Η δημοσιονομική προσαρμογή συνεχίζεται ταχύτερα από ό,τι έχει προγραμματιστεί, υποστηρίζει η Alpha Bank στην εβδομαδιαία ανάλυσή της, εκτιμώντας ότι είναι εφικτή η επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος στη Γενική Κυβέρνηση (ΓΚ) άνω του προγραμματισμένου 1,6% του ΑΕΠ (€2,9 δισ.) και το 2014. Το συμπέρασμα αυτό προκύπτει από τα ακόλουθα:
Πρώτον, καταγράφεται ήδη στο 1ο 6μηνο του 2014 πρωτογενές πλεόνασμα στη ΓΚ ύψους €1,8 δισ. έναντι ελλείμματος €1,86 δισ. στο 1ο 6μηνο του 2013. Μάλιστα, αν εξαιρεθούν οι δαπάνες που πραγματοποιήθηκαν για την υλοποίηση του προγράμματος αποπληρωμής των ληξιπρόθεσμων οφειλών, τότε το πρωτογενές πλεόνασμα αυξάνει στα €2,2 δισ. στο 1ο 6μηνο του 2014, από επίσης πλεόνασμα ύψους €0,59 δισ. και στο 1ο 6μηνο του 2013.
Δεύτερον, καταγράφεται ήδη αξιοσημείωτη αύξηση των εσόδων της γενικής κυβέρνησης κατά 5,6% σε ετήσια βάση στο 1ο 6μηνο του 2014, όταν το ΔΝΤ (Ιούνιος 2014) εκτιμά την αύξηση αυτών των εσόδων στο 1,1% το 2014 ως σύνολο.
Τρίτον, καταγράφεται πτώση των πρωτογενών δαπανών της ΓΚ κατά -4,9% στο 1ο 6μηνο του 2014. Ωστόσο, με την προσαρμογή για την πληρωμή των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων στο 1ο 6μηνο του 2013 και στο 1ο 6μηνο του 2014, οι πρωτογενείς δαπάνες της ΓΚ στο 1ο 6μηνο του 2014 εμφανίζονται ελαφρά αυξημένες κατά περίπου 0,8% έναντι πρόβλεψης του ΔΝΤ για πτώση τους κατά 0,6%. Σημειώνεται ότι στις πρωτογενείς δαπάνες της ΓΚ στο 1ο 6μηνο του 2014 έχουν συμπεριληφθεί τα €450 εκατ. που δόθηκαν για το κοινωνικό μέρισμα, αυξημένα επιδόματα για αγορά πετρελαίου θέρμανσης και οι πρόσθετες δαπάνες για τις εκλογές του Μαΐου του 2014.
Οι εξελίξεις αυτές σηματοδοτούν, σύμφωνα με την Alpha Bank, την καλύτερη του αναμενομένου εκτέλεση του επικαιροποιημένου προϋπολογισμού 2014 (Π2014), όπως ακριβώς συνέβη και με την εκτέλεση του Π2013. Το πρωτογενές πλεόνασμα της ΓΚ μπορεί κάλλιστα να υπερβεί το 1,8% του ΑΕΠ ακόμη και με αύξηση των εσόδων της ΓΚ κατά 3,0%, από 5,6% στο 1ο 6μηνο του 2014. Ωστόσο, η καλή εκτέλεση του Π2014 και των επομένων ετών απαιτεί εντατικοποίηση της προσπάθειας για είσπραξη των βεβαιωμένων εσόδων από όλους τους υπόχρεους.
