Σοβαρές ενστάσεις διατυπώνει η EKT στο αρχικό σχέδιο που κατατέθηκε από την ελληνική πλευρά αναφορικά με το νέο πλαίσιο που θα διαδεχτεί το νόμο Κατσέλη. Μάλιστα για το σκοπό αυτό η ΕΚΤ συστήνει στην κυβέρνηση να διαβουλευτεί ουσιαστικά και έγκαιρα με όλους τους ενδιαφερόμενους φορείς, συμπεριλαμβανομένης της Τράπεζας της Ελλάδος υπό την ιδιότητά της ως της εθνικής αρχής μακροπροληπτικής εποπτείας, διότι οι διαβουλεύσεις μπορούν να αποσαφηνίσουν πτυχές του σχεδίου νόμου που δεν είναι άμεσα εμφανείς.
Να σημειωθεί ότι τα παρακάτω αφορούν την αρχική πρόταση της κυβέρνησης (στάλθηκε στις 19 και 22 Φεβρουαρίου) και όχι αυτή που κλείδωσε χθες στο Μέγαρο Μάξιμου και εστάλη εν συνεχεία στις Βρυξέλλες. Κατά συνέπεια δεν είναι ξεκάθαρο πόσες από τις παρακάτω ενστάσεις «θεραπεύτηκαν».
Σε κάθε περίπτωση η κριτική εστιάζει στα εξής:
1. Το σχέδιο νόμου μπορεί να έχει αρνητικές επιπτώσεις στα πιστωτικά ιδρύματα, ιδίως όσον αφορά την κεφαλαιακή επάρκεια, τις ανάγκες σχηματισμού προβλέψεων και την ποιότητα των στοιχείων του ενεργητικού τους, καθώς αυτά ενδέχεται να υποχρεωθούν σε προσαρμογές των όρων αποτίμησης των δανειακών τους χαρτοφυλακίων. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να έχει σημαντικό αντίκτυπο στα επίπεδα προβλέψεων και στο κεφάλαιο των πιστωτικών ιδρυμάτων λόγω της αβεβαιότητας που το σχέδιο νόμου εισάγει ενδεικτικά σε ό,τι αφορά τον αριθμό των προσώπων που εν τέλει θα υποβάλουν αίτηση υπαγωγής στις διατάξεις του, το ποσό της οφειλής που θα συμπεριληφθεί, το ύψος των περικοπών (haircuts) που θα εφαρμοστούν και την αποτίμηση που η εισαγωγή του ενδέχεται να καταστεί αναγκαία για εποπτικούς και λογιστικούς λόγους.
2. Το σχέδιο νόμου ενδέχεται ακόμη να έχει δυσμενείς επιπτώσεις στις πωλήσεις δανείων και στις τιτλοποιήσεις, καθώς επιτρέπει σε οφειλές που τιτλοποιούνται βάσει του νόμου 3156/2003 για ομολογιακά δάνεια, τιτλοποίηση απαιτήσεων και απαιτήσεων από ακίνητα και άλλες διατάξεις, καθώς και σε οφειλές που μεταβιβάζονται βάσει του νόμου για τη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, να ρυθμίζονται και βάσει των διατάξεών του, παρέχει δε νομική προστασία σε ένα ευρύ φάσμα οφειλών που περιλαμβάνουν και τις επιχειρηματικές.
3. Το σχέδιο νόμου εισάγει αλλαγές που μπορούν να επηρεάσουν την ικανότητα των δανειστών να διασφαλίσουν τη θέση σε ισχύ των συμφωνημένων όρων εξασφαλισμένης πίστωσης στην Ελλάδα, γεγονός που ενδέχεται να διακυβεύσει την ασφάλεια δικαίου και την επαρκή διαχείριση του πιστωτικού κινδύνου από τα πιστωτικά ιδρύματα.
4. Το σχέδιο νόμου ενδέχεται να έχει σημαντικό αντίκτυπο στα πιστωτικά ιδρύματα και επιπτώσεις στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα λόγω της ευρύτητας του πεδίου εφαρμογής του όσον αφορά τα είδη των επιλέξιμων οφειλών (συμπεριλαμβανομένων των επιχειρηματικών) και της σημασίας των χαρτοφυλακίων δανείων που εξασφαλίζονται με υποθήκη επί κύριων κατοικιών για το σύνολο των τραπεζικών στοιχείων ενεργητικού.
