Η Fitch αναβάθμισε το βράδι της Παρασκευής το ελληνικό αξιόχρεο σε ΒΒΒ- από ΒΒ+, θέτοντας σταθερές προοπτικές στην αξιολόγηση.
Είναι ο δεύτερος μεγάλος οίκος που αναβαθμίζει την Ελλάδα σε επενδυτική βαθμίδα, μετά την αναβάθμιση από την Standard and Poor’s τον Οκτώβριο (σε ΒΒΒ- από ΒΒ+) κάτι που ανοίγει το δρόμο στη συμμετοχή των ελληνικών ομολόγων σε δείκτες που παρακολουθούν χαρτοφυλάκια θεσμικών.
H Moody’s είχε προχωρήσει σε διπλή αναβάθμιση του ελληνικού αξιόχρεου σε Ba1 από Ba3 τον Σεπτέμβριο, παραμένοντας ωστόσο μια βαθμίδα κάτω από την επενδυτική. Εχει προηγηθεί σχετική κίνηση της DBRS στις αρχές Σεπτεμβρίου, αλλά και οι Scope και R&I.
Η αναβάθμιση λαμβάνει υπόψη τους ακόλουθους παράγοντες:
Ευνοϊκή δυναμική στο χρέος
Ο οίκος εκτιμά ότι ο λόγος χρέος προς ΑΕΠ θα παραμείνει σε έντονα πτωτική τροχιά, χάρη στην ισχυρή ονομαστική ανάπτυξη, την υπερεκτέλεση του προϋπολογισμού και την ευνοϊκή δομή του χρέους. Επίσης, θεωρεί ότι τα ρίσκα πολιτικής είναι σχετικά χαμηλά, με σταθερό πολιτικό πλαίσιο και δημοσιονομική πειθαρχία.
Προβλέπει ότι ο δείκτης του χρέους θα υποχωρήσει στο 160,8% εφέτος και στο 141,2% το 2027 από 171,4% το 2022. Η αναμενόμενη μείωση κατά 65 ποσοστιαίες μονάδες από τα υψηλά του 205% εντός πανδημίας είναι μεταξύ των καλύτερων επιδόσεων χώρας που αξιολογεί η Fitch, αν και ο δείκτης αναμένεται να παραμείνει σε σχεδόν τριπλάσια επίπεδα από αυτά των χωρών με αξιολόγηση ΒΒΒ. Παράγοντες που μετριάζουν το βάρος, όπως τα χαμηλά κόστη εξυπηρέτησης, οι μακρινές ωριμάνσης και το σημαντικό μαξιλάρι ρευστότητας μειώνουν τα ρίσκα για τα δημόσια οικονομικά.
Δέσμευση στη δημοσιονομική σύγκλιση
Η Ελλάδα διατηρεί υψηλή δέσμευση για δημοσιονομική σύγκλιση με το πρωτογενές πλεόνασμα να εκτιμάται ότι θα αυξηθεί στο 1,1% του ΑΕΠ το 2023 και θα κινηθεί κατά μέσο όρο στο 2,2% το 2024-5. Με μέσο πρωτογενές πλεόνασμα 1,1% την επόμενη διετία, το έλλειμμα θα υποχωρήσει κάτω του μέσου όρου των χωρών με ΒΒΒ (2,8%).
Οι ελληνικές αρχές σχεδιάζουν φορολογικές μεταρρυθμίσεις που αυξάνουν τα έσοδα το 2024 για να αντλήσουν πρόσθετα 600 εκατ. ευρώ για κοινωνικές δαπάνες. Σε συνδυασμό με τις προσπάθειες βελτίωσης της ψηφιοποίησης και της μείωσης στη φοροδιαφυγή, τα φορολογικά έσοδα θα μπορούσαν να ενισχυθούν, παρέχοντας πρόσθετο δημοσιονομικό χώρο για κεφαλαιακές δαπάνες ώστε να ενισχυθεί η ανάπτυξη.