Είναι χαρακτηριστικό, σημειώνει, ότι τον Ιούνιο του 2014 σημειώθηκε νέα πτώση των εσόδων από τον ΦΠΑ λοιπών προϊόντων (εκτός καυσίμων και καπνού) κατά 8,2% σε ετήσια βάση, μετά την πτώση του κατά 13,0% τον Ιούνιο του 2013 και την αύξησή του κατά 2,3% τον Μάιο του 2014. Στον ίδιο μήνα, τον Ιούνιο του 2013 σημειώθηκε σημαντική πτώση σε ετήσια βάση και στις καταγεγραμμένες εισπράξεις εσόδων από τα Ασφαλιστικά Ταμεία (ΑΤ). Είναι πολύ πιθανό ότι οι μεγάλες αυτές διακυμάνσεις στα έσοδα από τον ΦΠΑ και από τα ΑΤ οφείλονται και σε διακυμάνσεις στην ένταση των ελέγχων των αρμόδιων αρχών που πραγματοποιούνται στην αγορά από μήνα σε μήνα. Αυτό δείχνει ότι οι τυχόν διακυμάνσεις στην ένταση των ελέγχων συνεπάγονται σημαντικές απώλειες εσόδων από τον ΦΠΑ και από τις εισφορές στα ΑΤ, ιδιαίτερα την περίοδο που θα απαιτηθεί για την αποκατάσταση και πάλι ενός ικανοποιητικού επιπέδου φορολογικής συνείδησης στη χώρα.
Επιπρόσθετα η Alpha Bank επισημαίνει:
* Η ίδρυση του ΚΕΑΟ (Κέντρου Είσπραξης Ασφαλιστικών Οφειλών) αποτελεί μια πολύ σημαντική μεταρρύθμιση στο χώρο της Κοινωνικής Ασφάλισης και αναμένεται να συμβάλει στην πιο αποτελεσματική είσπραξη των ληξιπρόθεσμων εισφορών άνω των €5.000 στα ΑΤ (ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, ΟΑΕΕ, ΟΓΑ, ΕΤΑΑ) που έχουν διαβιβαστεί σε αυτό.
Οι εισφορές αυτές ανέρχονταν στο τέλος Ιουλίου 2014 στα €10,93 δισ. και έχουν ως βασικό χαρακτηριστικό ότι το 82,96% από αυτές (ύψους €9,07 δισ.) δημιουργήθηκε από ληξιπρόθεσμους οφειλέτες που ήδη χρωστούσαν €6,42 δισ. στο τέλος του 2009, δηλαδή πριν καν αρχίσει η κρίση. Οι οφειλές που δημιουργήθηκαν από νέους οφειλέτες που κατέστησαν ληξιπρόθεσμοί από το 2010 και μετά δεν υπερβαίνουν το €1,86 δισ. (17,04% του συνόλου).
Επομένως, το «δεν πληρώνω» στον τομέα της κοινωνικής ασφάλισης δεν είναι τόσο πολύ αποτέλεσμα της κρίσης και της μεγάλης ύφεσης στην οικονομία, αλλά βασικός παράγων που οδήγησε τη χώρα στην υπερχρέωση και στην κρίση.
* Στην αγορά εργασίας, τα στοιχεία της Έρευνας Εργατικού Δυναμικού (ΕΕΔ) της ΕΛΣΤΑΤ για το 1ο 5μηνο του 2014 δείχνουν μικρή περαιτέρω μείωση του ποσοστού ανεργίας, αλλά και μικρή αύξηση της απασχόλησης σε μηνιαία και σε ετήσια βάση τον Μάιο του 2014 και στο 1ο 4μηνο του 2014. Ειδικότερα, το ποσοστό ανεργίας μειώθηκε στο 27,1% τον Μάιο του 2014, από 27,2% τον Απρίλιο του 2014, 27,8% τον Μάρτιο του 2014 και από 27,7% τον Μάιο του 2013.
Με αυτές τις τάσεις εκτιμάται τώρα ότι το ποσοστό ανεργίας, με βάση τα στοιχεία της ΕΕΔ της ΕΛΣΤΑΤ, θα μειωθεί στο 27,0% το 2014, από 27,4% το 2013, με αύξηση της απασχόλησης κατά 0,1% το 2014, μετά την πτώση της κατά 4,9% το 2013.
