Ευρισκόμενος πρόσφατα στη Ρόδο ο Αλέξης Τσίπρας αναφέρθηκε στη γνωστή ρήση, λέγοντας ότι το «πήδημα» θα γινόταν την Κυριακή των εκλογών. Κι αυτό τελικά συνέβη, μόνο που μετεκλογικά, η ίδια ρήση τον αφορά πλέον προσωπικά.
Η εξουσία πέρασε στην Αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ, χωρίς όμως αυτοδυναμία. Αυτή ήταν η «Ρόδος» για τον κ. Τσίπρα, τώρα μένει να δούμε αν θα καταφέρει να κάνει ο ίδιος το πήδημα, το άλμα δηλαδή που απαιτείται για να περάσει τις συμπληγάδες.
Δυστυχώς για εκείνον, αυτές οι συμπληγάδες δεν έχουν ορίζοντα τετραετίας, αλλά εβδομάδων ή μηνών. Από τη μία υπάρχουν τα όρια της διαπραγμάτευσης με τους Ευρωπαίους, πέραν των οποίων είναι βέβαιο ότι θα υπάρξει σοβαρή κρίση για την Ελλάδα. Κι από την άλλη υπάρχει η ισχυρή πτέρυγα του ΣΥΡΙΖΑ, όπως αυτή εκφράζεται από την Αριστερή Πλατφόρμα και ομοειδείς συνιστώσες, μια εν δυνάμει «εσωτερική αντιπολίτευση», που έχει όπως γράψαμε και πρόσφατα πάνω από 30% της Κεντρικής Επιτροπής του κόμματος, ενώ μένει να αποσαφηνιστεί τις επόμενες μέρες πώς ακριβώς θα αντικατοπτριστεί αυτή η κομματική ισχύς στην Κοινοβουλευτική Ομάδα του κ. Τσίπρα.
Από το εκλογικό αποτέλεσμα, αλλά και την προεκλογική «μετριοπάθεια» που επέδειξαν ηγετικά στελέχη, αλλά και ο ίδιος ο κ. Τσίπρας, προκύπτει πλέον ότι το κόμμα του κατάφερε να διεμβολίσει σε μεγάλο βαθμό τους μικρομεσαίους, την ελληνική μεσαία τάξη των «νοικοκυραίων». Κι αυτό είναι ίσως το μεγαλύτερο αντίβαρο στην οργανωτική - κομματική ισχύ της Αριστερής Πλατφόρμας.
Με αυτά τα δεδομένα, ο ΣΥΡΙΖΑ θα πρέπει να συνεργαστεί και με άλλα κόμματα.
Πέρα από την προφανή υποψηφιότητα των Ανεξάρτητων Ελλήνων, με τους οποίους προχωρά, εν δυνάμει υποψήφιοι, υπό προϋποθέσεις, θα μπορούσαν να είναι το Ποτάμι, στην πορεία ακόμη και το ΠΑΣΟΚ, έστω και με την έννοια της ψήφου ανοχής.
Όπως κι αν το δει λοιπόν κάποιος, τόσο ο ΣΥΡΙΖΑ όσο και ο ίδιος ο κ. Τσίπρας καλούνται να φέρουν σε πέρας ένα εξαιρετικά κρίσιμο αλλά και λεπτό εγχείρημα, προκειμένου να συγκεραστούν συχνά εντελώς αντίθετες τάσεις και οπτικές, κι όχι μόνο σε θέματα εξωτερικής διαπραγμάτευσης, προκειμένου να επικρατήσει πολιτικός ρεαλισμός.
Εν ολίγοις, το «πήδημα» θα είναι σε κάθε περίπτωση δύσκολο, ελπίζω για το καλό όλων μας να μην αποδειχτεί και εξαιρετικά επώδυνο…
Η αλήθεια είναι πως η νέα κυβέρνηση θα διαθέτει κάποια «ατού», τα οποία και θα πρέπει να αναφερθούν.
Από την πλευρά των δανειστών, σύμφωνα με τις δηλώσεις του προεκλογικού διαστήματος, αλλά και τις διαθέσιμες πληροφορίες, υπάρχει διάθεση να τα βρουν, ακόμη και με κάποια δώρα, προς τη νέα κυβέρνηση.
Δώρα που θα αντικατοπτρίζουν μια τάση μεταβολής της κυρίαρχης ευρωπαϊκής πολιτικής, δώρα που υπάρχει περιθώριο να δοθούν μετά τις αδικαιολόγητα σκληρές απαιτήσεις που εξέφρασαν τους προηγούμενους μήνες απέναντι στη συγκυβέρνηση ΠΑΣΟΚ - Νέας Δημοκρατίας, προκειμένου να κρατήσουν όλα τα θέματα ανοικτά για μετά τις ελληνικές εκλογές.
Ομοίως, στον εσωτερικό τομέα, ασφαλώς τα λάθη και οι παραλήψεις που έγιναν από τους προηγούμενους (χαρακτηριστικό παράδειγμα ο τραγέλαφος του ΕΝΦΙΑ) αφήνουν πολλά περιθώρια για βελτιώσεις κι ακόμη περισσότερα για συμβολικές κινήσεις που να καλύπτουν με διάφορους τρόπους την «αριστερή ατζέντα».
Από την άλλη, ασφαλώς υπάρχουν εξόφθαλμα μειονεκτήματα. Η απειρία στην άσκηση εξουσίας και στις διεθνείς διαπραγματεύσεις, η έλλειψη «κυβερνητικού» μηχανισμού, ο στείρος δογματισμός μεγάλου μέρους των στελεχών, όπως και ο ασφυκτικός παράγοντας του χρόνου.
Ο κ. Τσίπρας πήρε αυτό που ήθελε. Το στοίχημα τώρα είναι τι θα καταφέρει να δώσει στο λαό, μέσα σε πρωτόγνωρα σύντομο χρονικό διάστημα. Περίοδος χάριτος πολύ απλά δεν υπάρχει…
Και το τίμημα τυχόν αποτυχίας θα είναι πολύ μεγάλο.