Η ύφεση που συνεχίζει να πλήττει την πραγματική οικονομία και το μπαράζ των φοροεπιβαρύνσεων μειώνουν το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών, με αποτέλεσμα αρκετοί συμπολίτες μας να αναζητούν τη (μερική έστω...) αναπλήρωση των απωλειών μέσα από καλύτερες αποδόσεις των επενδύσεών τους.
Η προσπάθεια αυτή των επενδυτών εντείνεται το τελευταίο διάστημα ακόμη περισσότερο, καθώς οι αποδόσεις των τίτλων σταθερού εισοδήματος έχουν συρρικνωθεί σημαντικά, την ώρα που οι τοποθετήσεις σε τίτλους μεγαλύτερου κινδύνου (μετοχές, ομόλογα) έχουν ήδη καταγράψει σημαντικότατα κέρδη τα τελευταία χρόνια.
Στο Euro2day.gr θα αναφερθούμε σήμερα σε τέσσερις κατηγορίες επενδύσεων, που θα μπορούσαν -υπό προϋποθέσεις και με την ανάληψη πάντοτε του ανάλογου κινδύνου- να προσελκύσουν το ενδιαφέρον των ατόμων με περιορισμένες αποταμιεύσεις.
Αμοιβαία κεφάλαια: Για άτομα που διαθέτουν ποσά έως 20 χιλιάδες ευρώ, οι τράπεζες προσφέρουν χαμηλά επιτόκια προθεσμιακών καταθέσεων (συνήθως έως 1,5%), ενώ χαμηλότερα του 0,5% είναι τα επιτόκια των καταθέσεων ταμιευτηρίου.
Αντίθετα, τα αμοιβαία κεφάλαια διαχείρισης διαθεσίμων είναι -υπό ορισμένες προϋποθέσεις- σε θέση να προσφέρουν υψηλότερες αποδόσεις λόγω:
α) Των πολύ μεγαλύτερων ποσών που καταθέτουν.
β) Της ευνοϊκότερης φορολογικής μεταχείρισης που τυγχάνουν.
γ) Της τοποθέτησης μέρους του χαρτοφυλακίου τους σε τίτλους του ελληνικού δημοσίου (ανώτερου επιτοκίου).
Παράλληλα, τα Α/Κ διαχείρισης διαθεσίμων προσφέρουν μεγαλύτερη ευχέρεια ρευστότητας σε σύγκριση με τις προθεσμιακές καταθέσεις.
Από την άλλη πλευρά, ωστόσο, θα πρέπει να τονιστεί πως οι αποδόσεις των αμοιβαίων κεφαλαίων δεν είναι ούτε εγγυημένες, ούτε βέβαιες. Επίσης, ο επενδυτής θα πρέπει να ενημερωθεί και να συνεκτιμήσει το ύψος των ενδεχόμενων επιβαρύνσεων που θα χρεωθεί από την εταιρεία διαχείρισης αμοιβαίων κεφαλαίων.
Πέρα όμως από την περίπτωση των Α/Κ διαχείρισης διαθεσίμων, γενικότερα μέσα από τα διαφόρων τύπων αμοιβαία κεφάλαια, άτομα με περιορισμένες αποταμιεύσεις μπορούν να τοποθετηθούν σε μορφές επενδύσεων που απαιτούν πολύ μεγαλύτερα ποσά και ιδιαίτερα εξειδικευμένες γνώσεις. Για παράδειγμα, όσοι διαθέτουν μικρά ποσά έχουν τη δυνατότητα επένδυσης σε συγκεκριμένες γεωγραφικές περιφέρειες (π.χ. ΝΑ. Ασία, Βαλκάνια, Τουρκία), σε συγκεκριμένα νομίσματα (π.χ. αμερικανικό δολάριο), ή σε συγκεκριμένες επενδυτικές κατηγορίες (ακίνητα, εμπορεύματα, ενέργεια, εταιρικά ομόλογα).
