Τη δυνατότητα ο φορολογούμενος να καλείται προς ακρόαση από την εφορία για κάθε μία παράβαση του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων ξεχωριστά πριν του επιβληθούν οι προβλεπόμενες κυρώσεις εξετάζει η 7μελής σύνθεση του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Το ζήτημα κρίθηκε ήδη από την 5μελή σύνθεση του Β' τμήματος του ΣτΕ που έκρινε ότι πριν τον καταλογισμό προστίμου θα πρέπει ο φορολογούμενος να κληθεί προς ακρόαση.
Ωστόσο δύο μέλη του ανωτάτου δικαστηρίου εξέφρασαν την άποψη ότι εφόσον οι καταλογιστικές πράξεις είναι διαφορετικές , τότε ο φορολογούμενος θα πρέπει να καλείται σε εξηγήσεις για κάθε καταλογιστική πράξη αυτοτελώς, ακόμη και αν τα φορολογικά θέματα είναι συναφή μεταξύ τους.
Σύμφωνα με την μειοψηφία, αυτό είναι ζητούμενο προκειμένου ο φορολογούμενος να έχει επίγνωση των διαφορετικών συνεπειών που μπορεί να έχουν σε βάρος τους οι παραβάσεις που του καταλογίζονται και συνεπώς να οργανώσει την υπεράσπισή του αναλόγως.
Στο ανώτατο δικαστήριο προσέφυγε εταιρεία στην οποία μετά από έλεγχο που πραγματοποιήθηκε για τη διαχειριστική περίοδο Ιανουαρίου-Δεκεμβρίου 1998 επιβλήθηκε πρόστιμο 493.015 ευρώ για παραβάσεις του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων που αφορούσαν σε τρία εικονικά τιμολόγια.
Η εταιρεία στην προσφυγή της υποστήριξε ότι πριν την επιβολή του προστίμου δεν κλήθηκε σε ακρόαση προκειμένου να προβάλει τους ισχυρισμούς της και να καταθέσει τα απαραίτητα παραστατικά τα οποία, όπως υποστηρίζει, αποδεικνύουν ότι τα τιμολόγια δεν είναι εικονικά.