Εντυπωσιακά είναι τα στοιχεία που αποκαλύπτονται από τις φορολογικές δηλώσεις μισθωτών και συνταξιούχων. Τα εισοδήματά τους εμφανίζονται τόσο μειωμένα που σε ποσοστό κοντά στο 55% είναι κάτω από το αφορολόγητο όριο, όταν ο μέσος όρος στην ευρωζώνη είναι 8%.
Όπως προκύπτει από την επεξεργασία των φετινών φορολογικών δηλώσεων, σχεδόν έξι στους δέκα μισθωτούς και συνταξιούχους δήλωσαν στην εφορία εισόδημα χαμηλότερο από το αφορολόγητο όριο των 9.500 ευρώ, που ίσχυε πέρυσι.
Τα στοιχεία δείχνουν ότι σε σύνολο 5,4 εκατομμυρίων φορολογουμένων με εισόδημα από μισθό ή σύνταξη, 3.020.000 δήλωσαν λιγότερα από 9.500 ευρώ και συνολικά 16,750 δισ. ευρώ ή σε μέσα επίπεδα 5.546 ευρώ ο καθένας.
Αυτό το σύνολο των 3.020.000 φορολογουμένων είναι που έχει μπει στο μάτι του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου το οποίο ζητά μετ' επιτάσεως την «διεύρυνση της φορολογικής βάσης» μέσω της συρρίκνωσης του αφορολόγητου.
Η κοινωνική πτυχή του θέματος, αν δηλαδή αντέχουν οι μισθωτοί και συνταξιούχοι των χαμηλότερων εισοδηματικά στρωμάτων, οι οποίοι αντικειμενικά δεν μπορούν να κρατήσουν κρυφό ούτε ευρώ από την εφορία, να χάσουν το αφορολόγητο, δεν φαίνεται να απασχολεί το ΔΝΤ.
Θεωρεί, όπως αποτυπώνεται στην τελευταία έκθεσή του, ότι «αυτές οι εξαιρετικά γενναιόδωρες απαλλαγές για τη μεσαία τάξη δύσκολα δικαιολογούνται με επιχειρήματα κοινωνικής δικαιοσύνης γιατί δεν παρέχουν τα έσοδα που απαιτούνται για την προστασία των πλέον ευάλωτων με παροχές πρόνοιας και ανεργίας που είναι συνηθισμένες σε άλλες χώρες της Ευρώπης».
Στο πλαίσιο αυτό, συνεχίζει το ΔΝΤ με την τελευταία έκθεσή του, «οι Αρχές πρέπει να μειώσουν τους φορολογικούς συντελεστές και τους συντελεστές των ασφαλιστικών εισφορών, να μειώσουν τις γενναιόδωρες απαλλαγές στη φορολογία εισοδήματος και να εξαλείψουν τις υπόλοιπες φορολογικές απαλλαγές που ωφελούν τους πλούσιους».
Κάθετη πτώση
Τα στοιχεία από την επεξεργασία των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος αναδεικνύουν ένα ακόμα συγκλονιστικό δεδομένο. Μέσα στην πρώτη πενταετία του Μνημονίου, τα εισοδήματα τα οποία δήλωσαν στην εφορία περίπου 8,5 εκατομμύρια φορολογούμενοι έκαναν ελεύθερη πτώση.
Το 2011, τα φυσικά πρόσωπα αποτύπωσαν στις δηλώσεις τους εισοδήματα συνολικού ύψους 104 δισ. ευρώ για το προηγούμενο έτος. Πέντε χρόνια αργότερα, φέτος, μετά βίας έφτασαν τα 74,5 δισ. ευρώ, ως αποτέλεσμα της εσωτερικής υποτίμησης των αποδοχών σε καθεστώς Μνημονίου αλλά και της συνεχιζόμενης φοροδιαφυγής.
Στα ποσά αυτά, ενσωματώνονται και τα δηλωθέντα εισοδήματα των ελευθέρων επαγγελματιών ή ακόμα και των μισθωτών – συνταξιούχων από άλλες πηγές πέραν των τακτικών αποδοχών τους, όπου τα περιθώρια απόκρυψης παραμένουν ενεργά.
Όσο τα δηλωθέντα εισοδήματα διαγράφουν ελεύθερη πτώση, οι ανάγκες του προϋπολογισμού και των στόχων πρωτογενών πλεονασμάτων απαιτούν πρόσθετα έσοδα. Νέοι φόροι και νέοι πονοκέφαλοι.
Με την έκθεση φθινοπωρινών προβλέψεων, πριν από τρεις ημέρες, η Κομισιόν έθεσε ευθέως το ενδεχόμενο να απαιτηθούν διορθωτικές κινήσεις στον προϋπολογισμό του 2017.
Η Κομισιόν σημειώνει ότι έως το τέλος του 2016, το υπουργείο Οικονομικών θα πρέπει να έχει ψηφίσει τον προϋπολογισμό του 2017 αλλά και το Μεσοπρόθεσμο της περιόδου 2017-20 «περιλαμβάνοντας πιθανές προσαρμογές στη δημοσιονομική πολιτική ώστε να διασφαλίσει τους στόχους πρωτογενούς πλεονάσματος 1,75% του ΑΕΠ το 2017 και 3,5% του ΑΕΠ το 2018.
Το ενδεχόμενο στο νέο γύρο διαπραγματεύσεων με το κουαρτέτο, να μπει εμφατικά στο τραπέζι η απαίτηση πρόσθετων μέτρων δεν μπορεί να αποκλειστεί. Το οικονομικό επιτελείο υποστηρίζει ότι θέμα δημοσιονομικού κενού – άρα πρόσθετων μέτρων- για το 2017 δεν υπάρχει. Για το 2018, η εξίσωση είναι πιο δύσκολη. Αν το 3,5% του ΑΕΠ στο στόχο πρωτογενούς πλεονάσματος δεν μειωθεί, πολλοί είναι αυτοί που θεωρούν στα πέριξ των διαπραγματεύσεων ότι το ΔΝΤ θα απαιτήσει νέο μαχαίρι στο αφορολόγητο.