ΑΕΕΑΠ αντί ακινήτων: Εκείνοι που διαθέτουν προς αξιοποίηση ποσά έως 20-30 χιλιάδες ευρώ πολύ δύσκολα μπορούν να επενδύσουν στην αγορά ακινήτων, καθώς οι τράπεζες έχουν -σε γενικές γραμμές- περιορίσει δραματικά τις σχετικές χρηματοδοτήσεις.
Παράλληλα, ο μεμονωμένος επενδυτής χρεώνεται με μια σειρά τσουχτερών φορολογικών επιβαρύνσεων και φυσικά θα πρέπει να διαθέσει τον απαιτούμενο χρόνο για την εύρεση ενοικιαστή, για την είσπραξη του ενοικίου και για εργασίες επισκευών. Επίσης, σε περίπτωση ανάγκης μετρητών, ο μεμονωμένος ιδιώτης επενδυτής θα πρέπει να πουλήσει -και μάλιστα σε σύντομο χρονικό διάστημα, ό,τι κίνδυνο εμπεριέχει αυτό- ολόκληρο το σπίτι που είχε αγοράσει.
Αντίθετα, ο ίδιος μπορεί να τοποθετηθεί στην αγορά ακινήτων, παρότι διαθέτει χαμηλά ποσά, μέσω της αγοράς μετοχών μιας ΑΕΕΑΠ (Ανώνυμης Εταιρείας Επενδύσεων Ακίνητης Περιουσίας). Επιπλέον, μέσω αυτής της οδού, επιβαρύνεται με σαφώς χαμηλότερη φορολογία, κερδίζει χρόνο και έχει τη δυνατότητα ρευστοποίησης μόνο ενός τμήματος της επένδυσής του και μάλιστα σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα και χωρίς μεγάλα κόστη συναλλαγών.
Κλασικού τύπου ασφαλιστικά συμβόλαια: Πρόκειται για πολυετή συμβόλαια (συνήθως συνταξιοδοτικά και παιδικά) με ελάχιστη εγγυημένη απόδοση, η οποία στις μέρες μας κυμαίνεται -ανάλογα με την εταιρεία- από 1,5% έως 2,75%, σε περίπτωση που το συμβόλαιο δεν ακυρωθεί πριν από τη λήξη του.
Τέτοιου είδους προγράμματα συμφέρουν (μεταξύ άλλων) και τα άτομα χαμηλού εισοδήματος που μπορούν να αποταμιεύουν μικρά ποσά κάθε μήνα ή εξάμηνο (π.χ. 50 και 300 ευρώ αντίστοιχα), τα οποία αν είχαν κατατεθεί στις τράπεζες θα απέδιδαν ασήμαντα επιτόκια. Μέχρι πέρυσι, τα ασφαλιστικά αυτά προγράμματα προσέφεραν και φορολογικά κίνητρα, που σήμερα όμως έχουν καταργηθεί.
ETFs για τους οπαδούς των... μετοχικών δεικτών: Επενδυτές που διαθέτουν μικρά ποσά μπορούν να αποκτήσουν ένα διευρυμένο και σαφώς διαφοροποιημένο χαρτοφυλάκιο μέσα από την απόκτηση ενός ETF, πράγμα που δεν θα μπορούσαν να πετύχουν (με την ίδια αποτελεσματικότητα και με το ίδιο κόστος) αν προσπαθούσαν να δημιουργήσουν μόνοι τους χαρτοφυλάκιο που θα προσομοίαζε στον επιθυμητό δείκτη.
Σε αρκετές περιπτώσεις, ανταγωνιστικό προϊόν (με πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα) με τα ETFs είναι τα μερίδια αμοιβαίων κεφαλαίων τα οποία έχουν ως δείκτη αναφοράς τον επιθυμητό δείκτη στον οποίον θα ήθελε να τοποθετηθεί ο επενδυτής.