Ανατροπή στους κυβερνητικούς σχεδιασμούς προκαλεί η απαίτηση της τρόικας για αλλαγή του μοντέλου της αγοράς φυσικού αερίου και η συνεχιζόμενη εκκρεμότητα με τη σύμβαση προμήθειας ΔΕΠΑ - Gazprom.
Έτσι, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, η αποκρατικοποίηση της ΔΕΠΑ μετατίθεται για το μέλλον και αφού αποκρυσταλλωθούν οι νέες συνθήκες στην αγορά, ενώ την ίδια στιγμή η κυβέρνηση βρίσκεται εν αναμονή των τελικών απαντήσεων της Gazprom στις θέσεις της ΔΕΠΑ, προκειμένου να αποφασίσει αν θα αποδεχτεί τους όρους της συμφωνίας ή θα καταφύγει στη διεθνή διαιτησία.
Τα θέματα αυτά εξετάστηκαν μεταξύ άλλων σε ευρεία σύσκεψη που έγινε χθες το απόγευμα στο Μέγαρο Μαξίμου, με τη συμμετοχή του πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά και του αντιπρόεδρου της κυβέρνησης Ευάγγελου Βενιζέλου, των υπουργών ΠΕΚΑ και Ανάπτυξης Γιάννη Μανιάτη και Κωστή Χατζηδάκη, του υφυπουργού ΠΕΚΑ Ασημάκη Παπαγεωργίου και του προέδρου του ΤΑΙΠΕΔ Ντίνου Μανιατόπουλου.
Σε ό,τι αφορά τη ΔΕΠΑ και την αποκρατικοποίησή της, το κυβερνητικό επιτελείο κατέληξε στο να μετατεθεί η αποκρατικοποίησή της, όταν οι συνθήκες θα είναι ευνοϊκές.
Γενική διαπίστωση είναι ότι η απαίτηση της τρόικας να ενισχυθεί ο ανταγωνισμός μέσω κατάργησης των τοπικών μονοπωλίων φυσικού αερίου (ΕΠΑ), τα οποία αποτελούν εταιρείες θυγατρικές της ΔΕΠΑ, διαφοροποιούν πλήρως τα δεδομένα για τον ρόλο της ΔΕΠΑ στην εγχώρια αγορά φυσικού αερίου, με σημαντικές επιπτώσεις στην αποτίμηση της αξίας της.
Επίσης αξιολογείται εκ νέου ο ρόλος της ως χονδρέμπορου φυσικού αερίου, ρόλος ο οποίος σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης μειώνεται συνεχώς, καθώς οι μεγάλοι καταναλωτές αποκτούν απευθείας πρόσβαση σε παραγωγούς.
Σαφείς ενδείξεις για μειωμένο ενδιαφέρον σε περίπτωση ιδιωτικοποίησής της έχει ήδη η κυβέρνηση και το ΤΑΙΠΕΔ από μεγάλες ευρωπαϊκές ενεργειακές εταιρείες, όπως η ΕΝΙ.
Gazprom και τιμές
Αναφορικά με τη σύμβαση προμήθειας φυσικού αερίου από την Gazprom, η ΔΕΠΑ και η κυβέρνηση αναμένουν τις τελικές απαντήσεις της ρωσικής εταιρείας. Σύμφωνα με όλες τις πληροφορίες, για την οριστική απόφαση η κυβέρνηση θα κληθεί να αξιολογήσει με κριτήρια πολιτικά, οικονομικά και τεχνοκρατικά, τις επιπτώσεις από πιθανή άρνηση της ρωσικής επιχείρησης να προσφέρει έκπτωση μεγαλύτερη από αυτήν που έχει επιτευχθεί.
Συγκεκριμένα, με βάση τις υπάρχουσες πληροφορίες, από τη νέα φόρμουλα υπολογισμού της τιμής του ρώσικου αερίου προκύπτει τιμή περίπου 400 δολαρίων τα 1.000 κυβικά μέτρα, έναντι 460 δολαρίων που είναι η διαμόρφωσή της το τέταρτο τρίμηνο του 2013.
Η διαφορά αυτή σημαίνει έκπτωση λίγο πάνω από 13%.
Επίσης υπάρχει το θέμα της αναδρομικής ισχύος της νέας τιμής, για την οποία οι Ρώσοι προσφέρουν μόνο 6 μήνες.
Σε άλλους Ευρωπαίους πελάτες τους πρόσφεραν διπλάσια αναδρομικότητα, με αποτέλεσμα να επιστρέψουν τουλάχιστον 3 δισ. δολάρια το 2012 και περίπου 900 εκατομμύρια το 2013.
Για να υπάρξουν συγκριτικά στοιχεία, αρκεί να αναφερθεί ότι ο μέσος όρος πώλησης του ρώσικου αερίου στην Ευρώπη είναι περίπου 365 δολάρια τα 1.000 κυβικά μέτρα, ενώ χώρες όπως η Γερμανία απολαμβάνουν τιμές γύρω στα 340 δολάρια τα 1.000 κυβικά μέτρα.
Όπως γίνεται φανερό, οι όροι αυτοί είναι δυσμενέστεροι από αυτούς που πέτυχαν άλλοι Ευρωπαίοι πελάτες της Gazprom, ενώ από την άλλη γίνεται σαφές ότι οι Ρώσοι δεν αναγνωρίζουν τη δύσκολη συγκυρία στην οποία βρίσκεται ένας πελάτης τους.
Επίσης, προσφυγή στη διαιτησία θα προσφέρει ενδεχομένως μεγαλύτερες εκπτώσεις, αλλά για όσο χρονικό διάστημα διαρκέσει η διαδικασία αυτή η ελληνική αγορά θα επιβαρύνεται με τις υψηλότερες τιμές.