Η εξαγορά των οκτώ ξενοδοχείων που διατηρούσε μέχρι πρότινος η κινεζική Fosun στην Ελλάδα δεν είναι η πρώτη επενδυτική κίνηση της Goldman Sachs στον εγχώριο τουριστικό κλάδο. Εδώ και χρόνια, οι Αμερικανοί έχουν αποδείξει έμπρακτα την εμπιστοσύνη τους στην ανάπτυξη του ελληνικού τουρισμού και τις δυνατότητές του.
Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι μέχρι τον προηγούμενο Σεπτέμβριο, όταν και μεταβίβασε το μερίδιό της στο κρατικό επενδυτικό κεφάλαιο της Σιγκαπούρης, GIC, στο πλαίσιο του mega deal των 2,3 δισ. ευρώ με το Sani/Ikos Group, η Goldman Sachs ήταν ένας από τους κύριους μετόχους του ομίλου με το ελληνικό DNA που σήμερα έχει ισχυρή παρουσία σε Ελλάδα, Ισπανία και Πορτογαλία.
Ωστόσο, αυτή δεν ήταν η μοναδική επένδυση της Goldman στον ελληνικό ξενοδοχειακό κλάδο. Λίγους μήνες πριν, τον περασμένο Οκτώβριο, ολοκληρώθηκε το οικονομικό κλείσιμο της συναλλαγής βάσει της οποίας η Goldman Sachs απέκτησε τα τρία ξενοδοχεία Athos Palace, Pallini Beach και Theophano Imperial, συμφερόντων της οικογενείας Γρηγοριάδη (GHotels Group) στη Χαλκιδική.
Συγκεκριμένα, η εν λόγω συμφωνία αφορούσε τα ξενοδοχεία του ομίλου που βρίσκονται κοντά στην Καλλιθέα, στην Κασσάνδρα Χαλκιδικής, σε ένα οικόπεδο 142 στρεμμάτων, το 4 αστέρων Pallini Beach, δυναμικότητας 485 δωματίων και bungalows, το επίσης 4 αστέρων Athos Palace με 413 δωμάτια και το 5 αστέρων Theophano Imperial Palace, δυναμικότητας 151 δωματίων.
Πρόσφατα, δε, ο διεθνής Τύπος, αναφερόμενος στις κινήσεις του αμερικανικού τραπεζικού κολοσσού επί ελληνικού εδάφους, έκανε λόγο για επενδύσεις 150-200 εκατ. ευρώ και «αναζήτηση σταθερών εσόδων στην Ελλάδα».
Σε ό,τι αφορά την αξιοποίηση του συγκροτήματος στη Χαλκιδική, πάντως, η Goldman Sachs έχει δρομολογήσει ένα ευρύ πλάνο αναβάθμισης των ξενοδοχείων με σκοπό την επανατοποθέτησή τους στον τουριστικό χάρτη. Στο πλαίσιο αυτό, έχει αιτηθεί την υπαγωγή του επενδυτικού της σχεδίου στο καθεστώς των Στρατηγικών Επενδύσεων, με το κίνητρο της φορολογικής απαλλαγής και της ταχείας αδειοδότησης. Στόχος είναι η ανάπτυξη ενός πολυτελούς resort 1.000 κλειδιών, το οποίο, μεταξύ άλλων, θα περιλαμβάνει ξενοδοχειακές εγκαταστάσεις, αυτόνομα διαμερίσματα - bungalows και ολοκληρωμένες υπηρεσίες εστίασης, spa και ψυχαγωγίας.
Οπως καταγράφεται στον σχετικό φάκελο που έχει κατατεθεί από την «Τουριστικά Συγκροτήματα Ελλάδος Α.Ε.» (στην οποία μοναδικός μέτοχος είναι η «GH XENIA BIDCO A.E.») στην Enterprise Greece, το επενδυτικό project, προϋπολογισμού περίπου 108 εκατ. ευρώ, αναμένεται να απασχολήσει περισσότερους από 500 εργαζόμενους ετησίως (πλήρους και μερικής απασχόλησης), που αντιστοιχούν σε περισσότερες από 300 Ετήσιες Μονάδες Εργασίας (Ε.Μ.Ε.).
Όπως ανέφερε ο διευθύνων σύμβουλος του αμερικανικού κολοσσού, Nabil Aquedim, η τελευταία τοποθέτηση της Goldman Sachs στην Ελλάδα, με την απόκτηση των οκτώ ξενοδοχείων της Fosun, «ευθυγραμμίζεται με τη στρατηγική μας για τη δημιουργία ενός χαρτοφυλακίου διαφοροποιημένων ξενοδοχείων και θέρετρων σε όλη τη Μεσόγειο».
Σύμφωνα, μάλιστα, με τις πληροφορίες, στόχος της Goldman, η οποία ενισχύει το αποτύπωμά της στον ελληνικό ξενοδοχειακό χάρτη, είναι η αναβάθμιση των ξενοδοχείων με τα brands Casa Cook και Cook's Club που ενέταξε στο χαρτοφυλάκιό της, το οποίο πλέον περιλαμβάνει assets σε πρωτοκλασάτους ελληνικούς τουριστικούς προορισμούς, στη Μύκονο (Casa Cook Mykonos), στη Σάμο (Casa Cook Samos), στη Ρόδο (Casa Cook Rhodes, Cook's Club Rhodes City Beach, Cook's Club Ialysos Rhodes), στην Κέρκυρα (Cook's Club Corfu), στην Κω (Cook's Club Tigaki Kos) και στην Κρήτη (Cook's Club Hersonissos).
Με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία, το portfolio της Fosun Tourism Group περιλαμβάνει συνολικά 15 ξενοδοχεία Casa Cook και Cook’s Club σε κορυφαίους τουριστικούς προορισμούς σε Ελλάδα, Αίγυπτο, Τουρκία, Ισπανία και Βουλγαρία.