Αντιμέτωπη με το έντονο πρόβλημα ρευστότητας και το χρόνο που πιέζει ολοένα και πιο απειλητικά βρίσκεται η κυβέρνηση, την ώρα που ένα ακόμα κρίσιμο πενθήμερο ξεκινά από σήμερα. Μέσα σε αυτό το σύντομο χρονικό διάστημα πολλά θα πρέπει να γίνουν, και το Μέγαρο Μαξίμου προσδοκά πως θα βγει και από αυτήν τη δοκιμασία όχι μόνο αλώβητο, αλλά και ενισχυμένο εν όψει της δύσκολης συνέχειας.
Δύο ακόμα δόσεις για το ΔΝΤ θα πρέπει να καταβληθούν εντός της εβδομάδας, η πρώτη σήμερα περίπου 580 εκατ. ευρώ και η δεύτερη την Παρασκευή 350 εκατ., τα τεχνικά κλιμάκια συνεχίζουν τις διαβουλεύσεις, ο Αλέξης Τσίπρας προετοιμάζεται για την καθοριστική Σύνοδο Κορυφής το διήμερο 19 και 20 Μαρτίου και παράλληλα πρέπει να τρέξει και το νομοθετικό έργο της κυβέρνησης με σκοπό την εισροή ρευστού στα άδεια ταμεία.
Στο κυβερνητικό στρατόπεδο εμφανίζονται καθησυχαστικοί όσον αφορά το πρόβλημα της ρευστότητας. «Δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα», δήλωσε ο κ. Τσίπρας χθες το μεσημέρι ύστερα από τη μακρά συνεργασία με τον υπουργό Οικονομικών προκειμένου να αποτιμήσουν τα δεδομένα.
Το Μέγαρο Μαξίμου επιμένει ότι η κατάσταση είναι αντιμετωπίσιμη και διαβεβαιώνει πως σε καμία περίπτωση δεν θα υπάρξει πρόβλημα με την καταβολή μισθών και συντάξεων, ούτε θα ληφθούν υφεσιακά μέτρα. Πάντως, το συγκεκριμένο ζήτημα ο πρωθυπουργός πιθανόν να το θέσει στους Ευρωπαίους ομολόγους του κατά τη Σύνοδο Κορυφής την Πέμπτη, με την ελπίδα ότι θα λάβει την αναγκαία πολιτική στήριξή τους. Θα τους ζητήσει δε να τηρηθούν όσα συμφωνήθηκαν με τη συμφωνία του Eurogroup της 20ής Φεβρουαρίου και να περιοριστεί η πίεση προς την Ελλάδα, η οποία -θα πει- ήδη εφαρμόζει τα συμφωνηθέντα.
Όπλο στη φαρέτρα
Αυτό βέβαια θα πρέπει να αποτυπωθεί και στις διαπραγματεύσεις που βρίσκονται σε εξέλιξη με τους εκπροσώπους των δανειστών. Χωρίς να δημοσιοποιείται το παραμικρό για τις συγκεκριμένες διαβουλεύσεις, σήμερα αναμένεται να έρθει και η δεύτερη τεχνική ομάδα (πέραν αυτής που ήρθε στο τέλος της περασμένης εβδομάδας) με αντικείμενο τις διαρθρωτικές αλλαγές και τον τραπεζικό τομέα. Και σίγουρα, μια πιθανή άμεση συμφωνία των δύο πλευρών σε κάποια έστω ζητήματα θα μπορούσε να αποτελέσει σημαντικό όπλο στη φαρέτρα του πρωθυπουργού στις Βρυξέλλες.
Ο κ. Τσίπρας, πάντως, θέλησε να στείλει από το Σάββατο ένα ακόμα μήνυμα προς τους ηγέτες της Ευρώπης. Κατά τη συνάντησή του με τον πρόεδρο του κόμματος της Ευρωπαϊκής Αριστεράς Πιερ Λοράν, τους κάλεσε να αποφασίσουν «αν θα σεβαστούν τη Δημοκρατία ή αν θα πάρουν το ρίσκο της ανόδου ακροδεξιών και λαϊκιστικών δυνάμεων στην Ευρώπη».
Παράλληλα, μεγάλη σημασία το Μέγαρο Μαξίμου δίνει και στο νομοθετικό έργο που προωθεί η κυβέρνηση, με έμφαση στη ρύθμιση εξπρές για τα ληξιπρόθεσμα χρέη με χρονικό ορίζοντα την 27η Μαρτίου και στην τροπολογία με την οποία καλύπτονται ταμειακές ανάγκες του κράτους από ταμεία και φορείς του Δημοσίου.
«Είμαστε πολύ κοντά»
Ο Αλέξης Τσίπρας, αμέσως μετά τη χθεσινή σύσκεψη με τον Γιάνη Βαρουφάκη, σε μια συμβολική κίνηση στήριξής του, βγήκε μαζί του από το γραφείο του και περπάτησαν για λίγο μαζί.
Ο ίδιος ο υπουργός Οικονομικών, σε συνέντευξή του στην ιταλική εφημερίδα "Il Messaggero", τόνισε πως οι εχθροί προσπαθούν να παρουσιάσουν ότι υπάρχουν διαφορές μεταξύ των δύο ανδρών.
«Προσπαθούν να μας διχάσουν εδώ και αρκετό καιρό, αλλά θα αποτύχουν με θεαματικό τρόπο, διότι ο Αλέξης και εγώ είμαστε πολύ κοντά. Μπήκα σε αυτήν την προσπάθεια για να τον βοηθήσω και για να βοηθήσω τη χώρα. Αυτό που δεν με ενδιαφέρει καθόλου είναι η πολιτική εξουσία», σημείωσε.
Την ίδια στιγμή, ο... ελληνογερμανικός πόλεμος συνεχίζεται με αυξομειώσεις στην έντασή του, τόσο με επίσημες δηλώσεις όσο και με δημοσιεύματα.
Το Σαββατοκύριακο στο στόχαστρο των Γερμανών μπήκε ο υπουργός Εθνικής Άμυνας Πάνος Καμμένος για τις διάφορες δηλώσεις του κατά της κυβέρνησης Μέρκελ, ενώ σε προσωπική αναδεικνύεται η κόντρα του προέδρου των ΑΝΕΛ με τον πρόεδρο του Ευρωκοινοβουλίου Μάρτιν Σουλτς.
Όπως λένε στην κυβέρνηση, δεν επιλέγουν την ένταση ως διαπραγματευτική τακτική, αλλά «την εκτέλεση της λαϊκής εντολής για το τέλος των μνημονίων. Και σε αυτό το δρόμο πρέπει να κινηθούμε μέχρι τέλους». Παράλληλα, επισημαίνουν πως η διαπραγμάτευση δεν είναι διμερής, μεταξύ Ελλάδας και Γερμανίας, αλλά ευρύτερη και έτσι θα πρέπει να αντιμετωπιστεί απ' όλους.