Από σήμερα, κουαρτέτο και υπουργοί της κυβέρνησης πιάνουν και πάλι δουλειά στην Αθήνα. Ήδη χθες ξεκίνησαν οι συζητήσεις σε τεχνικό επίπεδο. Το χρονοδιάγραμμα είναι δεδομένο. Έως την ερχόμενη Δευτέρα, σε λιγότερο από μια εβδομάδα δηλαδή, θα επιδιωχθεί τουλάχιστον συμφωνία σε τεχνικό επίπεδο, ώστε στο EwG της 28ης Νοεμβρίου να υποβληθεί η έκθεση προόδου αναφορικά με τη δεύτερη αξιολόγηση.
Κορυφαίο κυβερνητικό στέλεχος, θεωρεί ότι ο στόχος για συμφωνία στο Eurogroup της 5ης Δεκεμβρίου, παραμένει εφικτός. Την ίδια ώρα όμως ευρωπαϊκές πηγές έχουν αρχίσει να μην αποκλείουν το ενδεχόμενο καθυστερήσεων, οι οποίες θα απαιτήσουν επάνοδο των επικεφαλής των θεσμών μέσα στο Δεκέμβριο ώστε να κλείσει η συμφωνία για τη δεύτερη αξιολόγηση στο τέλος του έτους.
Ο βασικότερος αστάθμητος παράγοντας φαίνεται να είναι η στάση η οποία θα τηρήσει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, ιδίως τώρα που έχει αρχίσει να φαίνεται σχεδόν δεδομένη η συμμετοχή του στο τρίτο πρόγραμμα. Αν για παράδειγμα, το ΔΝΤ παίξει το χαρτί των πρόσθετων μέτρων σε αφορολόγητο και ασφαλιστικό, είναι σαφές ότι το πλαίσιο της συμφωνίας δυσκολεύει αισθητά.
Αυτό όμως δεν το ξέρουμε ακόμα. Στίγμα προθέσεων αναμένεται άμεσα, ενώ σήμερα οι συναντήσεις ξεκινούν με μια επισκόπηση των θεμάτων της ατζέντας της δεύτερης αξιολόγησης στις έντεκα το πρωί και συνεχίζονται με υπερταμείο αποκρατικοποιήσεων (στις πέντε το απόγευμα) και εργασιακά (στις έξι).
Όλες οι εμπλεκόμενες πλευρές φαίνεται να συμμερίζονται την ανάγκη επιτάχυνσης των εξελίξεων και ξεκαθαρίσματος του τοπίου, το συντομότερο δυνατό. Γαλλία, Ολλανδία και Γερμανία το 2017 δεν θέλουν να ασχολούνται με την Ελλάδα καθώς βαδίζουν προς τις κάλπες. Το ιδανικό για όλες τις πλευρές θα ήταν το ελληνικό ζήτημα να κλείσει εντός του έτους σε όλες του τις προεκτάσεις. Αξιολόγηση, δρομολόγηση των βραχυχρόνιων μέτρων για το χρέος, σκιαγράφηση των μεσο-μακρο πρόθεσμων μέτρων από το Eurogroup ώστε να ανοίξει ο δρόμος για να γίνουν οι αναλύσεις βιωσιμότητας χρέους από την ΕΚΤ και το ΔΝΤ.
Η ανάλυση βιωσιμότητας της ΕΚΤ, εφόσον είναι θετική, δρομολογεί τις διαδικασίες για την ένταξη της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης. Η δεύτερη ανάλυση, του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, συναρτάται με την προσάρτηση του Ταμείου στο τρίτο πρόγραμμα χρηματοδότησης, για την οποία προϋπόθεση είναι η καθιέρωση του πλαισίου διευθέτησης του χρέους τα επόμενα χρόνια.
Το ΔΝΤ έχει δηλώσει ότι δεν χρειάζεται τα μέτρα για το χρέος να ληφθούν προκαταβολικά. Θα μπορούσαν, κατά την άποψη την οποία μόλις προ ημερών επανέλαβε ο εκπρόσωπος Τζέρι Ράις, να συνδεθούν με ένα πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων τα επόμενα χρόνια, η υλοποίηση του οποίου θα απελευθερώνει βαθμούς διευθέτησης του χρέους.
Στο τέλος αυτής της διαδικασίας, η οποία ξεκινά αυτές τις μέρες λοιπόν, στο καλό σενάριο η Ελλάδα, θα μπορούσε να καταλήξει με έναν έστω όχι και τόσο σαφή οδικό χάρτη για τη διευθέτηση του χρέους και με ένα πολύ εγγύτερο πρόγραμμα συμμετοχής στο QE της ΕΚΤ.
Στο ενδιάμεσο, η συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα, θα μπορούσε να σημάνει μείωση των στόχων για το πρωτογενές πλεόνασμα τα επόμενα χρόνια, αφήνοντας στην άκρη στην παρούσα φάση τουλάχιστον τις απαιτήσεις που θεωρείται δεδομένο ότι θα εγείρει σε επίπεδο μέτρων το Ταμείο. Τα πρόσθετα μέτρα τα οποία θα απαιτήσει το ΔΝΤ είναι ικανά να τινάξουν τη συμφωνία στον αέρα, εφόσον η ευρωζώνη επιμείνει σε πλεονάσματα 3,5%.
Ήδη όμως ο Γ. Ντάισελμπλουμ, φαίνεται πως έχει βάλει νερό στο κρασί του, λέγοντας αρχικά ότι θα πρέπει να δούμε για πόσο χρόνο η Ελλάδα θα πρέπει να επιτυγχάνει τόσο υψηλά πλεονάσματα.
Όταν διακυβεύονται τόσα πολλά και σημαντικά για την ελληνική πλευρά, φαντάζει αδύνατο να σκεφτεί κανείς ότι δεν θα κλείσει το δημοσιονομικό κενό του 2017 και του 2018, δεν θα τα βρουν οι δύο πλευρές στον εξωδικαστικό συμβιβασμό ή ότι δεν θα υπάρξει συμβιβασμός για τα εργασιακά.
Τα δεδομένα έως σήμερα δείχνουν ότι η δεύτερη αξιολόγηση, εκτός απροόπτου, θα ολοκληρωθεί. Με συμβιβασμούς. Ο χρόνος όμως έχει σημασία και επί του παρόντος, το ενδεχόμενο να περάσουμε με διαπραγματεύσεις για τη δεύτερη αξιολόγηση και τον Δεκέμβριο δεν μπορεί να αποκλειστεί.