5. Το σχέδιο νόμου εγείρει κινδύνους επιδείνωσης της νοοτροπίας των πληρωμών, ηθικούς κινδύνους και κινδύνους καταστρατήγησης του νέου πλαισίου από πρόσωπα που στρατηγικά αθετούν τις υποχρεώσεις εξυπηρέτησης των οφειλών τους
6. Η αυτοδίκαιη αναστολή των μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης που αρχίζει από την κοινοποίηση της αίτησης στους πιστωτές μέσω της πλατφόρμας και μπορεί να παραταθεί μέχρι και την έκδοση οριστικής δικαστικής απόφασης θα μπορούσε να ενθαρρύνει τους στρατηγικούς κακοπληρωτές να υποβάλλουν αίτηση ακόμη και όταν δεν είναι επιλέξιμοι, ιδίως από τη στιγμή που οι δικαστικές διαδικασίες είναι χρονοβόρες.
7. Το σχέδιο νόμου δεν εισάγεται υπό συνθήκες νομικού και δικαστικού κενού (σ.σ. υπάρχουν ακόμα ο εξωδικαστικός, το πτωχευτικό δίκαιου κτλ).
8. Πρόθεση του νομοθέτη είναι η εφαρμογή του νέου πλαισίου παράλληλα με τον υφιστάμενο νόμο για την προστασία των υπερχρεωμένων νοικοκυριών, ότι οι οφειλέτες θα μπορούν να υποβάλλουν αίτηση ρύθμισης βάσει ενός ή αμφοτέρων των πλαισίων και ότι η επιλογή αυτή παρέχεται και σε οφειλέτες των οποίων η αίτηση εκκρεμεί βάσει ενός ή αμφοτέρων των πλαισίων. Η συγκεκριμένη αλληλεπίδραση των δύο πλαισίων ενέχει πλείονες κινδύνους. Πρώτον, υπάρχει κίνδυνος περαιτέρω καθυστέρησης στην εκδίκαση των υποθέσεων που εκκρεμούν σε σχέση με τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά και δημιουργίας πρόσθετης συμφόρησης στα δικαστήρια.
9. Η συσσώρευση των δικαστικών υποθέσεων, σε συνδυασμό με την αναστολή της αναγκαστικής εκτέλεσης, επηρεάζει τη δυνατότητα των τραπεζών να εισπράττουν τις δανειακές τους απαιτήσεις και, κατ’ επέκταση, να χορηγούν δάνεια.
10. Ασφάλεια δικαίου όσον αφορά την αποτίμηση της εμπράγματης ασφάλειας και των περιουσιακών στοιχείων είναι καίριας σημασίας τόσο για το πλαίσιο συνολικά όσο και για την προστασία των δικαιωμάτων των εξασφαλισμένων πιστωτών.
11. Πρόσθετη αβεβαιότητα απορρέει από το ευρύ φάσμα αρμοδιοτήτων διακριτικής ευχέρειας που το σχέδιο νόμου παρέχει σε εκτελεστικά όργανα τα οποία συμμετέχουν στην υπό εξέταση διαδικασία ρύθμισης οφειλών.
Οι παράμετροι της πρότασης
Όπως προκύπτει από το έγγραφο στην αρχική πρόταση της κυβέρνησης προβλέπονταν:
- Η συνολική αξία των καταθέσεων και χρηματοπιστωτικών προϊόντων του αιτούντα δεν υπερβαίνει το ήμισυ της συνολικής προς ρύθμιση οφειλής κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης· και η συνολική αξία της ακίνητης περιουσίας του αιτούντος, πέραν της κύριας κατοικίας του, δεν υπερβαίνει το διπλάσιο της συνολικής προς ρύθμιση οφειλής κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης.
- Αιτών ο οποίος έχει ήδη ενταχθεί σε ρύθμιση βάσει του σχεδίου νόμου δεν μπορεί να υποβάλει δεύτερη αίτηση, ακόμα κι αν με αυτή ζητείται η ρύθμιση διαφορετικών οφειλών σε σχέση με εκείνες της πρώτης αίτησης ή ο ίδιος εξέπεσε της ρύθμισης που προέκυψε από την πρώτη αυτή αίτησή του
- Με την οριστική υποβολή της αίτησης σύμφωνα με τα παραπάνω η πλατφόρμα προβαίνει σε σχετική κοινοποίηση προς τους πιστωτές των οποίων οι απαιτήσεις ζητείται να ρυθμιστούν. Εντός μηνός από την κοινοποίηση οι πιστωτές υποχρεούνται να υποβάλουν πρόταση για ρύθμιση των απαιτήσεών τους σε ατομική ή κοινή βάση. Πιστωτής ο οποίος μπορεί να τεκμηριώσει ότι ο αιτών δεν είναι επιλέξιμος ή ότι η απαίτηση του ιδίου είναι ανεπίδεκτη ρύθμισης έχει τη δυνατότητα να αρνηθεί να υποβάλει πρόταση ρύθμισης, αλλά υποχρεούται να αιτιολογήσει την άρνησή του μεταφορτώνοντας τα σχετικά αποδεικτικά στοιχεία στην πλατφόρμα. Ο αιτών υποχρεούται να δηλώσει ποιες από τις υποβληθείσες προτάσεις των πιστωτών αποδέχεται και ποιες απορρίπτει εντός μηνός από τη λήξη της προθεσμίας για την υποβολή τους
- Οι προϋποθέσεις και το ποσό της συνεισφοράς του Δημοσίου επανεξετάζονται από το Δημόσιο σε τριετή βάση. Μετά την παρέλευση έτους από τον αρχικό προσδιορισμό ή την τελευταία αναπροσαρμογή του ποσού της συνεισφοράς του Δημοσίου ο αιτών μπορεί να ζητήσει μεταρρύθμισή του, αν εξαιτίας μεταβολής στα εισοδήματά του, στις εύλογες δαπάνες διαβίωσης ή στο επιτόκιο αναφοράς προκύπτει αδυναμία του ιδίου να τηρήσει τους όρους της ρύθμισης. Η συνεισφορά του Δημοσίου θα διακόπτεται αν ο αιτών καθυστερεί την καταβολή του ρυθμισμένου μηνιαίου ποσού που τον βαρύνει, με αποτέλεσμα να θεμελιώνεται δικαίωμα του πιστωτή να προκαλέσει την έκπτωσή του, ακόμα κι αν το συγκεκριμένο δικαίωμα δεν ασκηθεί.
