Δραματικές περικοπές σε συντάξεις, κατάργηση του ΕΚΑΣ, περικοπές σε προνοιακά και οικογενειακά επιδόματα, αύξηση εισφορών στους συνταξιούχους για την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, αύξηση των ειδικών ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης από τον Ιούλιο του 2015 (χωρίς εξαιρέσεις), εφαρμογή της ρήτρας ή επιπλέον μέτρα με ισοδύναμο δημοσιονομικό αποτέλεσμα, με τα επικουρικά να μην χρηματοδοτούνται σε καμία περίπτωση από το κράτος και κατάργηση των κοινωνικών πόρων, είναι μόνο κάποια από τα μέτρα που προτείνουν οι εκπρόσωποι των θεσμών.
Μπροστά δε, σε αυτά, η ελληνική πρόταση αλλά και το email Χαρδούβελη αποτελούν απλώς... «παρανυχίδες». Το χάσμα που χωρίζει τις δύο προτάσεις, της ελληνικής κυβέρνησης και των πιστωτών, στο θέμα του ασφαλιστικού, ξεπερνά τα 2 δισ. ευρώ καθιστώντας πολύ δύσκολη, αν όχι αδύνατη την επίτευξη συμφωνίας, αν δεν γίνουν πολλοί «έντιμοι συμβιβασμοί».
Σύμφωνα με την ελληνική πρόταση που κατατέθηκε στους εκπροσώπους των θεσμών, από τη μείωση των πρόωρων συνταξιοδοτήσεων, σταδιακά, από το 2016 και έως το 2025 θα εξοικονομηθούν κατά τον πρώτο χρόνο 71 εκατ. ευρώ και σωρευτικά, 824 εκατ. ευρώ έως το έτος κατά το οποίο θα κλείσει για πάντα η πόρτα των συνταξιοδοτήσεων πριν από τη συμπλήρωση του 62ου έτους ηλικίας.
Αντίθετα, οι πιστωτές, ζητούν μείωση της συνταξιοδοτικής δαπάνης κατά τουλάχιστον 450 εκατ. ευρώ το δεύτερο δίμηνο του 2015 (χωρίς να υπολογίζονται σε αυτά, τα 326 εκατ. ευρώ από τη μη εφαρμογή της ρήτρας μηδενικού ελλείμματος στις επικουρικές συντάξεις καθώς οι πιστωτές ζητούν ισοδύναμα) και άλλα 1,8 δισ. ευρώ εντός του 2016.
Για να επιτευχθούν αυτά, ζητούν για το 2015 την κατάργηση των πρόωρων συνταξιοδοτήσεων για όλους, χωρίς εξαιρέσεις από τον Ιούλιο του 2015 και μετά με τη δημιουργία ισχυρών αντικινήτρων. Η ελληνική πλευρά, προτείνει την κατάργηση των πρόωρων συνταξιοδοτήσεων από το 2016, σταδιακά, έως το 2025, και επιπλέον πέναλτι, σε όσους παρά την απαγόρευση, θελήσουν να βγουν πρόωρα. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με πληροφορίες, για τα πρώτα πέντε χρόνια που θα βγει κάποιος νωρίτερα στη σύνταξη, το πέναλτι θα είναι -6% για κάθε χρόνο, ήτοι έως και -30%. Εάν η συνταξιοδότηση είναι ακόμη νωρίτερα, για τα χρόνια επιπλέον των πέντε, η μείωση θα είναι -16% κατ' έτος.
Και ενώ η ελληνική πλευρά, για το τρέχον έτος, προτείνει κατάργηση της ρήτρας μηδενικού ελλείμματος, μη εφαρμογή του νέου τρόπου υπολογισμού των κύριων συντάξεων και έναρξη των ενοποιήσεων με λειτουργικές διαδικασίες, οι πιστωτές ζητούν μέσα σε ένα εξάμηνο να ληφθούν τα εξής μέτρα:
* Ένταξη στο ΕΤΕΑ όλων των υπόλοιπων επικουρικών ταμείων (και των ένστολων)
* Από την 1η Ιανουαρίου του 2015 και μετά, κανένα επικουρικό ταμείο δεν θα χρηματοδοτείται από το δημόσιο αλλά από δικούς του πόρους.
* Κατάργηση του ΕΚΑΣ για όλους τους συνταξιούχους έως τον Δεκέμβριο του 2016.
* Πάγωμα όλων των συντάξεων έως το 2021.
* Βασική και αναλογική σύνταξη σε όλους όσοι συνταξιοδοτούνται από τον Ιούλιο του 2015 και μετά, με τη συμπλήρωση του 67ου έτους ηλικίας συνταξιοδότησης
* Αύξηση της εισφοράς για ιατροφαρμακευτική ασφάλιση σε όλους τους συνταξιούχους από 4% σε 6%, και επέκτασή της και στις επικουρικές συντάξεις
* Σταδιακή κατάργηση των χρηματοδοτούμενων από το κράτος απαλλαγών και εναρμόνιση των εισφορών για όλα τα ταμεία, με βάση τις εισφορές του ΙΚΑ.
