Ένα ολοστρόγγυλο μηδενικό. Αυτό αντιμετωπίζει η ΑΑΔΕ κατά τη διαδικασία εκκαθάρισης των φορολογικών δηλώσεων 221.000 ελεύθερων επαγγελματιών, των οποίων τα δηλωθέντα φορολογητέα έσοδα είτε είναι μηδενικά εξαρχής είτε μηδενίζονται με τη συνδρομή φουσκωμένων εξόδων.
Η δίοδος τεχνητής διόγκωσης των δαπανών επιχειρείται να κλείσει. Θα αναγνωρίζονται πιλοτικά στην αρχή από τους πρώτους μήνες του 2024 και υποχρεωτικά στη συνέχεια, με κλειδωμένους προσυμπληρωμένους κωδικούς, μόνο οι δαπάνες οι οποίες ταυτίζονται με ψηφιακά διαβιβασμένα ηλεκτρονικά τιμολόγια στο σύστημα MyDATA.
Ο δρόμος για την αποκάλυψη των κρυφών εισοδημάτων των συγκεκριμένων ελεύθερων επαγγελματιών αλλά και άλλων που δηλώνουν εισοδήματα «πείνας», αξιοποιώντας τις «τρύπες» του συστήματος για μη έκδοση αποδείξεων και τιμολογίων, έχει αρχίσει να περιορίζεται, αλλά είναι ακόμα μακρύς. Μέχρι τότε, ο εκάστοτε υπουργός Οικονομικών θα αναρωτιέται σχηματικά, όπως έκανε χθες (στον ΣΚΑΪ) ο Κωστής Χατζηδάκης, «πώς είναι δυνατόν το αφεντικό να δηλώνει εισόδημα χαμηλότερο από τον υπάλληλο, τον οποίο πληρώνει μάλιστα με τον κατώτατο μισθό;»…
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρέθεσε ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, σε σύνολο 676.000 ΑΦΜ ελεύθερων επαγγελματιών, ποσοστό 32,7% δηλώνει μηδενικό εισόδημα, ένα επιπλέον ποσοστό 25,5% δηλώνει εισόδημα έως 5.000 ευρώ και υπάρχει και ένα ποσοστό 20% το οποίο δηλώνει εισοδήματα πάνω από 10.900 ευρώ.
Οι ελεύθεροι επαγγελματίες φορολογούνται με την κλίμακα των μισθωτών, χωρίς το έμμεσο αφορολόγητο, επομένως από το πρώτο ευρώ και συνεχίζουν να επιβαρύνονται με το μνημονιακό κατάλοιπο του τέλους επιτηδεύματος με 650-1.000 ευρώ.
Σύμφωνα με τον Κωστή Χατζηδάκη, «δεν θα αυξήσουμε τους φορολογικούς συντελεστές για τους ελεύθερους επαγγελματίες» αλλά στα σχέδια του υπουργείου είναι αλλαγές στο σύστημα φορολόγησής τους, με στόχο ένα «πιο δίκαιο σύστημα» που θα επιτρέψει την κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος, δημιουργώντας παράλληλα δημοσιονομικό χώρο για τη μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης συνολικά, σε βάθος χρόνου.
Οι μεγαλύτερες απώλειες σε όρους εσόδων που διαφεύγουν τη φορολόγηση έρχονται από το μέτωπο του ΦΠΑ. Τα τελευταία στοιχεία της Κομισιόν, τα οποία δημοσιεύθηκαν χθες και αφορούν στο 2021, δείχνουν ότι η Ελλάδα ήταν στους τρεις χειρότερους της Ε.Ε σε όρους «κενού ΦΠΑ».
Στη Ρουμανία εντοπίζονται μακράν οι χειρότερες επιδόσεις, με το «κενό ΦΠΑ» στο 36,7%. Με απλά λόγια, στα 100 ευρώ ΦΠΑ που θα έπρεπε να εισπραχθούν θεωρητικά, τα 36,7 ευρώ δεν μπαίνουν ποτέ στο ταμείο και συνολικά έκαναν φτερά το 2021 δυνητικά έσοδα ΦΠΑ 8,996 δισ. ευρώ. Η Μάλτα έρχεται δεύτερη στην κατάταξη των χειρότερων επιδόσεων με κενό ΦΠΑ 25,7% αλλά, λόγω μεγέθους, οι απώλειες σε απόλυτα μεγέθη είναι μόλις 345 εκατ. ευρώ.
Η Ελλάδα, με το τρίτο μεγαλύτερο κενό ΦΠΑ στην Ε.Ε (17,8%), έρχεται στην τρίτη θέση με ετήσιες απώλειες 3,231 δισ. ευρώ. Ένα χρόνο νωρίτερα, το 2020, η Ελλάδα είχε κενό ΦΠΑ 21%, με απώλειες εσόδων 3,426 δισ. ευρώ και στόχος του οικονομικού επιτελείου είναι το κενό ΦΠΑ να πέσει στο 9% το 2026.
Αν οι προβλέψεις της Επιτροπής έπεφταν μέσα, το 2022 θα μπορούσαμε να έχουμε πέσει στο 10,4%. Αυτή είναι η πρόβλεψη των υπηρεσιών για τον περιορισμό του κενού ΦΠΑ, καθώς στο μεσοδιάστημα έχουν γίνει κάποια βήματα τόσο με αύξηση του ποσοστού πληρωμών με πλαστικό χρήμα και καλύτερη παρακολούθηση με ψηφιακά εργαλεία της ροής του χρήματος από την ΑΑΔΕ, σε συνδυασμό με εντατικούς ελέγχους και διασταυρώσεις στοιχείων.
Η πρόβλεψη κάθε άλλο παρά μπορεί να θεωρηθεί «κλειδωμένη». Και για το 2021 η Κομισιόν εκτιμούσε ότι το κενό ΦΠΑ στην Ελλάδα θα είχε μειωθεί στο 14,5%, αλλά τελικά προέκυψε σχεδόν τρεις μονάδες παραπάνω.
Ο στόχος του 9%, που έχει θέσει το οικονομικό επιτελείο, θα σήμαινε κατά τους υπολογισμούς του ΥΠΕΘΟ, 2 δισ. ευρώ παραπάνω έσοδα στο ταμείο του δημοσίου, αλλά ο πήχης σύντομα θα πρέπει να ανέβει υψηλότερα, αν θέλουμε να ακολουθήσουμε τον μέσο όρο της Ε.Ε.
Τα στοιχεία έδειξαν ένα τεράστιο άλμα προόδου στην Ε.Ε στο επίπεδο του κενού ΦΠΑ. Από το 9,6% του 2020, το κενό υποχώρησε στο 5,3% το 2021, με τα 99,3 δισ. ευρώ των απωλειών να περιορίζονται στα 60,6 δισ. ευρώ.
Στο επόμενο υπουργικό συμβούλιο, το ΥΠΕΘΟ αναμένεται να παρουσιάσει το πρώτο νομοσχέδιο της νέας κυβέρνησης με μέτρα για τον περιορισμό της φοροδιαφυγής.