- Εφόσον δεν επιτευχθεί συμφωνία με έναν τουλάχιστον πιστωτή, ο αιτών μπορεί να ζητήσει από το δικαστήριο την προστασία της κύριας κατοικίας του εντός προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από την ολοκλήρωση της σχετικής διαδικασίας ρύθμισης μέσω της πλατφόρμας. Η αίτηση προς το δικαστήριο πρέπει να μεταφορτώνεται στην πλατφόρμα, μέσω της οποίας κοινοποιείται στους συμμετέχοντες πιστωτές. Από την κοινοποίηση της αίτησης στους πιστωτές και μέχρι τη λήξη της προθεσμίας τριάντα (30) ημερών για την άσκηση προσφυγής ενώπιον δικαστηρίου αναστέλλονται αυτοδίκαια τα εκκρεμή μέτρα ατομικής ή συλλογικής αναγκαστικής εκτέλεσης επί της κύριας κατοικίας του αιτούντα. Η αναστολή της παρούσας παραγράφου δεσμεύει όλους τους συμμετέχοντες πιστωτές και ισχύει μόνο για την πρώτη αίτηση του αιτούντα βάσει του σχεδίου νόμου. Η αναστολή εκτέλεσης δεν εμποδίζει την επίσπευση αναγκαστικής εκτέλεσης επί της κύριας κατοικίας του αιτούντα από μη ρυθμιζόμενο πιστωτή του ιδιωτικού τομέα, οι απαιτήσεις του οποίου δεν έχουν υπαχθεί σε ρύθμιση και υπέρ του οποίου έχει εγγραφεί δικαίωμα εμπράγματης εξασφάλισης (ήτοι υποθήκη ή προσημείωση υποθήκης) πριν από την υποβολή της οριστικής αίτησης από τον ίδιο. Στην περίπτωση αυτή όλοι οι πιστωτές μπορούν να αναγγελθούν για το σύνολο των απαιτήσεών τους.
- Αν ο αιτών καθυστερεί τη ρυθμισμένη καταβολή των μηνιαίων ποσών με αποτέλεσμα το συνολικό ύψος του ποσού σε καθυστέρηση να υπερβαίνει το άθροισμα της αξίας τριών μηνιαίων δόσεων, ο θιγόμενος πιστωτής μπορεί να του επιδώσει εξώδικη όχληση, καλώντας τον σε εκπλήρωση των σχετικών υποχρεώσεών του εντός τριάντα (30) ημερών. Αν ο αιτών δεν συμμορφωθεί, ο θιγόμενος πιστωτής μπορεί με δήλωση που υποβάλλει στην πλατφόρμα να ζητήσει την έκπτωσή του από τη ρύθμιση και, κατά συνέπεια, να επισπεύσει αναγκαστική εκτέλεση κατά της κύριας κατοικίας του, περίπτωση στην οποία όλοι οι πιστωτές μπορούν να αναγγελθούν για το σύνολο των απαιτήσεών τους. Πάντως, ο αιτών μπορεί να προσβάλει την απόφαση περί έκπτωσής του αν αποδείξει ότι η καθυστέρηση στην καταβολή των δόσεων οφειλόταν σε γεγονός ανωτέρας βίας ή ότι ο θιγόμενος πιστωτής άσκησε καταχρηστικά το σχετικό δικαίωμά του.
• Δείτε όλη την Έκθεση στη στήλη Συνοδευτικό Υλικό