* Επανεξέταση του καθεστώτος σύνταξης υπερηλίκων στον ΟΓΑ, με καλύτερη στόχευση και αύξηση των ανασφάλιστων συνταξιούχων.
Νέες μελέτες
Τα μέτρα που δέχεται να λάβει η Ελληνική κυβέρνηση στην πρότασή της, εντός του 2015, αφορούν στην πάταξη της εισφοροδιαφυγής και την ανασφάλιστης εργασίας, ενώ δεσμεύεται ότι εντός του επόμενου διαστήματος θα ολοκληρώσει νέα αναλογιστική μελέτη, λαμβάνοντας υπόψη όλα τα νέα δεδομένα.
Για το 2016, το μόνο ξεκάθαρο της ελληνικής πλευράς, είναι ότι θα έχει ολοκληρωθεί η πρώτη φάση των ενοποιήσεων, με μείωση του κόστους μισθοδοσίας κατά 30%.
Για τους δανειστές, τα πράγματα είναι πιο ξεκάθαρα και συγκεκριμένα. Θέτουν ως στόχο τη μείωση της συνταξιοδοτικής δαπάνης κατά 1% του ΑΕΠ, ήτοι 1,8 δισ. ευρώ, και ζητούν επιπλέον μέτρα. Τα οποία μάλιστα, πρέπει να ληφθούν έως τον Σεπτέμβριο του 2015, για να εφαρμοστούν από τις αρχές του 2016.
Και στα μέτρα του επόμενου έτους, οι περικοπές στις συντάξεις είναι μεγάλες, αφού μεταξύ των μέτρων προβλέπεται η μεγαλύτερη διασύνδεση εισφορών και παροχών ήτοι, μείωση των συντάξεων καθώς θεωρείται ότι κυρίως στις κατώτατες συντάξεις, η κρατική χρηματοδότηση είναι μεγάλη, αφού οι εισφορές που καταβλήθηκαν δεν αντιστοιχούν στο ύψος της κατώτατης σύνταξης. Για το λόγο αυτό, κυβερνητικά στελέχη έλεγαν όλο το προηγούμενο διάστημα ότι δεν θα συμφωνήσουν με μείωση των συντάξεων στα 300 ευρώ. Αλλαγές ζητούν οι δανειστές και στην ασφάλιση των ελεύθερων επαγγελματιών, με κυριότερο τον υπολογισμό των εισφορών με βάση το πραγματικό εισόδημα.
Οι πιστωτές ζητούν επίσης, τη δημιουργία ενιαίου μηχανισμού είσπραξης εσόδων και πληρωμής παροχών, για όλα τα ταμεία, αλλά και κατάργηση κοινωνικών πόρων και αντικατάστασή τους είτε με μείωση συντάξεων είτε με αύξηση εισφορών, και αλλαγές στη συνταξιοδότηση των αγροτών, προκειμένου να εναρμονιστούν οι όροι και οι προϋποθέσεις με τους υπόλοιπους ασφαλισμένους.
Η πρόταση περιλαμβάνει επίσης περικοπές δαπανών περίπου 900 εκατ. ευρώ μέσα από την αναδιάρθρωση των προνοιακών επιδομάτων, με εφαρμογή του Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος.
Το χάσμα στα εργασιακά
Εκ διαμέτρου αντίθετες είναι οι δύο προτάσεις και στα εργασιακά. Η ελληνική κυβέρνηση δεσμεύεται να επαναφέρει τις διαδικασίες συλλογικών διαπραγματεύσεων στο επίπεδο αυτών που ισχύουν στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες, μετά από την αποδοχή του σχεδίου και από το Διεθνές Γραφείο Εργασίας (ILO). Δεσμεύεται ότι θα υπάρξει διάλογος με τους κοινωνικούς εταίρους και θα ακολουθηθούν οι διεθνείς πρακτικές που ισχύουν στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Μέσω το σχεδίου νόμου που ήδη έχει καταρτίσει, η κυβέρνηση επιμένει στην επαναφορά του κατώτατου μισθού σταδιακά και έως το τέλος του 2016, στα επίπεδα του 2010 (ήτοι 751 ευρώ). Από εκεί και πέρα, το ύψος του κατώτατου μισθού θα καθορίζεται ελεύθερα μέσω των συλλογικών διαπραγματεύσεων.
Στον αντίποδα, οι εκπρόσωποι των θεσμών στην πρότασή τους ζητούν από την ελληνική κυβέρνηση να μην αλλάξει τίποτε από τα όσα έχουν ψηφισθεί το προηγούμενο διάστημα, ενώ δέχεται να διεξαχθεί διάλογος για το θέμα των συλλογικών διαπραγματεύσεων αλλά και των ομαδικών απολύσεων και του συνδικαλιστικού νόμου, με τη βοήθεια κάποιου διεθνή οργανισμού. Επισημαίνεται δε, ότι οποιαδήποτε παρέμβαση στα εργασιακά θα πρέπει να έχει την έγκριση των θεσμών, ενώ τάσσεται υπέρ της περαιτέρω ευελιξίας στην αγορά εργασίας.