Υπό την κρίση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου τίθεται το ζήτημα των ομαδικών απολύσεων, το οποίο αποτελεί ένα από τα "καυτά" ζητήματα στις διαπραγματεύσεις μεταξύ της κυβέρνησης και των θεσμών.
Το Δ΄ τμήμα του ΣτΕ, μετά από προσφυγή της "ΑΓΕΤ Γενική Εταιρεία Τσιμέντων Ηρακλής" του ομίλου Lafarge, απέστειλε προδικαστικό ερώτημα προκειμένου να διαπιστωθεί εάν είναι συμβατή η ελληνική νομοθεσία για τις ομαδικές απολύσεις με το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η ΑΓΕΤ προσέφυγε στο ΣτΕ όταν, οι ομαδικές απολύσεις τις οποίες ζήτησε (και αφορούσαν την διετία 2011-13) δεν εγκρίθηκαν από τον υπουργό Εργασίας.
Οι εργαζόμενοι κλήθηκαν σε διαβούλευση αλλά δεν ανταποκρίθηκαν και η εταιρία προσέφυγε στο Ανώτατο Συμβούλιο Εργασίας που γνωμοδότησε (24.4.2013) ότι οι απολύσεις που ζητούσε η τσιμεντοβιομηχανία δεν έπρεπε να γίνουν, καθώς δεν υπήρχε επαρκής αιτιολογία από την πλευρά της εταιρείας. Αμέσως μετά την απόφαση επικύρωσε ο υπουργός Εργασίας.
Η εταιρία προσέφυγε στο ΣτΕ υποστηρίζοντας πως ο νόμος 1387/1983 για τις ομαδικές απολύσεις είναι αντίθετος στην ευρωπαϊκή νομοθεσία και το Δ΄ Τμήμα με Πρόεδρο την Αντιπρόεδρο Μαίρη Σαρπ και εισηγητή τον Σύμβουλο Επικρατείας Κωνσταντίνο Κουσούλη, απέστειλε με την υπ' αριθμ. 1254/2015 απόφασή του δύο προδικαστικά ερωτήματα στο Δ.Ε.Ε. ως προς την συμβατότητα του Ελληνικού νόμου περί ομαδικών απολύσεων με το αντίστοιχο ευρωπαϊκό νομοθετικό πλαίσιο:
1) Είναι σύμφωνη με την Οδηγία 98/59/ΕΚ ή τα άρθρα 49 και 63 της ΣΛΕΕ εθνική διάταξη (νόμος 1387/1983), η οποία θεσπίζει ως προϋπόθεση για τη διενέργεια ομαδικών απολύσεων την εκ μέρους του υπουργείου Εργασίας έγκριση των ομαδικών απολύσεων με κριτήρια: α) τις συνθήκες της αγοράς εργασίας, β) την κατάσταση της επιχείρησης και γ) το συμφέρον της εθνικής οικονομίας;
2) Σε περίπτωση που η απάντηση στο πρώτο ερώτημα είναι αποφατική, τότε εθνική νομοθετική διάταξη με το ανωτέρω περιεχόμενο είναι σύμφωνη με τις διατάξεις της Οδηγίας 98/59/ΕΚ ή την ΣΛΕΕ, εφόσον συντρέχουν σοβαροί κοινωνικοί λόγοι, όπως οξεία οικονομική κρίση και ιδιαίτερα αυξημένη ανεργία;