«Η πορεία της ασφαλιστικής παραγωγής του Ιανουαρίου αντανακλά τόσο τη φετινή στόχευση του κλάδου όσο και τις προτιμήσεις των πελατών, όπως αυτές έχουν επηρεαστεί από την τρέχουσα πανδημία. Τα συμβόλαια υγείας και τα αποταμιευτικά-επενδυτικά προγράμματα θα αποτελέσουν φέτος την αιχμή του δόρατος των ασφαλιστικών δικτύων, καθώς οι λοιπές καλύψεις είτε θα υποχωρήσουν είτε θα διατηρηθούν στα ίδια περίπου επίπεδα με τα περυσινά».
Αυτά δηλώνει στο Euro2day.gr γνωστός παράγοντας του κλάδου, σημειώνοντας πως τον φετινό Ιανουάριο, η παραγωγή του κλάδου οχημάτων υποχρεώθηκε σε πτώση 8,5% σε σύγκριση με τον αντίστοιχο μήνα του 2020, ενώ αντίθετα οι καλύψεις υγείας ανέβηκαν κατά 10,7% και τα ζωικά προϊόντα κατά 22,7%, ωθούμενα κατά κύριο λόγο από τα επενδυτικά-συνταξιοδοτικά προγράμματα.
Σύμφωνα με τους ίδιους κύκλους, είναι λογικό μετά από μια μεγάλη υποχώρηση του ΑΕΠ να επηρεαστεί αρνητικά η ζήτηση για ασφαλιστικές καλύψεις από κλάδους όπως η εστίαση, ο τουρισμός, οι μεταφορές και το λιανικό εμπόριο. Υπάρχουν έμποροι που δεν ασφάλισαν τα καταστήματά τους όταν αυτά ήταν κλειστά ή τα οχήματά τους όταν δεν τα κυκλοφορούσαν.
Από την άλλη πλευρά, όμως, η πανδημία ευαισθητοποίησε σε σημαντικό βαθμό τα νοικοκυριά σε ό,τι αφορά τη σημασία που έχει η υγεία και στο κατά πόσο θα πρέπει να είναι καλυμμένα απέναντι σε ένα δυσμενές ενδεχόμενο. Όσο και αν μεγάλο τμήμα της ανόδου που εμφανίζεται στα στοιχεία της παραγωγής είναι αποτέλεσμα των αυξήσεων στα τιμολόγια, κύκλοι της αγοράς θεωρούν πως υπάρχουν περιθώρια για περαιτέρω διείσδυση του ασφαλιστικού κλάδου στον συγκεκριμένο τομέα μέσα στη φετινή χρονιά.
Σε ό,τι αφορά την αυξημένη αποδοχή των επενδυτικών-αποταμιευτικών συμβολαίων, καταλυτικό ρόλο παίζει το περιβάλλον των μηδενικών πλέον τραπεζικών επιτοκίων, καθώς πολλοί αποταμιευτές ωθούνται σε επιλογές χαρτοφυλακίων υψηλότερου ρίσκου, προκειμένου να διεκδικήσουν κάποιες «αξιοπρεπείς» αποδόσεις.
Αναμφίβολα, εμπόδιο αποτελεί το ότι η συγκεκριμένη κατηγορία των αποταμιευτών διστάζει να αναλάβει υψηλό ρίσκο, ωστόσο ως αντεπιχειρήματα προβάλλονται τα μηδενικά τραπεζικά επιτόκια, καθώς και το γεγονός ότι οι κίνδυνοι περιορίζονται όσο μακραίνει ο χρονικός ορίζοντας μιας επένδυσης και όταν οι επενδύσεις επαναλαμβάνονται κατά τακτά χρονικά διαστήματα (περιοδικές καταβολές).
Αυτό που αξίζει να σημειωθεί, είναι ότι ενώ κατά το παρελθόν το μεγαλύτερο τμήμα των αποταμιευτικών-επενδυτικών προϊόντων προερχόταν από τα τραπεζικά καταστήματα, αυτή την περίοδο σημαντική δουλειά γίνεται και από τα φυσικά δίκτυα διαμεσολαβούντων.
Το δέλεαρ των καταθέσεων
Ένας άλλος παράγοντας που κινητοποιεί φέτος τον ασφαλιστικό κλάδο είναι η πολύ σημαντική αύξηση των καταθέσεων των νοικοκυριών κατά τη διάρκεια της πανδημίας (γύρω στα 11 δισ. ευρώ από τον Μάρτιο του 2020 έως και τον Ιανουάριο του 2021).
Χαρακτηριστικά είναι τα όσα δηλώνει γνωστός παράγοντας από τον χώρο της ασφαλιστικής διαμεσολάβησης: «Οι Έλληνες δεν έβγαλαν περισσότερα χρήματα μέσα στην πανδημία, αλλά οι αυξημένες καταθέσεις προέκυψαν σε μεγάλο βαθμό επειδή περιόρισαν αναγκαστικά τα έξοδά τους, αναβάλλοντας πολλές φορές προγραμματισμένες αγορές τους. Ένα μεγάλο μέρος αυτών των επιπλέον 11 δισ. ευρώ που συσσωρεύτηκαν στις τράπεζες αναμένεται να φύγει από εκεί, όταν η υγειονομική κατάσταση αρχίσει να ομαλοποιείται και τα περιοριστικά μέτρα αμβλυνθούν.
Από αυτά τα 11 δισ. ευρώ οι παράγοντες όλων των οικονομικών κλάδων θα διεκδικήσουν να κερδίσουν όσο το δυνατόν μεγαλύτερο κομμάτι της πίτας. Το ίδιο θα πρέπει να κάνουν και τα ασφαλιστικά δίκτυα.
Πώς μεταφράζεται αυτό για τους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές; Ενώ κατά τη διάρκεια της κρίσης που οι αποταμιεύσεις μειώνονταν, ζητούσαμε από τους πελάτες μας να ασφαλιστούν εξασφαλίζοντας χρήματα από το υστέρημά τους, τώρα θα τους ζητήσουμε να βρουν χρήματα, διαθέτοντας ένα κομμάτι από το περίσσευμα των καταθέσεών τους, προκειμένου να καλύψουν ανάγκες όπως η υγεία και η σύνταξη».