Μικρή θα είναι η επίπτωση στις εγχώριες τράπεζες από την οδηγία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για τον σχηματισμό προβλέψεων, καθώς θα αφορά μόνο σε δάνεια που καθίστανται προβληματικά μετά την 1η Ιανουαρίου του 2018 και όχι το υφιστάμενο «στοκ» μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων.
Όπως έγινε γνωστό χθες με διαρροές προς ιταλικά μέσα που εν συνεχεία αναπαρήχθησαν από διεθνή πρακτορεία, η ΕΚΤ ετοιμάζεται να εκδώσει οδηγία, η οποία θα συστήνει, σε επίπεδο καλής πρακτικής, τον σχηματισμό πρόβλεψης που θα αντιστοιχεί στο 100% της αξίας του δανείου.
Για τα δάνεια που δεν διαθέτουν εξασφαλίσεις, οι τράπεζες καλούνται να σχηματίζουν πρόβλεψη ίση με την αξία του δανείου εντός διετίας, ενώ για όσα διαθέτουν εξασφαλίσεις, ορίζεται ως χρονικός ορίζοντας η επταετία.
Σύμφωνα με τραπεζικά στελέχη, η οδηγία θα αφορά στα δάνεια που θα καταστούν μη εξυπηρετούμενα (σ.σ. καθυστέρηση άνω των 90 ημερών) ή θα κριθούν επισφαλή μετά την 1/1/2018 και όχι στο υφιστάμενο «στοκ» των δανείων.
Για όσα έχουν ρυθμιστεί και «σκάσουν» μετά την 1/1/2018, θα θεωρείται ότι ανήκουν στο «στοκ» και δεν είναι νέα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα.
Η οδηγία αποτελεί μέσο πίεσης από πλευράς του επόπτη, ώστε να επιταχυνθεί η ενεργητική διαχείριση των κόκκινων δανείων. Πρακτικά, η ΕΚΤ θέτει αντικίνητρα για διατήρηση στον ισολογισμό προβληματικών δανείων, έστω και αν οι τράπεζες κρίνουν ότι διαθέτουν επαρκείς εξασφαλίσεις. Με τον τρόπο αυτό στέλνει ένα μήνυμα ότι αν οι εξασφαλίσεις δεν χρησιμοποιηθούν εγκαίρως χάνουν την αξία τους.
Ο επόπτης αναδεικνύεται με αυτή την κίνηση πιο προχωρημένος από τις τράπεζες καθώς τις κατευθύνει να απαντήσουν στο καίριο ερώτημα «Αν θέλουν ή όχι να διατηρήσουν ως πελάτη, το δανειολήπτη με μη εξυπηρετούμενο άνοιγμα».
Αν η απάντηση είναι καταφατική η τράπεζα πρέπει να προχωρήσει σε ρύθμιση, ακόμη και με μερική άφεση χρέους. Στον αντίποδα, θα πρέπει να πωλήσει το δάνειο. Για να πετύχει την ενεργοποίηση της αγοράς η ΕΚΤ καθιστά τη διατήρηση του προβληματικού δανείου στον ισολογισμό της τράπεζας σε βάθος χρόνου ακριβότερη υπόθεση από την ρύθμισή ή την πώλησή του.
Για την πρόθεση της ΕΚΤ είναι ενήμερες οι διοικήσεις των εγχώριων τραπεζών από την τελευταία συνάντηση που είχαν στη Φρανκφούρτη με την ΕΚΤ και τον SSM. Η οδηγία δεν θα υποχρεώνει τις τράπεζες να σχηματίζουν για τα νέα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα προβλέψεις στο 100% αλλά αν δεν το κάνουν, θα πρέπει να δίνουν ικανοποιητικές εξηγήσεις στον επόπτη.
Η επίπτωση για τις εγχώριες τράπεζες είναι μικρή καθώς εξαιρείται το υφιστάμενο «στοκ» μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (Non Performing Exposures - NPEs) από τη σύσταση σχηματισμού προβλέψεων στο 100%.
Σημειώνεται ότι οι εγχώριες συστημικές τράπεζες έχουν δεσμευτεί να μειώσουν τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματά τους κατά 32 δισ. ευρώ την επόμενη διετία.
