Στα 543 εκατ. ευρώ έχει ανέβει ο λογαριασμός του σούπερ μάρκετ από τις αρχές του 2022 έως και τον Ιανουάριο του 2023. Μόνο πέρυσι, για την αγορά 0,8% περισσότερων προϊόντων που ανήκουν στην κατηγορία των ταχυκίνητων κωδικών όπως είναι παραδείγματος χάρη το γάλα αλλά και για φρέσκα προϊόντα, οι καταναλωτές πλήρωσαν επιπλέον μισό δισεκατομμύριο ευρώ και συγκεκριμένα 501 εκατ. ευρώ. Τάση η οποία συνεχίζεται και τη φετινή χρονιά. Τον Ιανουάριο, για την αγορά 2,5% λιγότερων προϊόντων ο λογαριασμός αυξήθηκε κατά 42 εκατ. ευρώ σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του 2022.
Με βάση τα στοιχεία της εταιρείας μέτρησης της κατανάλωσης IRI, τον Ιανουάριο οι πωλήσεις σε αξία αυξήθηκαν 7%, σε τεμάχια μειώθηκαν 2,5%, με τη μέση τιμή ανά τεμάχιο να καταγράφει αύξηση 9,8%. Πρωταθλητές, τον Ιανουάριο, στο νέο κύμα ανατιμήσεων με +14,6% ήταν τα προϊόντα για το σπίτι, με +10,9% τα προϊόντα προσωπικής υγιεινής και φροντίδας και ακολουθούν με 8,9% τα τρόφιμα και +9,8% όλη η κατηγορία των ταχυκίνητων κωδικών.
Στα τρόφιμα, οι ανατιμήσεις για έναν ακόμη μήνα πήραν φωτιά. Στα γαλακτοκομικά, οι τιμές ανά τεμάχιο αυξήθηκαν 17,1%, 8,1% στα συσκευασμένα τρόφιμα, 5,2% στα σνακ, 7,8% στα κατεψυγμένα και 12,4% στα συστατικά και βοηθήματα για τη μαγειρική.
Οι συνεχιζόμενες ανατιμήσεις με διψήφιο ποσοστό σε βασικές κατηγορίες προϊόντων αποτελούν τον βασικό λόγο μετακίνησης των καταναλωτών στα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας. Σε αυτό έχει βοηθήσει σημαντικά και το καλάθι του νοικοκυριού. Αποτέλεσμα, οι πωλήσεις σε αξία της κατηγορίας των pl να εμφανίσει τον Ιανουάριο ανάπτυξη 21,3%. Το μερίδιό τους πλέον διαμορφώνεται στο 17,7%, δηλαδή επέστρεψε στα επίπεδα της οικονομικής κρίσης και συγκεκριμένα στο 2012. Πάντως δεν είναι το υψηλότερο μερίδιο που έχει δει η αγορά την τελευταία δεκαετία. Το υψηλότερο μερίδιο των pl, που ήταν 19%, καταγράφηκε το 2014.
Οι υψηλές τιμές έχουν επιδράσει και στα καταστήματα που επιλέγουν οι καταναλωτές για τις αγορές τους. Τον Ιανουάριο, οι πωλήσεις των υπερμάρκετ αυξήθηκαν 11% και το μερίδιό τους ανέρχεται πλέον στο 15%. Ο δεύτερος μεγαλύτερος ρυθμός ανάπτυξης +10,5% καταγράφηκε στα καταστήματα έως 400 τ.μ. που ελέγχουν το 13,9% της αγοράς, ενώ μονοψήφια ήταν η ανάπτυξη των πωλήσεων +6,4% και 5% των καταστημάτων από 400-1.000 τ.μ. και 1.000-2.500 τ.μ. αντίστοιχα. Οι δύο αυτοί τελευταίοι τύποι καταστημάτων ελέγχουν το 71% της αγοράς.