Τη θεσμοθέτηση πρόσθετων «εργαλείων», που θα λειτουργούν ως απειλή έξωσης για όσους μεγαλομετόχους προβληματικών επιχειρήσεων αρνούνται αποδεδειγμένα να συνεργαστούν με τους πιστωτές τους, ζητούν Τράπεζα της Ελλάδος, εμπορικές τράπεζες και υποψήφιοι διαχειριστές μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Μετά την πρόσφατη τροποποίηση του πτωχευτικού κώδικα, η αίτηση διορισμού ειδικού διαχειριστή αποτελεί τη μοναδική λύση, που έχει μείνει στα χέρια της πλειοψηφίας των πιστωτών, σε περίπτωση που οι μέτοχοι μιας εταιρείας, που είναι ήδη αφερέγγυα, αρνούνται καταχρηστικά να παραστούν σε γενική συνέλευση ή να υπερψηφίσουν τη συμφωνία εξυγίανσης.
Το πλαίσιο, όμως, της ειδικής διαχείρισης εμφανίζει προβλήματα στην εφαρμογή του, ιδιαίτερα στις περιπτώσεις που η καθαρή θέση της προβληματικής επιχείρησης δεν έχει υποχωρήσει κάτω από 1/10 του καταβεβλημένου μετοχικού κεφαλαίου.
Σε αυτές τις περιπτώσεις, οι πιστωτές θα πρέπει να αποδείξουν στον δικαστή ότι η επιχείρηση βρίσκεται σε οριστική παύση πληρωμών, προκειμένου ο τελευταίος να εγκρίνει τον διορισμό ειδικού διαχειριστή, που συνεπάγεται και την απώλεια ελέγχου της εταιρείας από τους μετόχους της.
Έχει, όμως, αποδειχθεί στην πράξη, ότι αν ο επιχειρηματίας εμφανίσει στο δικαστήριο μικρές έστω πληρωμές προς κάποιους από τους προμηθευτές του, ο δικαστής δεν εγκρίνει το αίτημα διορισμού ειδικού διαχειριστή, που προτείνουν οι τράπεζες.
Η άρνηση δε του επιχειρηματία και των διοικήσεων να παράσχουν τα απαραίτητα στοιχεία στους πιστωτές αποτελεί μεν αδίκημα, που επισύρει, όμως, ποινή φυλάκισης ως διετία, η οποία είναι εξαγοράσιμη έναντι 6 χιλ. ευρώ, αναφέρουν δικηγόροι.
Έτσι, καθυστερούν οι αναδιαρθρώσεις επιχειρήσεων, εις βάρος της οικονομίας αλλά και των τραπεζών, καθώς η αντιμετώπιση των μη εξυπηρετούμενων εταιρικών ανοιγμάτων αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για να υλοποιηθούν οι φιλόδοξοι στόχοι μείωσης των «κόκκινων» δανείων κατά 40,2 δισ. ευρώ (38%) ως το τέλος του 2019.
Οι τράπεζες και οι υποψήφιοι servicers ζητούν να υπάρξουν τροποποιήσεις στον πτωχευτικό νόμο, ώστε να καταστεί ευχερέστερη η μετοχοποίηση χρέους (debt equity swap) και να λειτουργεί ως... μαστίγιο για τους επιχειρηματίες που αρνούνται να συνεργαστούν.
Η ειδική διαχείριση δεν «ακουμπά» τους μπαταχτσήδες
Πρόσφατη μελέτη της ΤτΕ αποκαλύπτει ότι μία στις έξι επιχειρήσεις είναι μπαταχτσής καθώς διαθέτει την οικονομική δυνατότητα να εξυπηρετήσει ομαλά τα δάνειά της αλλά επιλέγει να μην το κάνει αφού η αξία των υποθηκών που έχουν εγγράψει οι τράπεζες σε σχέση με τον δανεισμό είναι πολύ μικρή.
Το γεγονός ότι υπάρχουν εταιρείες υψηλής πιστοληπτικής διαβάθμισης που δεν εξυπηρετούν ομαλά τον δανεισμό τους δείχνει ότι το εργαλείο του διορισμού ειδικού διαχειριστή δεν αρκεί, γιατί προϋποθέτει ότι η εταιρεία βρίσκεται σε οριστική παύση πληρωμών και η καθαρή της θέση έχει υποχωρήσει κάτω από το 10% του καταβεβλημένου μετοχικού κεφαλαίου.
Η Τράπεζα της Ελλάδος ζητά την ευχερέστερη μετοχοποίηση χρέους, τόσο μέσω των εκθέσεών της για την πορεία της ελληνικής οικονομίας και του χρηματοοικονομικού τομέα, όσο και μέσω των παρεμβάσεων του διοικητή της, Γ. Στουρνάρα.
Μιλώντας πριν από μερικούς μήνες στην Επιτροπή της Βουλής για τα δάνεια κομμάτων και ΜΜΕ, ο κ. Στουρνάρας σημείωσε ότι δεν είναι δυνατόν μεγαλομέτοχοι εταιρειών, με μηδενική ή και αρνητική καθαρή θέση, να διατηρούν τον έλεγχό τους, αρνούμενοι, αποδεδειγμένα, να συνεργαστούν με τις τράπεζες και τους υπόλοιπους πιστωτές τους.
«Ο μη συνεργαζόμενος μέτοχος δεν μπορεί να μείνει. Ή θα βάλει λεφτά, ή θα πρέπει να φύγει. Το θεωρώ απαραίτητο», ανέφερε χαρακτηριστικά ο διοικητής της ΤτΕ, συμπληρώνοντας ότι πρόκειται για ένα πολύ σημαντικό μέτρο.
Σύμφωνα με τον ίδιο, οι τράπεζες μπορούν να βρουν επενδυτές, που θα κρατήσουν ζωντανές τις επιχειρήσεις, σώζοντας θέσεις εργασίας. Αντίθετα, η παραμονή στις προβληματικές επιχειρήσεις μετόχων που δεν βάζουν φρέσκο χρήμα, οδηγεί σε μαρασμό της επιχείρησης.