Η Alpha Bank επισημαίνει ακόμα τη μεγάλη αύξηση των προσλήψεων με συμβάσεις μερικής απασχόλησης υποστηρίζοντας ότι αυτό είναι κάτι αναμενόμενο την περίοδο που η οικονομία εξέρχεται από τη μεγαλύτερη προσαρμογή και ύφεση της Ιστορίας της. Εκτιμά ότι με την ανάκαμψη της οικονομίας το 2014 και τη μετεξέλιξή της σε ικανοποιητική και αυτοδύναμη ανάπτυξη της τάξης του 3,0%-3,5% ετησίως από το 2015 και στα επόμενα έτη (όπως προβλέπεται και από την τρόικα) το ποσοστό των συμβάσεων πλήρους απασχόλησης θα αυξηθεί σταδιακά και πάλι, με το ποσοστό, ωστόσο, των συμβάσεων μερικής απασχόλησης να παραμένει επίσης υψηλό σε σύγκριση με την κατάσταση που επικρατούσε στην Ελλάδα πριν από την κρίση.
* Ακόμη και στην αγορά ακινήτων φαίνεται τώρα ότι καταγράφονται κάποια πρώτα σημάδια σταθεροποίησης σε πολύ χαμηλά επίπεδα δραστηριότητας. Η διαδικασία της σταθεροποίησης με προοπτική για σύντομη ανάκαμψη φαίνεται ότι αρχίσει από τον τομέα των αδειών οικοδομών που αποτελούν προπορευόμενο δείκτη για τις εξελίξεις στην αγορά ακινήτων και, ειδικότερα, στις επενδύσεις σε ακίνητα μερικούς μήνες αργότερα.
Στην καλύτερη εξέλιξη στους τομείς των συναλλαγών και των επενδύσεων σε οικιστικά ακίνητα αναμένεται να συμβάλουν στα επόμενα 3μηνα οι ακόλουθες εξελίξεις στην ελληνική οικονομία:
α) Η αξιοσημείωτη βελτίωση του οικονομικού κλίματος στη χώρα, συμπεριλαμβανομένων και των προσδοκιών των καταναλωτών που έχουν ήδη οδηγήσει στη σταθεροποίηση της ιδιωτικής κατανάλωσης και στη σημαντική αύξηση των πωλήσεων αυτοκινήτων.
β) Οι πολύ χαμηλές τιμές των προσφερόμενων προς πώληση ακινήτων (κυρίως χτισμένων πριν από 7 έτη, ή και παλαιότερων) ακόμη και σε προνομιούχες περιοχές με υψηλού επιπέδου υποδομές, περιβάλλοντος και ποιότητας διαβίωσης.
γ) Η δυνατότητα συνδυασμού της επιστροφής των καταθέσεων των εγχώριων κατοίκων στη χώρα με την ανάκαμψη της αγοράς ακινήτων, ενώ ήδη διαφαίνεται και η δυνατότητα εισροής σημαντικών ξένων κεφαλαίων για αγορά εξοχικής ή άλλης κατοικίας στην Ελλάδα.
Στους ανωτέρω ευνοϊκούς παράγοντες θα μπορούσε να προστεθεί και η σημαντική βελτίωση της φορολογίας των ακινήτων έναντι του 2013, ιδιαίτερα όσον αφορά τη μείωση του φόρου μεταβίβασης ακινήτων στο 3,0% και τη βελτιωμένη τελικά εξειδίκευση του πλαισίου επιβολής του φόρου υπεραξίας ακινήτων (15%). Παραμένει, ωστόσο, άλυτο το μεγάλο θέμα της επιβολής διπλής φορολογίας (του ΕΝΦΙΑ + ΦΑΠ 2014 στα ακίνητα με αντικειμενική αξία άνω των €300.000) που εξακολουθεί να λειτουργεί έντονα αποτρεπτικά στην αύξηση των συναλλαγών και στην ανάκαμψη της αγοράς ακινήτων.