H ανακοίνωση της ΕΚΤ
«Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) ανακοίνωσε σήμερα την έναρξη διαδικασίας δημόσιας διαβούλευσης όσον αφορά σχέδιο συμπληρώματος του εγγράφου κατευθύνσεων της ΕΚΤ για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια. Το συμπλήρωμα, το οποίο αποτελεί προσθήκη στο έγγραφο κατευθύνσεων που δημοσιεύθηκε στις 20 Μαρτίου 2017, ενισχύει τις κατευθύνσεις όσον αφορά την προώθηση πρακτικών έγκαιρου σχηματισμού προβλέψεων και διαγραφών.
Το σχέδιο συμπληρώματος προσδιορίζει τις προσδοκίες ποσοτικού χαρακτήρα των εποπτικών αρχών σχετικά με τα ελάχιστα επίπεδα προληπτικών προβλέψεων για νέα ΜΕΔ. Οι προσδοκίες για τις προληπτικές προβλέψεις, οι οποίες θα ισχύουν για όλα τα ανοίγματα που ταξινομούνται ως μη εξυπηρετούμενα σύμφωνα με τον ορισμό της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών (ΕΑΤ) από την 1η Ιανουαρίου 2018 και μετά, λαμβάνουν υπόψη το χρονικό διάστημα κατά το οποίο ένα δάνειο έχει ταξινομηθεί ως μη εξυπηρετούμενο, καθώς και τον βαθμό κάλυψης και την αποτίμηση αξίας της εξασφάλισης. Πιο συγκεκριμένα, οι τράπεζες αναμένεται να παρέχουν πλήρη κάλυψη για το ανεξασφάλιστο μέρος των νέων ΜΕΔ έπειτα από 2 έτη το αργότερο και για το εξασφαλισμένο μέρος έπειτα από 7 έτη το αργότερο.
Επιπλέον, οι τράπεζες θα πρέπει να αιτιολογούν στις εποπτικές αρχές τυχόν απόκλιση από τις κατευθύνσεις. Με βάση τις αιτιολογήσεις των τραπεζών, η ΕΚΤ θα αξιολογεί την ανάγκη λήψης πρόσθετων εποπτικών μέτρων.
Προτείνεται το σχέδιο συμπληρώματος να ισχύει για τα νέα ΜΕΔ. Σε ό,τι αφορά τα αποθέματα ΜΕΔ, η Τραπεζική Εποπτεία της ΕΚΤ ζήτησε από τις τράπεζες με υψηλά επίπεδα ΜΕΔ να υποβάλουν το α΄ εξάμηνο του έτους στρατηγικές για τα ΜΕΔ, συμπεριλαμβανομένων των στόχων τους μείωσης των ΜΕΔ. Πολλές τράπεζες έχουν σημειώσει σημαντική πρόοδο και έχουν υποβάλει αξιόπιστες στρατηγικές, συμπεριλαμβανομένων σχεδίων μείωσης. Ωστόσο, για ορισμένες τράπεζες απαιτούνται ακόμη ορισμένες βελτιώσεις.
Η Τραπεζική Εποπτεία της ΕΚΤ θα εξακολουθήσει να παρακολουθεί στενά την πρόοδο που έχει σημειωθεί ως προς τη μείωση των ΜΕΔ, τον σχηματισμό προβλέψεων για τα αποθέματα ΜΕΔ, καθώς και τις εξελίξεις όσον αφορά τις στρατηγικές για τα ΜΕΔ. Επιπλέον, μέχρι το τέλος του α΄ τριμήνου του 2018, η Τραπεζική Εποπτεία της ΕΚΤ θα παρουσιάσει τις σκέψεις της για περαιτέρω πολιτικές με σκοπό την αντιμετώπιση του υφιστάμενου αποθέματος των ΜΕΔ, συμπεριλαμβανομένων κατάλληλων μεταβατικών ρυθμίσεων.
Στις 30 Νοεμβρίου 2017 η ΕΚΤ θα διοργανώσει δημόσια συζήτηση στο πλαίσιο της διαδικασίας διαβούλευσης στις εγκαταστάσεις της στη Φρανκφούρτη. Σχετικές πληροφορίες για τον τρόπο συμμετοχής στη δημόσια συζήτηση και τον τρόπο υποβολής σχολίων δημοσιεύονται στον δικτυακό τόπο της ΕΚΤ. Μετά την ολοκλήρωση της δημόσιας διαβούλευσης, η ΕΚΤ θα δημοσιεύσει τα σχόλια που έλαβε, συνοδευόμενα από έγγραφο παρατηρήσεων».