώλησης του 80% της Εθνικής Ασφαλιστικής έναντι τιμήματος 450 εκατ. ευρώ, η Εθνική δεν θα εγγράψει μεν αξιοσημείωτο κεφαλαιακό κέρδος, θα δει όμως τα εποπτικά της κεφάλαια να ενισχύονται κατά περίπου 150 μονάδες βάσης.
Το όφελος θα προκύψει από τη μείωση του σταθμισμένου σε κίνδυνο ενεργητικού και την απάλειψη των υφιστάμενων φίλτρων, που μειώνουν τα εποπτικά κεφάλαια της τράπεζας λόγω του μεγέθους της ασφαλιστικής δραστηριότητας.