Ανθεκτική ανάπτυξη
Η Fitch προβλέπει πλέον ανάπτυξη 2,4% το 2023, σε μια μικρή ανοδική αναθεώρηση από την τελευταία αξιολόγηση. Αυτό αντανακλά καλύτερη του αναμενόμενου τροχιά στην κατανάλωση τα τελευταία τρίμηνα, καθώς και την προσδοκία για διατήρηση ισχυρών επενδύσεων. Ο οίκος αναμένει ότι η ανάπτυξη θα διατηρηθεί σε παρόμοια επίπεδα (μέσο όρο 2,4%) τη διετία 2024-5 με βοήθειες από τον χαμηλότερο πληθωρισμό, την συνεχιζόμενη απορρόφηση κοινοτικών κονδυλίων και βελτιωμένη οικονομική εμπιστοσύνη. Τα ρίσκα σχετίζονται κυρίως με εξωγενείς εξελίξεις, αν και η Ελλάδα έχει αποδειχθεί ανθεκτική στη μείωση της ζήτησης από βασικούς εμπορικούς εταίρους, χάρη και στις ισχυρές επιδόσεις από τους κλάδους των υπηρεσιών.
Οι τράπεζες
Ο δείκτης για το ελληνικό τραπεζικό σύστημα αναβαθμίζεται σε bb από b μετά τις αναβαθμίσεις των δεικτών βιωσιμότητας των τεσσάρων συστημικών τραπεζών από τη Fitch τον Σεπτέμβριο. Η αναβάθμιση αντανακλά δομικές βελτιώσεις στην κερδοφορία των τραπεζών, οδηγώντας σε συγκέντρωση κεφαλαίων και συνεχιζόμενη βελτίωση στην ποιότητα ενεργητικού. Η κεφαλαιοποίηση του τραπεζικού τομέα ήταν στο 17,3% τον Ιούνιο, ενώ το μερίδιο των μη εξυπηρετούμενων δανείων στα τραπεζικά χαρτοφυλάκια μειώθηκε στο 8,6% το δεύτερο τρίμηνο, από 8,7% στα τέλη του 2022 και τα υψηλά του 46% το 2017.
Ο οίκος αναμένει περαιτέρω βελτίωση στην ποιότητα ενεργητικού βραχυμεσοπρόθεσμα, αλλά με πιο μέτριο ρυθμό, με τις πωλήσεις στοιχείων ενεργητικού να παίζουν μικρότερο ρόλο. Η αύξηση των πιστώσεων συνέχισε να περιορίζεται το 2023, αλλά αναμένεται να ςεπιταχύνει το 2024, καθώς η κοινωνία προσαρμόζεται σε περιβάλλον υψηλότερων επιτοκίων.
Η αξιολόγηση της Ελλάδας αντανακλά επίσης τους εξής παράγοντες - κλειδιά:
Θεμελιώδεις κινητήριες δυνάμεις: Οι αξιολογήσεις της Ελλάδας αντικατοπτρίζουν τα επίπεδα κατά κεφαλήν εισοδήματος και τους δείκτες διακυβέρνησης που είναι πολύ πάνω από τον μέσο όρο «BBB», καθώς και την αξιοπιστία της πολιτικής που υποστηρίζεται από το ότι αποτελεί μέλος της ευρωζώνης. Αυτά τα πλεονεκτήματα αντιπαραβάλλονται με τις κληρονομιές της κρίσης δημόσιου χρέους, που περιλαμβάνουν μεγάλα αποθέματα δημόσιου και εξωτερικού χρέους, καθώς και χαμηλό μεσοπρόθεσμο αναπτυξιακό δυναμικό και ορισμένες επίμονες ευπάθειες στον τραπεζικό τομέα.
Μέτριοι κίνδυνοι πληθωρισμού: Προβλέπουμε ότι ο ετήσιος εναρμονισμένος πληθωρισμός θα είναι κατά μέσο όρο 4,4% το 2023 και θα υποχωρήσει σταδιακά στο 2,9% το 2024 και στο 2% το 2025.
Η δυναμική της αγοράς εργασίας θα υποστηρίξει αύξηση των μισθών της τάξης του 7% φέτος, εκτιμά ο οίκος και πιθανότατα σε παρόμοια επίπεδα το επόμενο έτος, με την ανεργία να πλησιάζει σταδιακά τα επίπεδα του 2019 (και ορισμένοι κλάδοι να αντιμετωπίζουν τώρα ελλείψεις εργατικού δυναμικού). Αυτό θα διατηρήσει ορισμένους ανοδικούς κινδύνους σε ότι αφορά τον πληθωρισμό.
Έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών: Συνεχίζουμε να αναμένουμε σταδιακή βελτίωση του ελλείμματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών (CAD) κατά την προβλεπόμενη περίοδο χάρη στη βελτίωση των όρων εμπορίου και την έντονη αύξηση των εξαγωγών υπηρεσιών. Με μέσο όρο 6,1% το 2023-2025, το CAD θα παραμείνει μεταξύ των υψηλότερων στην ευρωζώνη, αλλά θα χρηματοδοτηθεί από τις αυξανόμενες καθαρές εισροές άμεσων ξένων επενδύσεων και τις μεταβιβάσεις της ΕΕ. Αυτό θα βοηθήσει στη μείωση των εξωτερικών κινδύνων. Προβλέπουμε, σημειώνει ο οίκος, ότι η θέση του καθαρού εξωτερικού χρέους θα βελτιωθεί κάπως χάρη στην απομόχλευση του δημόσιου τομέα, αν και στο προβλεπόμενο 108,3% του ΑΕΠ θα είναι πολύ πάνω από την τρέχουσα μέση τιμή «BBB» του 2,6%.
Τι μπορεί να αλλάξει
Παράγοντες που θα μπορούσαν, μεμονωμένα ή συλλογικά, να οδηγήσουν σε ενέργεια αρνητικής αξιολόγησης/υποβάθμιση:
-Δημόσια οικονομικά: Ανανεωμένη ανοδική τάση του χρέους της γενικής κυβέρνησης/ΑΕΠ, για παράδειγμα, λόγω διαρθρωτικής δημοσιονομικής χαλάρωσης, παρατεταμένης ασθενούς ανάπτυξης ή υλοποίησης σημαντικών πιθανών υποχρεώσεων.
-Μακροοικονομικά: Σοβαρό δυσμενές σοκ που θα επηρεάσει το μεσοπρόθεσμο αναπτυξιακό δυναμικό της Ελλάδας και θα επιδεινώσει την εξωτερική ανταγωνιστικότητα.
Παράγοντες που θα μπορούσαν, μεμονωμένα ή συλλογικά, να οδηγήσουν σε δράση/αναβάθμιση θετικής αξιολόγησης:
-Δημόσια οικονομικά: Επίμονη και σημαντική μείωση του χρέους της γενικής κυβέρνησης/ΑΕΠ, που οφείλεται, για παράδειγμα, στη δημοσιονομική εξυγίανση μεσοπρόθεσμα.
-Μακροοικονομικά: Βελτίωση του μεσοπρόθεσμου αναπτυξιακού δυναμικού και των επιδόσεων, για παράδειγμα, λόγω της υψηλότερης επενδυτικής δυναμικής ή/και της εφαρμογής διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.
Χατζηδάκης:
Ο Υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Κωστής Χατζηδάκης, έκανε την ακόλουθη δήλωση:
«Η αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας από τον οίκο Fitch επισημοποιεί την ανάδειξη της Ελλάδας στην επενδυτική κατηγορία από την πλευρά της πιστοληπτικής αξιολόγησης. Είναι μια μεγάλη εθνική επιτυχία!
Η Fitch είναι ο τρίτος - από τους τέσσερις αναγνωρισμένους από την ΕΚΤ- οίκος αξιολόγησης που απονέμει τους τελευταίους μήνες στη χώρα μας το καθεστώς της επενδυτικής βαθμίδας. Γεγονός που πιστοποιεί την πρόοδο της ελληνικής οικονομίας και τις ακόμη πιο θετικές προοπτικές που διανοίγονται με την εφαρμογή της πολιτικής μας. Δημιουργεί παράλληλα τις προϋποθέσεις για περαιτέρω ενίσχυση της εισροής επενδύσεων, καλύτερες συνθήκες χρηματοδότησης της οικονομίας, ανάπτυξη και αύξηση της απασχόλησης.
Υπογραμμίζω τις επισημάνσεις του oίκου για το ρεκόρ της μείωσης του χρέους κατά 65 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ , από το 205% κατά την περίοδο της πανδημίας στο 160,8 % εφέτος και 141,2 % του ΑΕΠ το 2027. Επίσης, τις επισημάνσεις για την πολιτική δημοσιονομικής υπευθυνότητας η οποία εκτός των άλλων εξασφαλίζει τους αναγκαίους πόρους για μόνιμα και έκτακτα μέτρα κοινωνικής πολιτικής. Τις προβλέψεις για ισχυρή ανάπτυξη και πολιτική σταθερότητα τα επόμενα χρόνια. Την πρόοδο στον τραπεζικό τομέα.
Η σημερινή αναβάθμιση είναι ένα σημαντικό σκαλοπάτι που οδηγεί τη χώρα μας ακόμα πιο ψηλά, με τη συνέχιση του συνδυασμού δημοσιονομικής σοβαρότητας με την κοινωνική ευαισθησία».